Η Μαρία Προϊστάκη είναι η «Φοίβη» και είναι θύμα trafficking
Γνωρίζουμε την ηθοποιό από την παράσταση των C. for Circus, «Καὶ ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον», σε κείμενο και σκηνοθεσία της Βαλέριας Δημητριάδου.
Ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Πού γεννήθηκες; Τι σπουδές έχεις κάνει; Πού ζεις σήμερα;
Γεννήθηκα στην Αθήνα, έζησα για λίγο στα Γιάννενα λόγω μετάθεσης γονιών (ήταν στρατιωτικοί) και μετά πάλι Αθήνα. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου πέρασα και ένα χρόνο στη Φιλανδία. Πριν μπω στο Ωδείο Αθηνών, είχα ήδη τελειώσει τη Νομική σχολή Αθηνών. Πέρασα τις εξετάσεις του δικηγορικού συλλόγου αλλά δεν ασχολήθηκα ούτε μια μέρα με αυτό το αντικείμενο. Σήμερα ζω στο κέντρο της Αθήνας.
Μικρή τι ήθελες να γίνεις;
Πρόσφατα, βρήκα το παιδικό μου ημερολόγιο. Στις 8 Οκτωβρίου 1995 γράφω ότι “θέλω να γίνω ηθοποιός από μικρή” αλλά αυτό ήταν κάτι που κανείς δε γνώριζε. Μεγαλώνοντας φλέρταρα με την πιθανότητα του διπλωματικού σώματος και μιας ζωής αλλάζοντας χώρες ή μιας ζωής στο ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποκαθιστώντας μεγάλες αδικίες κρατών απέναντι σε πολίτες. Μεγαλώνοντας ακόμα πιο πολύ, ήρθα πιο κοντά στη Μαρία του 1995 αγκαλιάζοντας και την ανάγκη μου για ταξίδια (ίσως όχι χωρικά) και για ανθρώπινη προσφορά.
Θυμάσαι τη στιγμή που αποφάσισες ότι θα ασχοληθείς επαγγελματικά με την υποκριτική; Υπήρξε κάποια αφορμή; Κάποια ταινία/παράσταση που είδες; Κάποιο γεγονός;
Ήμουν στη Νομική, στο δεύτερο έτος και περνούσα μια κρίση. Αισθανόμουν ότι δεν μπορούσα να συνδεθώ ούτε με αυτή την επιστήμη που δεν μου φαινόταν εντέλει καθόλου ανθρωπιστική, ούτε με τους συμφοιτητές μου, ούτε με τον τρόπο διδασκαλίας των μαθημάτων. Έπαθα πανικό μην έχοντας απάντηση στην ερώτηση “Και τώρα τί κάνω;”. Προσπάθησα να θυμηθώ τί με έκανε χαρούμενη όταν ήμουν μικρή, πού έβρισκα τον εαυτό μου και θυμήθηκα το θέατρο και το χορό. Άρχισα να κάνω σεμινάρια θεάτρου και χορού λοιπόν, πιο πολύ για να βρω λίγο το κέντρο μου και να ξεπεράσω αυτό το άσχημο συναίσθημα που είχα. Μπαίνοντας σ’ αυτόν τον κόσμο όμως έκανα την – τρομακτική τότε- συνειδητοποίηση ότι εδώ θέλω να μείνω. Έφυγα τότε για ένα χρόνο στη Φιλανδία με στόχο να αποφασίσω μακριά από όλους κι απ’ όλα τί θα κάνω και επέστρεψα δίνοντας εξετάσεις σε δραματικές σχολές.
Ο κινηματογράφος, κυρίως ο σκανδιναβικός, τα ντοκιμαντέρ και οι συνεντεύξεις. Έπειτα τα βιβλία μου. Έχω μια ολόκληρη κατηγορία στη βιβλιοθήκη μου με θεωρητικά βιβλία πάνω στην τέχνη του ηθοποιού, από Στανισλάφσκι, Μάικλ Τσέχωφ, Στέλλα Άντλερ μέχρι Λόρνα Μάρσαλ, Γιόσι ́Οιντα, Πήτερ Μπρούκ. Τα διαβάζω ξανά και ξανά. Ανατρέχω πολλές φορές και σε άλλες τέχνες, στο χορό και τη μουσική πολύ αλλά και στη ζωγραφική. Στο θέατρο έβρισκα πάντα νόημα στο ρεαλισμό αλλά τα τελευταία χρόνια έχω μαγευτεί και από τη δύναμη του αφηγηματικού θεάτρου και από την ένταξη της ποίησης στη θεατρική πράξη.
Μίλησέ μου για την παράσταση στην οποία συμμετέχεις, ποια είναι η ιστορία που παρακολουθούμε;
Συμμετέχω στην παράσταση «Και εφύτευσεν ο Θεός Παράδεισον» της Βαλέριας Δημητριάδου. Είναι μια ιστορία για το trafficking. Η απολύτη βία ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο. Διακινητές, νταβατζήδες και συνεργαζόμενοι αστυνομικοί βγάζουν άπειρα λεφτά από αυτό και οι κοπέλες αργοπεθαίνουν μεταφορικά ή κυριολεκτικά μόνες, χαμένες και αβοήθητες.
