Η ψυχική ασθένεια, η άγνοια και «Ο Γιος» στο Θέατρο του Νέου Κόσμου

o-gios _dm_
ΤΡΙΤΗ, 07 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 2020

Έργο βαρύ, για την ψυχική ασθένεια στην εφηβεία, που ο σκηνοθέτης με τους χειρισμούς του φροντίζει να μην το βαρύνει επιπλέον.

Ονομάζεται Νικολά, είναι έφηβος και παιδί χωρισμένων γονιών, έχει μήνες να πατήσει στο σχολείο, αντί για τα μαθήματά του προτιμάει να περπατάει, είναι πολύ γλυκό παιδί, η μάνα του δεν τον αντέχει άλλο και ο ίδιος «δεν έχει καμία διάθεση ν’αγωνιστεί».  Άλλωστε «η ζωή του έχει γίνει βάρος».   

Αυτόν τον αχαρτογράφητο χαρακτήρα του έργου «Ο Γιος», του Φλοριάν Ζελλέρ, που παρουσιάζει ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, βασανίζει μια ακατανόητη για τους υπόλοιπους ήρωες δυστυχία τόσο απόλυτη και σαρωτική όσο εκκωφαντικά υπόκωφη.  

Ο 17χρονος Νικολά (Δημήτρης Κίτσος) περνάει μια δύσκολη φάση ύστερα από το χωρισμό των γονιών του. Είναι αδιάφορος, έχει παρατήσει το σχολείο, λέει ψέματα. Η μητέρα του, Άννα (Δέσποινα Κούρτη),  έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά, κι ο Νικολά σκέφτεται πως θα ήταν καλύτερα να πάει να μείνει με τον πατέρα του, Πιερ (Λάζαρος Γεωργακόπουλος), που ζει με την καινούρια του σύντροφο, Σοφία (Άννα Καλαϊτζίδου), και το μωράκι που έχουν αποκτήσει πρόσφατα. Όμως, παρ’ όλες τις προσπάθειες του πατέρα, ανάμεικτες με τις ενοχές του, ο οποίος θέλει να βοηθήσει με κάθε τρόπο το γιο του, και παρ’ όλες τις ελπίδες που γεννάει η καινούρια αυτή αρχή, το πείραμα δεν πετυχαίνει. Όπως πέφτει στο κενό και η προοπτική της ψυχιατρικής βοήθειας. 

«Το βασικό στην ψυχική ασθένεια είναι η αποδοχή» μας εξηγεί στο σκηνοθετικό του σημείωμα ο σκηνοθέτης ο οποίος μετά την παράσταση «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» επιλέγει άλλο ένα έργο που στο επίκεντρό της έχει ένα έφηβο που αντιμετωπίζει κάποια ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση. Στο «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» ο Κρίστοφερ βγαίνει νικητής, σε αντίθεση με τον Νικολά που στον «Γιο» νικιέται. Και νικιέται γιατί παρόλο που ο ίδιος ουρλιάζει, οι γονείς του δεν ακούνε τις κραυγές του, ή τις ακούνε αλλά τις μεταφράζουν λάθος. Παράλληλα ο συγγραφέας δίχως επικριτική διάθεση αλλά αμφιβάλλοντας ξεκάθαρα για τη νοοτροπία του «όλα θα πάνε καλά» φτιάχνει ένα θεατρικό μικρόκοσμο με ήρωες πλήρεις και τρομακτικά οικείους μέσα από μια αφήγηση ρεαλιστική που αν καταλήγει κάπου είναι πως ίσως η αγάπη δεν είναι πάντα η απάντηση.  

_dm_

Σκηνοθετικά ο Θεοδωρόπουλος στέκεται κοντά στις οδηγίες και το πνεύμα του συγγραφέα. Με λεπτές σκηνοθετικές επεμβάσεις, τη γνωστή ήσυχη σκηνοθεσία του και τη συνήθη λιτή σκηνική αισθητική του καταφέρνει να αναδείξει ακριβώς αυτό που πρέπει, την ιστορία και την τραγικότητά της μέσα από τα πρόσωπα και τις ερμηνείες. Φροντίζει μάλιστα να παρουσιάσει με κινηματογραφικό τρόπο την ιστορία, πράγμα στο οποίο εξυπηρετεί η διάταξη της σκηνής που χωρίζεται με συρόμενους τοίχους στα δύο σπίτια των χωρισμένων γονιών ή σε διαφορετικά δωμάτια του ίδιου σπιτιού ανάλογα με τις ανάγκες τις κάθε σκηνής. Σκοτεινιάζοντας έτσι το χώρο που παραχωρεί τη δράση, οι τοίχοι μετακινούνται διακριτικά και ανανεώνεται ο σκηνικός χώρος της παράστασης ενδυναμώνοντας την κινηματογραφική αίσθηση που δημιουργείται. Οι τοίχοι αποτελούν και το μόνο στοιχείο που διαταράσσει τη γραμμική εξέλιξη της ιστορίας η οποία παρουσιάζεται απλά, ωμά και ρεαλιστικά. Πρόκειται για «λιτό έργο ποιητικού ρεαλισμού», παρατήρηση του σκηνοθέτη που επιβεβαιώνουν σκηνές όπως εκείνη με τα πεταμένα ρούχα του Νικολά που κανείς δεν τα αντιλαμβάνεται για ώρα μέχρι να τα μαζέψει η νέα σύντροφος του πατέρα του ή η τελευταία σπαρακτική σκηνή με τη φαντασίωση του πατέρα.

