Δ. Λιγνάδης: «Ο Σάκης είναι διαθέσιμος να τσαλακωθεί και διατεθειμένος να φτάσει στα άκρα»

d-lignadis-o-sakis-einai-diathesimos-na-tsalakothei-kai-diatetheimenos-na-ftasei-sta-akra

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 12 ΙΟΥΛΙΟΥ 2013

Ο Δημήτρης Λιγνάδης επιστρατεύει τον Σάκη Ρουβά, παρουσιάζοντάς μας μια ποπ εκδοχή του Διονύσου, στις «Βάκχες» του Ευριπίδη.

Από τους πιο ταλαντούχους και τολμηρούς σκηνοθέτες της γενιάς του, ο Δημήτρης Λιγνάδης εξηγεί στο click@Life τους κινδύνους και τα οφέλη, της νέας, πολυσυζητημένης επιλογής του…Οι «Βάκχες», αφού πήραν το πρώτο βάπτισμα του πυρός στη Σαλαμίνα (στις 9 Ιουλίου), στην ανοιχτή στο κοινό γενική δοκιμή, θα παρουσιαστούν στην επίσημη πρεμιέρα τους στο αρχαίο Θέατρο Φιλίππων στις 13 και 14 Ιουλίου.

Πώς στηρίζετε την επιλογή σας για τον Σάκη Ρουβά που θα ενσαρκώσει το ρόλο του Διονύσου;

Ειδικά για το ρόλο του Διονύσου, δηλαδή ενός θεού, ο οποίος έρχεται σε μια χώρα που δεν τον δέχονται για να γίνει μετά αποδεκτός, πάντα είχα στο μυαλό μου ότι θα ήθελα να πάρω ένα «αλλόμορφο». Δηλαδή ουσιαστικά το κατ’ αναγωγήν όμοιο ενός θεού, όπως είναι ο Σάκης, ο οποίος έχει πολλούς οπαδούς και εχθρούς. Αυτή λοιπόν τη σχέση που έχει ο Σάκης με τις μάζες ήθελα πάντα να τη μεταφέρω στις Βάκχες του Ευριπίδη. Η ιστορία του Διονύσου, να αποτυπωθεί με έναν που φέρει μια ανάλογη ιστορία στο καλλιτεχνικό γίγνεσθαι.

Επομένως, λοιπόν, σας αρέσει το γεγονός ότι ο Σάκης Ρουβάς έχει και φανατικούς υποστηρικτές αλλά και πολλούς που δεν τον αποδέχονται κι ιδίως σε ένα ρόλο που δεν τον έχουμε συνηθίσει, στο ρόλο του ηθοποιού.

Ναι, φυσικά. Ο Διόνυσος στην παράστασή μου θέλω να είναι ένα λαμπερό άτομο, να κουβαλάει επί σκηνής την προσωπική του μυθιστορία. Ωστόσο να σας υπενθυμίσω ότι στο έργο δεν παίζει μόνο ο Διόνυσος. Το έργο λέγεται «Βάκχες», θεωρώ ότι πρωταγωνιστής στην παράστασή μου είναι ο Χορός και θέλω να πιστεύω ότι ο Χορός θα κερδίσει το μεγάλο στοίχημα. Ο Σάκης είναι ένας εξαιρετικά εργατικός, ευαίσθητος άνθρωπος, ευαίσθητος ηθοποιός, διαθέσιμος να τσαλακωθεί και διατεθειμένος να φτάσει στα άκρα. Κι επίσης σε αυτήν την παράσταση παίζουν κι άλλοι ηθοποιοί, όπως και υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί ρόλοι, όπως είναι ο ρόλος του Πενθέα ή του Τειρεσία που τον παίζει η Ρούλα Πατεράκη-μια γυναίκα παίζει έναν ανδρικό ρόλο.

Σε ένα ρόλο όμως που κινείται ανάμεσα στο ανδρικό και το γυναικείο φύλο, αν αναλογιστούμε το μύθο του Τειρεσία.

