Όλη η Ελλάδα ένας Πολιτισμός: Τι θα δούμε από το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης
Το πρόγραμμα αναλυτικά.
«Ριχάρδος Β’ - Το Ρέκβιεμ ενός Βασιλιά»
Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Συντελεστές:
Σκηνοθεσία – δραματουργία - σκηνογραφία: Marlene Kaminsky
Μετάφραση : Κ. Καρθαίος
Πρωτότυπη Μουσική : Constantin
Σχεδιασμός φωτισμών : Σεσίλια Τσελεπίδου
Κοστούμια: Μαρία Σιαφάκα
Μάσκα: Wintercroft
Φωτογραφίες : Δημοσθένης Γαλλής
Κατασκευή σκηνικού και σκηνικών αντικειμένων : Ρούλης και Γιώργος Αλαχούζος
Κινηματογράφηση : Γιώργος Γεωργόπουλος
Παίζουν: ο Τάσος Νούσιας στο ρόλο του Ριχάρδου Β’
Ο Αλέξανδρος Φιλιππόπουλος και στη φωνή της βασίλισσας η Μάιρα Μηλολιδάκη
Συνοπτική περιγραφή:
Ο Ριχάρδος Β' υπήρξε ένας από τους πιο αινιγματικούς Άγγλους βασιλιάδες, που μετατράπηκε από τον Σαίξπηρ σε μια συναρπαστική, συγκινητική, μελέτη ενός τραγικού ήρωα και μιας ψυχής ποιητικής. Το έργο «Ριχάρδος Β’-Το Ρέκβιεμ ενός Βασιλιά» αποτελεί μια πιο συμπυκνωμένη εκδοχή του «Ριχάρδου Β’».
Ξεκινά από το τέλος: Ο Ριχάρδος έχει χάσει το θρόνο του από τον αντίπαλό του τον Μπόλιμπροκ. Φυλακισμένος πια, απογυμνωμένος από αξιώματα και προνόμια, βιώνει το σκοτάδι και την απόλυτη μοναξιά. Ώσπου ένας απροσδόκητος επισκέπτης εμφανίζεται στο παράθυρο της φυλακής, βγάζοντάς τον από τον λήθαργο. Ισχυρίζεται πως είναι ο πρώην σταβλίτης του και γίνεται η αφορμή ώστε ο έκπτωτος βασιλιάς να ζήσει ξανά νοερά το ένδοξο παρελθόν του και ν’ αναλογιστεί το ζοφερό παρόν του. Φωνές από το παρελθόν αρχίζουν να ζωντανεύουν στη συνείδησή του. Ψευδαισθήσεις πλημμυρίζουν τον μικρόκοσμο της φυλακής του. Καθώς ο Ριχάρδος αναμετράται με τα αίτια του ξεπεσμού και της καθαίρεσής του, τον βλέπουμε να ταλαντεύεται μεταξύ παραληρήματος και διαύγειας, αμφιβολίας και αλαζονείας, χιούμορ και αυτολύπησης. Ο επισκέπτης, ο οποίος φαίνεται πως έχει μια μυστηριώδη δύναμη, προτρέπει τον Ριχάρδο ν' αντιμετωπίσει κατάματα τη θνητή αλλά και την ηθική του υπόσταση.Πλέον, αναζητά απάντηση σε μια τελευταία -ίσως την πιο καθοριστική- ερώτηση: «Τώρα που τα έχασα όλα, ποιος είμαι;»
Ο Σαίξπηρ έχει καταφέρει, όσο λίγοι συγγραφείς στην παγκόσμια δραματουργία, να περιγράψει μέσω της διήγησης των μύθων του, το εσωτερικό δράμα του ταξιδιού της ψυχής των ηρώων του. Τα έργα του δεν αφορούν μόνο τη λειτουργία της ανθρώπινης υπόστασης, αλλά μπορούν να ερμηνευτούν ως ιερά, ονειροπόλα ακόμα και μυστικιστικά.
Η σκηνοθέτις παρουσιάζει την παράσταση με νέα και πρόσθετα στοιχεία, διαμορφώνοντας την τελική της μορφή.