Γενικά ο Θεοδωρόπουλος με την κινηματογραφική απόδοση δίνει μια ροή στην παράσταση που δεν τρέχει, μιας και το έργο έχει μεγάλη διάρκεια, αλλά σίγουρα δεν κολλάει ενώ παράλληλα με τη διαδασκαλία των ηθοποιών και την αποφυγή των πολύ δραματικών και υπερβολικών στοιχείων καταφέρνει να τονίσει τα δραματικά στοιχεία που ούτως ή άλλως υπάρχουν στην τραγική αυτή ιστορία χωρίς να την κάνουν ανυπόφορη στα μάτια του θεατή. 

Στην παράσταση «Ο Γιος» το σκηνικό συμβολίζει τους δύο γονείς, τα δύο σπίτια και τις δύο οικογένειες που θέλει να είναι ο Νικολά. Με παρόμοιο τρόπο στην παράσταση «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» η σκηνή γίνεται ένα μοτίβο με δεδομένα που οργανώνουν τη σκέψη και την αφήγηση του συγγραφέα της Κρίστοφερ, γίνεται δηλαδή κατά κάποιο τρόπο πολυμορφικό τοποθετώντας πάνω στη σκηνή λευκούς κύβους οι οποίοι αλλάζουν συνεχώς διάταξη αναπαριστώντας  τη γειτονιά, τα έπιπλα και το εσωτερικό του σπιτιού, το σχολείο ή το τρένο.  

_dm_
Ερμηνευτικά όλοι οι χαρακτήρες αναλαμβάνουν δύσκολους ρόλους, αν και το βάρος  έτσι όπως πάει η ιστορία πέφτει πάνω στον πατέρα και τον γιο. Στον πατέρα γιατί τον περιλούζει μια τραγικότητα καθώς προσυπογράφει, χωρίς να καταλαβαίνει και χωρίς να το επιθυμεί, την επίσπευση του μοιραίου και στο γιο γιατί καλείται να ερμηνεύσει την αβάσταχτη δυστυχία. Έτσι από την ανάλαφρη αισιοδοξία του τσακίζεται στο τελευταίο μέρος ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος ως πατέρας αφού έχει περάσει ολόκληρη την παράσταση να μην μπορεί να καταλάβει το παιδί του. Βλέπουμε ένα πατέρα να αγαπάει τον γιο του αλλά απλά να μην μπορεί να καν να υποψιαστεί τι συμβαίνει στο παιδί του. Ο Γεωργακόπουλος ξεσηκώνει μια ευρεία γκάμα συναισθηματικών καταστάσεων και είναι σε όλες εκπληκτικός. Το σώμα, η φωνή και οι εκφράσεις του τον ακολουθούν πιστά.

Από την άλλη, ο Δημήτρης Κίτσος ως γιος κινείται σε πιο εσωτερικές συμπεριφορές, αποφεύγοντας εντελώς τις υπερβολές που ίσως έφερνε ένας τέτοιος ρόλος. Πότε με τη σιωπή του πότε με τα ξεσπάσματά του φτιάχνει ένα ευάλωτο νέο που συνειδητοποιεί το τραύμα του αλλά δεν βλέπει την πληγή του. Ως μητέρα, η Δέσποινα Κούρτη εμφανίζεται εξαντλημένη από όσα της συμβαίνουν φλερτάροντας συνήθως με μια διάθεση μελαγχολικής ονειροπόλησης- και στο φινάλε με μια αβάσιμη αισιοδοξία. Πιο προσγειωμένη, ίσως λόγω της απόστασης που τηρεί ο χαρακτήρας της, εμφανίζεται η νέα σύντροφος του πατέρα, την οποία υποδύεται η Άννα Καλαϊτζίδου. Φιγούρα επιβλητική, λογική και με αυτοπεποίθηση- το άκρως αντίθετο της μητέρας δηλαδή- η Σοφία της Καλαϊτζίδου υπογραμμίζει τις διαφορές των δύο γυναικών και, κυρίως, είναι η μόνη που ίσως θα μπορούσε να διακρίνει καλύτερα το πρόβλημα. Τέλος, φευγαλέο αλλά πειστικό πέρασμα κάνει ο Γιώργος Μακρής ως ο γιατρός που βλέπει από την επιστημονική του σκοπιά ξεκάθαρα τη λύση αλλά δεν μπορεί να πείσει τους γονείς γιατί πέφτουν από τα σύννεφα όταν ακούνε τον όρο «ψυχιατρική κλινική». Και τελικά η άγνοια είναι που επιφέρει το θανάσιμο χτύπημα στην ιστορία. 

Συντελεστές
Μετάφραση: Κοραλία Σωτηριάδου
Σκηνοθεσία: Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος
Σκηνικό: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Επιμέλεια κίνησης: Σεσίλ Μικρούτσικου 
Σχεδιασμός φωτισμών: Σάκης Μπιρμπίλης
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Γεωργουδάκη
Παίζουν οι ηθοποιοί: Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Δέσποινα Κούρτη, Άννα Καλαϊτζίδου, Δημήτρης Κίτσος, Γιώργος Μακρής 

Info
Έως 12/4
Θέατρο Νέου Κόσμου- Κεντρική Σκηνή
Τετέρτη, Πέμπτη, Σάββατο 21:15
Κυριακή 18:30
2109212900
Προπώληση: viva.gr

ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ ΙΩΑΝΝΑ