Ναι, ακριβώς. Μα κι ο Διόνυσος του έργου κινείται ανάμεσα στο θεό και τον άνθρωπο. Να σας θυμίσω ότι ο Διόνυσος των Βακχών του Ευριπίδη έχει μια δισυπόστατη παρουσία. Εμφανίζεται στην αρχή ως θεός και μετά κατεβαίνει στο λογίο στη σκηνή και παίζει στα δρώμενα. Ειδικά στην παράστασή μου έχω κρατήσει τον Διόνυσο πανταχού παρόντα σαν να «σκηνοθετεί» την πλοκή της παράστασης.

Ποια είναι η ιδιαίτερη πρόκληση που κρύβει ο ρόλος του Τειρεσία που από, ό, τι καταλαβαίνω, τον θεωρείτε ιδιαίτερα σημαντικό;

Είναι ρόλος ιδιαίτερα σημαντικός, όχι μόνο για μένα αλλά και για το ίδιο το έργο. Είναι δύσκολος, όχι μόνο επειδή κάνει τον Τειρεσία- δεν ξέρουμε πώς παιζόταν ο Τειρεσίας κι είχε πολλές εκφάνσεις στα αρχαία δράματα-αλλά επειδή βρίσκεται σε μια σκηνή μαζί με τον Κάδμο αμέσως μετά τον πρόλογο του έργου-σε μια σκηνή που μερικοί υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε και να λείπει. Όμως σε αυτή τη σκηνή δίνουν τον τόνο αλλά και το ύφος της παράστασης. Είναι δηλαδή μια σκηνή όπου κι οι δύο (Τειρεσίας και Κάδμος) είναι μαγεμένοι από το Διόνυσο και δε βγαίνουν απλά μεθυσμένοι ή κωμικοί, βγαίνουν δίνοντάς μας μια πινελιά θεατρικότητας. Η μέθη του Διονύσου στη δική μου παράσταση δεν είναι η μέθη του κρασιού, είναι η μέθη κι η μαγεία του θεάτρου. Είναι μια πολύ δύσκολη σκηνή, γιατί είναι σαν «illusion» στην αρχή του έργου, σαν να έχει πάρει όλο το κοινό βαρβιτουρικά. Βγαίνει ο Κάδμος, τον οποίο παίζει ένας ηθοποιός που προέρχεται από τα σπλάχνα του Θεάτρου Τέχνης-και τον έχω αφήσει να παίζει σύμφωνα με την παράδοση του Θεάτρου Τέχνης- και βγαίνει ο Τειρεσίας, με τη Ρούλα Πατεράκη, απόκοσμος, περίεργος, μετερχόμενος όλα τα θεατρικά μέσα που διαθέτει.

Θεωρείτε ότι για εσάς προσωπικά- και μετά από τη δουλειά που έχετε κάνει μαζί του-ο Σάκης Ρουβάς, έχει κερδίσει πλέον τον τίτλο του ηθοποιού; Γιατί παρότι τον έχουμε δει στο παρελθόν και στον κινηματογράφο, δεν είναι ένας τίτλος που του τον έχουν αποδώσει.

Μόνο ο χρόνος και η διάρκεια μπορούν να αποδώσουν τίτλους-τουλάχιστον εγώ αυτά εμπιστεύομαι. Γιατί έχουμε δει στις μέρες μας πολλοί να βαφτίζονται θεοί για πέντε λεπτά ή τραγωδοί για ένα χρόνο και μετά να τελειώνουν. Η κοινωνία μας έχει ανάγκη να βαφτίζει και να βάζει σε κατηγορίες. Πρέπει να βάλουμε άλλο προϊόν σε όποιο ράφι μένει άδειο. Δεν μπορώ να σας απαντήσω αν ο Σάκης έχει τον τίτλο του ηθοποιού, αυτό θα σας το απαντήσει η Ιστορία. Εδώ δεν ξέρω αν εγώ έχω τον τίτλο του σκηνοθέτη ή του ηθοποιού. Απλώς είμαι ένας ηθοποιός που επί χρόνια παίζει καλά, κακά, περίεργα…Τον τίτλο του ηθοποιού θα μου τον δώσει, όταν πεθάνω πια, η Ιστορία. Ωστόσο, στην περίπτωση του Σάκη τα δύο πρώτα βήματα έχουν γίνει: ο Σάκης Ρουβάς έχει το χάρισμα και διατίθεται να δοκιμάσει πράγματα, έχει δηλαδή τη διάθεση και τη διαθεσιμότητα.

