«Γάμος»: Έλα τιμή στον τόπο σου
Συνολικά πρόκειται για μια παράσταση τολμηρή στο μάτι, με ζωντανούς χαρακτήρες που σε παρασέρνουν στον απαράδεκτο κόσμο τους δημιουργώντας έντονα συναισθηματα και σίγουρα αρκετές σκέψεις μετά.
«Βιαστής δεν γεννιέσαι, γίνεσαι» λέει η Joanna Bourke. Κόντρα στη ρήση της Bourke και τη λογική, η ιστορία του «Γάμου» βγαλμένη από μια πατριαρχία άλλης εποχής, διαθέτει σκληρό λόγο και μια μόνιμη ειρωνική διάθεση που από τη μία ανατρέπει τον ίδιο το λόγο της ιστορίας-συμφωνώντας τελικά με την Bourke- και από την άλλη αποδεικνύει τον «κλασικό» της χαρακτήρα ξύνοντας παράλληλα τις σωστές πληγές αναφορικά με το θέμα του βιασμού. Γιατί για πληγές μιλάμε όταν περιγράφουμε αυτό που συμβαίνει στη σκηνή του θεάτρου Σταθμός όπου ανεβαίνει το έργο του Μάριου Ποντίκα «Γάμος», σε σκηνοθεσία Κώστα Παπακωνσταντίνου και Αγγελικής Μαρίνου.
Το έργο, γραμμένο το 1985, αφορά την ιστορία της μικρής κόρης μιας φτωχής οικογένειας η οποία το 1979 πέφτει θύμα βιασμού. Η οικογένειά της αντιμετωπίζει την κακοποίηση του παιδιού της ως ένα τρομερό κοινωνικό στιγματισμό που η ίδια αν όχι προκάλεσε, σίγουρα όμως θα μπορούσε να είχε αποφύγει. Και φυσικά οφείλει η ίδια να αποκαταστήσει την τάξη και την τιμή της οικογένειας. Όλα αυτά βέβαια τα ζητούν από μία ανήλικη σε σοκ η οποία δεν μπορεί καν να μιλήσει και την οποία έχουν ξυλοκοπήσει για να τους αποκαλύψει ποιος είναι αυτός που τη «χάλασε». Ούτε όμως όταν πια αργότερα βρεθεί ο ένοχος, το κορίτσι θα βρει τη γαλήνη που της αξίζει. Γιατί η οικογένεια ακόμα νιώθει τη «ντροπή» της πράξης της ωθώντας τη ουσιαστικά στην αυτοπυρπόληση. Καμένη και μπαταρισμένη γεμάτη γάζες, με μόνη ελπίδα το πρόσωπό της να προεξέχει ανέπαφο την αποτελειώνουν με ένα γάμο, το γάμο με το βιαστή της.
Παραμερίζοντας για λίγο τις λεπτομέρειες που κάνουν την ιστορία του Ποντίκα κάπως χθεσινή, όπως για παράδειγμα το θέμα της παρθενιάς (αν και ακόμα όχι τόσο ξεπερασμένο στην επαρχία) ή κάπως υπερβολική, όπως το γεγονός πως η αδερφή ανησυχεί πως δεν θα μπορέσει να παντρευτεί λόγω του στιγματισμού από το βιασμό της αδερφής της, κατανοούμε ότι τελικά τα στοιχεία αυτά αναδεικνύονται σε αρετές της γραφής του Ποντίκα γιατί δημιουργούν τον σκληρό, ωμό, ρεαλιστικό κόσμο του έργου που σπάει μονάχα από την κριτική ματιά του συγγραφέα και τον σουρεαλιστικό κόσμο μέσα στον οποίο αφήνει τους ήρωες να κατρακυλήσουν- και ναι, ο πατέρας νιώθει πως ο βιασμός έχει συμβεί στον ίδιο.
Η εξωφρενικά σουρεαλιστική, υποκριτική και άσπλαχνη αντιμετώπιση της οικογένειας, και κατ’ επέκταση του περίγυρου και της κοινωνίας, με την πλήρη έλλειψη ενσυναίσθησης είναι ο πυρήνας του έργου (αναμενόμενη η αλλαγή στάσης της μάνας, αν και μάταιη, αλλά ίσως πιο σημαντική η άκαμπτη στάση της αδελφής που αναδεικνύει την αδυναμία της κατανόησης από μια άλλη γυναίκα-ε ρε και να μου να μου να στη θέση της εγώ, αναφωνεί συχνά η αδερφή).