«Βάκχες» Ευριπίδη
Απόδοση:Ομάδα Χρώμα
Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Χατζής
Κίνηση: Χριστίνα Σουγιουλτζή
Κοστούμια: Μάγδα Λαδά
Δραματουργική επεξεργασία: Μάρθα Κοσκινά
Φιλολογική Επιμέλεια: Βίκυ Χρήστου
*Μουσική Επιμέλεια – Πιάνο: Κωνσταντίνος Χατζής
Βοηθός Σκηνοθέτη: Στέλλα Παπακωνσταντίνου/ Μαίρη Καλδάρα
* Μια σπουδή πάνω στο Requiem του Gyorgi Ligeti. Φωνές και πιάνο ζωντανά επί σκηνής
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά):
Τζίνα Θλιβέρη
Ηλέκτρα Καρτάνου
Νίκος Μάνεσης
Μαριάμ Ρουχάντζε
Κωνσταντίνος Χατζής
Συνοπτική περιγραφή:
Οι Βάκχες είναι η κατεξοχήν τραγωδία για το συλλογικό ασυνείδητο του διονυσιακού κόσμου. Ο Ευριπίδης ενορχηστρώνει αριστοτεχνικά την έλευση ενός νέου Θεού, ο οποίος διεκδικεί την αποδοχή και την λατρεία σε μια προσπάθεια να συμβιβάσει και να εξισορροπήσει την ζωώδη με την έλλογη φύση του ανθρώπου. Ο Θεός Διόνυσος, γιος του Δία και της Σεμέλης, επιστρέφει στην γενέτειρά του, την Θήβα, προκειμένου να διδάξει την ιερή βακχεία στην πόλη του. Βρίσκοντας αντίσταση από την Αρχή της πόλης, τον ξάδελφό του Πενθέα, ξεσηκώνει τις γυναίκες της πόλης σε μια ιερή τρέλα, την Βακχεία, προκειμένου να δείξει την δύναμή του. Ο Πενθέας τον συλλαμβάνει, προσπαθώντας να επιβάλει την δύναμή του και να φυλακίσει έναν θεό. Ο Θεός όμως έχει ήδη παρακινήσει τις Βάκχες του στον Κιθαιρώνα, όπου μέσα στην ιερή φύση, εκείνες κάνουν θαύματα εγκολπώνοντας την διάσταση της φύσης του περιβάλλοντος μέσα στην ανθρώπινη φύση. Η εκδίκηση του Θεού έρχεται σαν τον κεραυνό του Δία που είχε κατακάψει την μητέρα του Σεμέλη: παρασυρμένος από την δίψα του για να μην αποδεχτεί τον θεό, ο Πενθέας μεταμφιεσμένος ανεβαίνει στον Κιθαιρώνα προκειμένου να δει με τα ίδια του τα μάτια το μελωδικό μεθύσι των Βακχών και τα θαύματα που κάνουν. Εκεί, όμως τον κατασπαράσσει ζωντανό η ίδια του η μητέρα, Αγαύη, νομίζοντας ότι είναι νεαρό λιοντάρι. Ο Διόνυσος, θριαμβευτής επιβάλλει την δύναμή του στην Θήβα η οποία τον λατρεύει σαν θεό και θεραπευτή.
Ο αρχαιολογικός χώρος και η παρούσα συνθήκη δίνουν τη δυνατότητα να αναπτυχθεί σε πλήρη έκταση η ουσία των «Βακχών», να εξερευνηθεί η ένταξη στο φυσικό περιβάλλον το οποίο θεωρείται ιερό και ταυτόχρονα να εξεταστούν καινούργιοι και εξίσου καλλιτεχνικοί τρόποι στη δημιουργία της με το φως της ημέρας. Μέσω των Βακχών, ο Ευριπίδης ισορροπεί την δημιουργία και την καταστροφή και η λεπτή αυτή ισορροπία έχει μια σοβαρή επέκταση στο φυσικό περιβάλλον. Ο φυσικός χώρος που κυοφορεί τα εν δυνάμει θαύματα είναι το περιβάλλον όπου θα λάβει χώρα και η παράσταση προκειμένου να αναδείξει τον χώρο σε ένα διαχρονικό περιβάλλον. Το τραγικό στοιχείο ορίζεται μέσω αυτής της σύγκρουσης. Οι πέντε ηθοποιοί που θα εναλλάσσονται στους ρόλους, θα κάνουν ορατή την σύγκρουση μεταξύ του απολλώνιου και του διονυσιακού στοιχείου, την σύγκρουση της λογικής και του ζωώδους ενστίκτου του ανθρώπου.
Η αρμονική ένωση αυτού του δίπολου είναι το θαύμα που γέννησε την ελληνική τραγωδία. Η συνύπαρξη των δύο δημιουργεί τον καμβά πάνω στον οποίο η μουσική θα παίξει σημαντικό ρόλο στην παράσταση και θα αναδείξει το αισθητικό κομμάτι των δύο αυτών κόσμων που τελικά συμφιλιώνονται.