Το γεγονός ότι απορρίφθηκε η συγκεκριμένη παράσταση για να παρουσιαστεί στην Επίδαυρο, πώς σας επηρέασε; Σας προβλημάτισε, λειτούργησε ως μια επιπλέον πρόκληση να αποδείξετε πράγματα;

Όχι, δεν έχω να αποδείξω τίποτα. Η μοναδική πρόκληση- ο μόνος με τον οποίο παλεύω και με προκαλεί -είναι ο Ευριπίδης, κανένας άλλος. Σέβομαι πολύ τις επιλογές του Γιώργου Λούκου, τις στηρίζω και δεν έχω κανένα πρόβλημα. Εγώ είχα να κάνω ή πιο σωστά- να επιχειρήσω να παρουσιάσω τις Βάκχες του Ευριπίδη. Στα μεγάλα έργα βλέπει κανείς πόσα πιάνει και πόσα χάνει. Από εκεί και πέρα λόγο έχω να δώσω στον Ευριπίδη και τη συνείδησή μου. Μακάρι να πηγαίναμε Επίδαυρο. Δεν πήγαμε, ελπίζω να πάμε μια άλλη φορά.

Πιστεύετε ότι στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ταιριάζουν παραστάσεις με ιδιαίτερο ύφος, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι;

Με το Φεστιβάλ υπάρχει πλέον η δυνατότητα να παρουσιάζονται πράγματα και σε άλλα ανοιχτά θέατρα. Επομένως θα προτιμούσα η Επίδαυρος να μην απολέσει το χαρακτήρα ενός εργαστηρίου μελέτης του αρχαίου δράματος. Θα ήθελα η Επίδαυρος να μείνει στοχοθετημένη στο αρχαίο δράμα, μην παραβλέποντας την ερευνητική, την πειραματική αλλά και την τουριστική και λαϊκή της παράμετρο. Πρέπει δηλαδή να αποτελέσει το πηλίκο, τη συνισταμένη όλων αυτών των παραμέτρων. Είναι ένα τεράστιο θέατρο, 10.000 ατόμων και σε αυτό πρέπει να χωρέσουν όλες οι τάξεις, οι φυλές και οι ηλικίες. Και τα θεάματα που παρουσιάζονται εκεί θα πρέπει να απευθύνονται σε όλο αυτό το μαζικό κοινό. Η Επίδαυρος πρέπει να μείνει εμβαπτισμένη στα ύδατα του αρχαίου δράματος.

Γιατί θέλατε να δοκιμαστείτε με τις «Βάκχες» ειδικά, στον χώρο της Επιδαύρου;

Γιατί είναι μια παράσταση αρχαίου δράματος κι η Επίδαυρος αποτελεί -κατ’ αναλογία πάντα, αυτό που ήταν παλιά τα μεγάλα «εν άστει» Διονύσια. Το πιο πολυπληθές θέατρο, τον ομφαλό, ας πούμε, που παίζονταν οι παραστάσεις αρχαίου δράματος. Επίσης μόνο και μόνο η λέξη «Διονύσια» καταλαβαίνεται ότι είναι συνυφασμένη με το Διόνυσο. Εμείς δεν κάναμε παραστάσεις δύο ταχυτήτων, μία για την Επίδαυρο και μία για την περιφέρεια. Εμείς κάναμε τις «Βάκχες» του Ευριπίδη να μπορούν να παιχτούν σε ένα αλώνι, σε ένα χωράφι, στην Επίδαυρο, σε άλλο αρχαίο θέατρο. Είναι μια παράσταση που μπορεί να σταθεί παντού.