Ποιος είναι ο ρόλος σου;
Ο ρόλος μου είναι η Φοίβη. Όταν ξεκινάει το έργο δουλεύει ήδη έξι χρόνια στον οίκο ανοχής «Ο Παράδεισος». Είναι κι αυτή θύμα trafficking και ανήκει σ’ αυτές τις τραγικές περιπτώσεις που ακόμη κι αν της έδιναν την ελευθερίας της, αυτή πιθανότατα δεν θα έφευγε πια. Δεν έχει κανέναν να την περιμένει εκεί έξω και έχει χάσει τον εαυτό της σε σημείο να μην μπορεί να φανταστεί να ζει κάπως αλλιώς κάπου αλλού.
Ποια η ιδιαιτερότητα του έργου;
Θα έλεγα ότι είναι ο συνδυασμός απολύτως ρεαλιστικών σκηνών με αφήγηση από τους χαρακτήρες προς το κοινό κατά τη διάρκεια των σκηνών. Έχω την αίσθηση ότι με αυτό τον τρόπο η παράσταση καταφέρνει να μιλήσει εξίσου στην καρδιά και στο μυαλό των θεατών κάνοντάς τους συμμέτοχους σε ό,τι συμβαίνει.
Η σωματεμπορία για να το πω και με τον ελληνικό όρο έχει το δεύτερο μεγαλύτερο τζίρο παγκοσμίως μετά το εμπόριο όπλων που είναι πρώτο και πριν το εμπόριο ναρκωτικών που έρχεται τρίτο. Είναι το αθέατο έγκλημα όπως το λένε, είναι δίπλα μας και δεν το παίρνουμε χαμπάρι. Η Ελλάδα είναι και χώρα διακίνησης και χώρα προορισμού για τα θύματα αυτή τη στιγμή και παρά το μέγεθος του προβλήματος και την αφάνταστη δυσκολία για την επίλυσή του δεν το ακούμε όσο του αναλογεί.
Τι θέατρο θέλεις να κάνεις;
Θέλω να κάνω θέατρο που έχει κάτι να πει, όπως αυτό που κάνω τώρα. Φέτος είχα την καλύτερη θεατρική μου χρονιά ως τώρα σ’ αυτή τη δουλειά. Ήμουν στον «Συνεργό» του Γιώργου Χριστοδούλου, μια ιστορία βασισμένη σε μια γυναικοκτονία σε μια ελληνική επαρχιακή πόλη και τώρα στο «Και εφύτευσεν ο Θεός Παράδεισον». Με αφορά να λέω ιστορίες που (ίσως )μπορούν να μετακινήσουν κάποιον που θα τις ακούσει, που θα τον κάνουν να σκεφτεί διαφορετικά ή να έχει τα μάτια του ανοιχτά σε κάτι που ίσως δει. Και με ενδιαφέρει να δουλεύω με ανθρώπους που έχουν την ίδια προσέγγιση σ’ αυτή την τέχνη με εμένα. Δεν αντέχω στη φάση που βρίσκομαι ούτε την τοξικότητα, ούτε την έλλειψη σεβασμού, ούτε την κατάχρηση εξουσίας, ούτε τον ατομικισμό, ούτε τους επιφανειακούς τύπους που βρίσκονται στο θέατρο μόνο για να τους θαυμάσουν και να τους χειροκροτήσουν.
Επόμενα σχέδια;
Συνεχίζουμε με το «Και εφύτευσεν ο Θεός Παράδεισον» στο Σύγχρονο θέατρο μέχρι 24 Μαΐου. Μετά ανεβαίνουμε Θεσσαλονίκη με τον «Συνεργό» για τρεις παραστάσεις 26, 27 και 28 Μαΐου στο θέατρο Αυλαία. Το φθινόπωρο θα συνσκηνοθετήσω με το Γιώργο Χροστοδούλου ένα μονόλογο στον οποίο θα παίζει ο ίδιος. Επίσης, μια ιστορία που θέλω πολύ να ειπωθεί και θα ανακοινωθούν λεπτομέρειες το προσεχές διάστημα.
Ποιο είναι το κρυφό σου όνειρο που θα ήθελες να γίνει πραγματικότητα;
Θέλω να μεταναστεύσω στη Σουηδία και να ανοίξω ένα θέατρο εκεί. Να κάνω εργαστήρια ίσως πάνω στο αρχαίο θέατρο και παραστάσεις. Τα παιδιά μου, ο Οδυσσέας που είναι τώρα τεσσάρων και ο Κίμωνας που είναι ενάμιση να πάνε σε ανθρώπινα σχολεία, τα απογεύματα να παίζουν αντί να διαβάζουν και να περνάμε τα καλοκαίρια μας σε ένα ξύλινο σπιτάκι δίπλα σε μια λίμνη μαζεύοντας φράουλες.