«Μαρμαρωμένες Τρωάδες» Ευριπίδη
Συντελεστές:
Μετάφραση: Μιχάλης Κακογιάννης
Σκηνοθεσία, μουσική, σύνθεση ήχου: Λουΐζα Κωστούλα (Violet Louise)
Ηθοποιοί- Μουσικοί: Αγλαΐα Παπά, Λουΐζα Κωστούλα, Χάρης Χαραλάμπους
Οπτικός/ηχητικός σχεδιασμός : Studio 19
Kοστούμια: Λίλιαν Ξυδιά
Δημιουργική ομάδα στα οπτικά υλικά: Νίκος Λεβαντἠς, Λουΐζα Κωστούλα, Bασίλης Κουντούρης
Βοηθός σκηνοθέτη: Eλίνα Μαντίδη
Ηχογραφήσεις: Λουΐζα Κωστούλα, Studio 19
Συνοπτική περιγραφή:
H παράσταση Μαρμαρωμένες Τρωάδες είναι μία οπτικοακουστική σκηνική αφήγηση, η οποία βασίζεται σε διασκευή των Τρωάδων του Ευριπίδη σε μετάφραση Μιχάλη Κακογιάννη. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά εντός του Μουσείου της Αρχαίας Ολυμπίας, στο πλαίσιο της Αφής της Ολυμπιακής Φλόγας. Την παρἀσταση παρακολούθησαν ειδικά προσκεκλημένοι θεατές εντός του χώρου του Μουσείου.
Η παρουσίαση των Τρωάδων στηρίζεται στη χρήση οπτικών και ηχητικών μέσων καθώς και τρεις ηθοποιούς. Τα οπτικά – ηχητικά και μουσικά υλικά είναι όλα πρωτότυπα, αποτέλεσμα έρευνας της δημιουργικής ομάδας,. Πρόθεση της παράστασης, είναι η διερεύνηση της έννοιας του σύγχρονου ραψωδού,o oποίος έχει ως μέσα του την αφήγηση, τη μουσική, την εικόνα, τον ήχο, ενώ δημιουργεί ένα περιβάλλον βιωματικό για το θεατή, μέσα από τη δημιουργική σύνθεση όλων των παραπάνω στοιχείων.
Ο λόγος στο αρχαίο ελληνικό δράμα είναι ένας τομέας που προσφέρεται για ουσιαστική έρευνα στον τομέα της σύγχρονης αφήγησης. Στόχος της δημιουργικής ομάδας είναι να τονίσει ακόμα περισσότερο το βάθος της δραματουργίας του κειμένου, χρησιμοποιώντας στη σκηνική σύνθεση, ηχοτοπία, εικόνες στατικές ή κινούμενες που φέρουν έντονα το ελληνικό στοιχείο και δημιουργούν την αίσθηση της χαμένης πατρίδας.
Η πολυμεσική αφήγηση, θα μεταφέρει στο σήμερα το συγκλονιστικό έργο του Ευριπίδη, ιδωμένο μέσα από την μοναδική μετάφραση του Μιχάλη Κακογιάννη, προάγοντας το πάντοτε υπαρκτό αίτημα για αλληλεγγύη και ανθρωπισμό.
Βασικός θεματικός άξονας του έργου, είναι η απώλεια και ο αποχαιρετισμός ενός λαού προς την πατρίδα και τους νεκρούς που αφήνει πίσω, με κορυφαία την Εκάβη, τη βασίλισσα της Τροίας που θα ακολουθήσει και αυτή με τη σειρά της τη μοίρα του ξεριζωμού και της σκλαβιάς. Οι Τρωάδες, είναι ένα κείμενο διαχρονικό και τόσο επίκαιρο στις ιστορικές περιόδους που διανύουμε.
Περιγραφή της σκηνικής προσέγγισης & οπτικο-ακουστικού σχεδιασμού
Η σκηνική προσέγγιση της παράστασης, η οποία θα έχει διάρκεια 60 λεπτών, είναι απολύτως λιτή, έχοντας ως αφετηρία τον πλήρη σεβασμό του χώρου στον οποίο διεξάγεται, ενώ ταυτόχρονα αξιοιποεί τον υπάρχοντα χώρο ως μέρος του σκηνικού της παράστασης. Στην πρώτη της σκηνική απόδοση, στο Μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας, οι θέσεις των ηθοποιών απεἰχαν μεταξύ τους τουλάχιστον 3 μέτρα, γεγονός που επιτρέπει την εκ νέου σκηνική της απόδοση της παράστασης χωρίς ιδαίτερες αλλαγές, βάσει των οδηγιών για την πανδημία.
Πρόθεση της ομάδας είναι η δημιουργία μίας ευέλικτης σκηνικής αφήγησης των Τρωάδων, η οποία κάθε φορά θα εναρμονίζεται με το φυσικό χώρο, στον οποίο θα παρουσιάζεται.