«Γάμος» του Μάριου Ποντίκα σαράντα χρόνια μετάΔείτε ακόμα
«Βιαστής δεν γεννιέσαι, γίνεσαι». Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η Joanna Bourke στο βιβλίο της «Rape: A history from 1860 to the present» αφού πρώτα εκθέσει τις ευρέως διαδεδομένες ντετερμινιστικού τύπου βιολογικές προσεγγίσεις (λόγω της επίδρασης των φυλετικών προκαταλήψεων), τις προσεγγίσεις τις εξελικτικής ψυχολογίας (λόγω της λαθεμένης κατά τη συγγραφέα αποδοχής ως μοναδικής ιδιότητας της σεξουαλικής λειτουργίας την αναπαραγωγή) αλλά και τις κοινωνικού τύπου προσεγγίσεις (με τις οποίες συνοψίζει όλες τις προσπάθειες που έγιναν ούτως ώστε να εξηγήσουν με κοινωνούς όρους το γεγονός του βιασμού και οι οποίες εκτέθηκαν από την φεμινιστική θεωρία μιας και ουσιαστικά αφορούσαν μετατόπιση της ευθύνης από το άτομο που κακοποιεί σεξουαλικά σε οποιοδήποτε άλλο παράγοντα, πχ η διαφθορά του χρήματος για τους πλούσιους, η εξαθλίωση για τους φτωχούς, ο ψυχολογικός παράγοντας για τις μονογονεϊκές οικογένειες κοκ).
Μετατόπιση ευθύνης βλέπουμε και στο έργο, καθώς ο δράστης ισχυρίζεται ότι ήταν σεξουαλικά στερημένος.
Παραφράζοντας το «γυναίκα δεν γεννιέσαι, γίνεσαι» της Simone de Beauvoir, η ακαδημαϊκός επιθυμεί να τονίσει ό,τι και η Beauvoir για το φύλο, τη δυνατότητα επιλογής απορρίπτοντας την όποια βιολογική υποταγή. Η Bourke υποστηρίζει πως η ροπή στη σεξουαλική κακοποίηση δεν είναι έμφυτη στον άνθρωπο- άρα ούτε στον άνδρα- και πως οι άνδρες θύτες από τον 20ο αιώνα κι έπειτα ουσιαστικά βιάζουν τη γυναίκα σαν ολόκληρη ομάδα, όλες τις γυναίκες δηλαδή. Σεξουαλικοποιούν στην ουσία την ταυτότητα του ατόμου και τις σχέσεις εξουσίας.
«Η ανακάλυψη πως τα γεννητικά όργανα μπορούν να χρησιμεύσουν ως όπλο για να δημιουργήσουν φόβο πρέπει να καταγραφεί ως μια από τις πιο σπουδαίες ανακαλύψεις της προ-ιστορικής εποχής ανάμεσα σε αυτές για τη χρήση της φωτιάς και την επεξεργασία της πέτρας» λέει χαρακτηριστικά η Bourke.
Η παράσταση
Το γυμνό δεν είναι ένα σπάνιο θέαμα στο θέατρο. Ωστόσο, σπάνια είναι τόσο εύστοχα ενταγμένο και δικαιολογημένο στη λογική, τη σύλληψη και την αισθητική μίας παράστασης. Στο «Γάμο» λοιπόν από τα πρώτα λεπτά της παράστασης η μικρή κόρη αφού κακοποιηθεί από την οικογένειά της τοποθετείται σε μία γυναικολογική καρέκλα ντυμένη με γούνα, ξαπλωμένη, με ανοιχτά τα πόδια και με εκτεθειμένα τα γεννητικά της όργανα στο κοινό, σαν να επρόκειτο να εξεταστεί από το γιατρό- κοινό. Κι έτσι θα μείνει για μεγάλο μέρος της παράστασης σε μια σκηνή που επίσης θα μείνει γυμνή για μεγάλη διάρκεια καθώς το μόνο σκηνικό είναι αυτή η καρέκλα ενώ οτιδήποτε υπάρχει αριστερά και δεξιά της σκηνής- και θα χρησιμοποιηθούν αργότερα- καλύπτεται από διάφανο ύφασμα.