Πολλοί συνάδελφοί σας διστάζουν να χρησιμοποιήσουν πρόσωπα που προέρχονται από το χώρο της τηλεόρασης. Εσείς όμως και στο παρελθόν- με την πολύ πετυχημένη παράσταση με το Χριστόφορο Παπακαλιάτη, το «Αμαντέους», αλλά και τώρα με το Σάκη Ρουβά, φαίνεται σαν να φλερτάρετε ανοιχτά με αυτό που θα λέγαμε ελληνική τηλεοπτική λάμψη. Είναι ένας τρόπος να εξασφαλίσει κανείς το κοινό σε δύσκολες εποχές; Η ερώτησή μου είναι προβοκατόρικη κι έχει στόχο να μιλήσετε ανοιχτά και για αυτές τις επιλογές σας.

Θα σας δώσω κι εγώ μια προβοκατόρικη απάντηση: όταν παίρνεις στη διανομή σου μία επωνυμία που δείχνει να προέρχεται από ένα άλλο σύμπαν- έναν κράχτη- όπως το λέμε- δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η λέξη κράχτης έχει μια αμφισημία: δηλαδή μπορεί να σου φέρει κάποιο κόσμο αλλά μπορεί και να σε κράξουν. Δεν έχει μόνο οφέλη το να πάρεις έναν επώνυμο. Άρα λοιπόν όταν σκεφτόμαστε, γιατί το έκανες αυτό Λιγνάδη ή γιατί το έκανε αυτό ο τάδε σκηνοθέτης, πρέπει να ξέρουμε ότι αυτό το πράγμα δεν έχει μόνο οφέλη αλλά και ενδεχόμενες ζημίες. Δεν έχω καμία αντίρρηση- απεναντίας κιόλας- ο κόσμος να έρθει στην παράστασή μου για τον Σάκη Ρουβά. Προσωπικά θα ήθελα να έρθει για τις Βάκχες αλλά ακόμα και να έρθει για το Σάκη Ρουβά, θέλω να φύγει με τον Ευριπίδη. Δε με νοιάζει για ποιον θα έρθει αλλά με ποιον θα φύγει.

Στη σκηνή θα σας δούμε να παίζετε τον Αγγελιοφόρο. Γιατί επιλέξατε το συγκεκριμένο ρόλο, αναλαμβάνοντας παράλληλα κι όλο το υπόλοιπο βάρος αυτής της παράστασης ως σκηνοθέτης;

Ο λόγος που επέλεξα τον ρόλο του Αγγελιοφόρου είναι πρακτικός. Επειδή είναι μια παράσταση με ετερόκλιτα στοιχεία έμψυχου υλικού που θέλει μεγάλη ακρίβεια και προσοχή- και σεβόμενος πάρα πολύ αυτό που ονομάζουμε επαρχία- ήθελα να ακολουθήσω την παράσταση σε όλη την πορεία της στις υπόλοιπες πόλεις. Δεν ήθελα να τη σκηνοθετήσω κι ύστερα να την αφήσω στην τύχη της. Ως εκ τούτου, ήθελα να είμαι κοντά στις «Βάκχες», οπότε είπα, ας παίξω κι εγώ ένα ρόλο. Επέλεξα το ρόλο του Αγγελιαφόρου, ακριβώς γιατί είναι ένας ρόλος, όπως όλοι οι Άγγελοι κατά τη γνώμη μου, που έχει να κάνει με το κείμενο, με το αφήγημα δηλαδή κι όχι με τον αφηγούμενο. Γι’ αυτό λοιπόν κι ο Αγγελιαφόρος μου είναι ένας ήσυχος κι ακίνητος Αγγελιαφόρος που δίνει βάση μόνο στο κείμενο. Επωμίστηκα αυτόν το ρόλο, γιατί έχω αγάπη, και θέλω να πιστεύω και αρκετά καλή σχέση με την έννοια του κειμένου και του λόγου.

Το πολυπολιτισμικό στοιχείο είναι έντονο στην παράσταση. Αποτελεί κατά κάποιο τρόπο μια παρέμβαση , μια απάντηση στα ρατσιστικά κρούσματα και την άνοδο του φασισμού που συναντώνται το τελευταίο διάστημα στην ελληνική δημόσια ζωή;

Η Τέχνη είναι συνυφασμένη με την έννοια της ελευθερίας. Ο καθένας μπορεί να εκφραστεί ελεύθερα και να βάλει το προϊόν της έκφρασής του στο ακροατήριο του κόσμου κι αυτός να αποφασίσει. Γενικά η Τέχνη έχει αχρωματοψία. Αυτό είναι το μότο μου. Το έργο αναφέρει ότι ο Διόνυσος έρχεται, και η έλευση του θεού έρχεται με έναν κόσμο πολυποίκιλο, διαστρωματωμένο από τα βάθη της Ασίας αλλά και από την Ελλάδα.

Ταυτότητα της παράστασης: Μετάφραση: Γιάννης Λιγνάδης. Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης. Σκηνικά - κοστούμια: Εύα Νάθενα. Μουσική: Γιώργος Πούλιος. Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος. Κίνηση Χορού: Δημήτρης Λιγνάδης - Δάφνη Ασημακοπούλου. Βοηθός σκηνοθέτη: Βίκυ Βολιώτη. Κρουστά: Μιχάλης Αφολαγιάν. Παραγωγή: Θέατρο «ΑΡΓΩ» Αιμιλία Υψηλάντη. Δ/νση παραγωγής: Λευτέρης Πλασκοβίτης.

Διανομή: Διόνυσος: Σάκης Ρουβάς. Τειρεσίας: Ρούλα Πατεράκη. Κάδμος: Γιάννης Καρατζογιάννης. Πενθέας: Δημήτρης Πασσάς. Θεράπων: Στέφανος Μουαγκέ. Α' Αγγελιοφόρος: Μιχάλης Αφολαγιάν. Β' Αγγελιοφόρος: Δημήτρης Λιγνάδης. Αγαύη: Μαρία Κίτσου. Χορός: Γιώτα Βέη (κορυφαία), Αντιγόνη Ψυχράμη, Άννα Μενενάκου, Λούσα Μαρσέλλου, Ευαγγελία Συριοπούλου, Ντάνη Γιαννακοπούλου, Δανάη Κατσαμένη, Ζαφειρία Δημητροπούλου - Delangel, Ιωάννα Κουντικέ, Ναταλί Ερνέστα, Γκρέις Νουοκέ. Μουσικοί κρουστών: Μιχάλης Αφολαγιάν, Σαμουήλ Ακίνολα, Στέφανος Μουαγκέ.

Πληροφορίες: Η επίσημη πρεμιέρα θα δοθεί στις 13 και 14 Ιουλίου, στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων (Φεστιβάλ Φιλίππων). Η παράσταση θα περιοδεύσει σε πολλές πόλεις ανά την Ελλάδα και στην Αθήνα θα επιστρέψει στις 29 και 30 Αυγούστου, στο θέατρο Βράχων Μελίνα Μερκούρη. Στις 2 Σεπτεμβρίου στο Θέατρο Πέτρας στην Πετρούπολη, στις 3/9 στο Μαρούσι (Χώρος Πολιτιστικών Εκδηλώσεων Αμαλιείου), 4 και 5/9 στο Κηποθέατρο Παπάγου, 6 και 7/9 στα Βριλήσσια, στο θέατρο Αλίκη Βουγιουκλάκη, στις 9 και 10/9 στην Ηλιούπολη, στο θέατρο Άλσους Δ.Κιντής, 12 /9 στο Γαλάτσι, στο θέατρο άλσους Βεϊκου, στις 13 και 14/9 στον Πειραιά, στο Βεάκειο θέατρο, στις 18 και 19/9 στο Ηρώδειο. Προπώληση εισιτηρίων: www.tickethour.gr , καταστήματα Γερμανός, τράπεζα Πειραιώς.

ΜΑΝΙΑ ΣΤΑΪΚΟΥ