Η επιλογή αυτή του γυμνού αν και κάπως τολμηρή, επίμονη και σοκαριστική, φαίνεται να είναι εύστοχη και συμβατή με το ειρωνικό πνεύμα του Ποντίκα. Εκείνος άφησε τους ήρωες να μιλάνε μόνο για το αιδοίο της μικρής ηρωίδας ενώ οι σκηνοθέτες παρουσίασαν την ηρωίδα ως μόνο αιδοίο.
Κι όσο περνάει η ώρα συνειδητοποιείς κάτι ως θεατής. Ότι το γυμνό μπορείς να το συνηθίσεις. Αυτό που δεν μπορείς να συνηθίσεις με τίποτα είναι ο λόγος των ηρώων, το πόσο αυτοί οι άνθρωποι αδιαφορούν για ένα κορίτσι που έχει βιαστεί. Και αυτοί οι άνθρωποι τυγχάνει να είναι οι δικοί της άνθρωποι.
Κρατώντας το μεγαλύτερο μερίδιο του κυνισμού ο Ελισσαίος Βλάχος θέλει να είναι η κεφαλή του σπιτιού, θέλει να εξουσιάζει, θέλει να ορίζει και να συναλλάζει τη μοίρα της οικογένειάς του. Έξυπνη επιλογή ως προς τη φυσιογνωμία, τρομερά καλός στο ρόλο του άρχοντα του δυσλειτουργικού σπιτιού. Εκεί εξουσιάζει τη γυναίκα του, την οποία υποδύεται η Βάσω Καμαράτου πολύ εκφραστικά και πειστικά. Εκείνη είναι που αλλάζει στάση απέναντι στο κακοποιημένο παιδί της, μαλακώνει, συνειδητοποιεί, μετανιώνει, σωπαίνει. Δεν έχει και τη δύναμη όμως να ανατρέψει την κατάσταση. Εκείνη που φαίνεται να τηρεί μια πιο συνεπή και σκληρή στάση απέναντι στη μικρή που έχει βιαστεί είναι η αδερφή, την οποία υποδύεται η Μυρτώ Πανάγου με πολύ ζωντάνια, αγγίζοντας όμως σε στιγμές την υπερβολή. Μονίμως αυστηρή και επικριτική, ξέρει σίγουρα να επιβιώνει. Σε πολλαπλούς ρόλους βρίσκουμε επίσης τους πολύ καλούς και εύγλωττους Δημήτρη Κουτρουβιδέα και Δημοσθένη Ξυλαρδιστό.
Και τέλος η Αφέντρα, το κορίτσι που πέφτει θύμα βιασμού και την οποία υποδύεται η Μαργαρίτα Τρίκκα σε μία εντελώς σωματική ερμηνεία καθώς σε όλη τη διάρκεια της παράστασης παραμένει σιωπηλή μιλώντας μας μόνο με το σώμα. Χαμένη και στατική στο πρώτο μέρος, έντονη και παθιασμένη στο χορό της αυτοπυρπόλησης, νικημένη και παραδομένη στο φόβο στο τέλος
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Κώστας Παπακωνσταντίνου – Αγγελική Μαρίνου
Σκηνικά- Κοστούμια: Bίκυ Πάντζιου Κίνηση: Κατερίνα Γεβετζή Μουσική: Βασίλης Κουτσιλιέρης Φωτισμοί: Γιώργος Αγιαννίτης Βοηθός σκηνογράφος-ενδυματολόγος: Φιλάνθη Μπουγάτσου Φωτογραφίες: Νίκος Βαρδακαστάνης Γραφιστικός σχεδιασμός: Μάριος Γαμπιεράκης Trailer: Θωμάς Γκίνης Επικοινωνία: Ευαγγελία Σκρομπόλα Παραγωγή: Ξανθίας Α.Μ.Κ.Ε.
Ερμηνεύουν: Ελισσαίος Βλάχος, Βάσω Καμαράτου, Δημήτρης Κουτρουβιδέας, Δημοσθένης Ξυλαρδιστός, Μυρτώ Πανάγου, Μαργαρίτα Τρίκκα
Info
Θέατρο Σταθμός: Βίκτωρος Ουγκώ 55, Αθήνα (Μετρό Μεταξουργείο), 210 52 30 267. Παραστάσεις: έως 31/3. Μέρες & ‘Ωρες Παραστάσεων: κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00. Εισιτήριο: Κανονικό: 14€, Φοιτητικό: 10€, Ανέργων, ΑμεΑ: 5€. Διάρκεια: 85 λεπτά
ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ ΙΩΑΝΝΑ- [email protected]