Κριτική: Είδαμε το «John» στο Θέατρο Δίπυλον

john
ΤΕΤΑΡΤΗ, 04 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2024

Από την Σμαρώ Κώτσια, Θεατρολόγο - Κριτικό Θεάτρου.

Η Αnnie Baker (1981), Αμερικανίδα θεατρική συγγραφέας, σκηνοθετεί και διδάσκει θεατρική γραφή. Είναι μια καταξιωμένη δημιουργός με πολυάριθμες βραβεύσεις, μεταξύ των οποίων:  βραβείο Θεατρικού συγγραφέα Steinbeg (2013) και  βραβείο Pulitzer για το θεατρικό της έργο The Flick (2014). Μια σύγχρονη θεατρική συγγραφέας με φρέσκια και ιδιόρρυθμη γραφή. Με τόλμη και αφάνταστο ρίσκο ανανεώνει τη θεατρική γραφή με μια λοξή και παράξενη ματιά χρεισιμοποιώντας τα 'θεατρικά εργαλεία' για να εμπλουτίσει το θεατρικό σύμπαν με έναν αντιθεατρικό τρόπο.

Το έργο της John, παρουσιάζεται πρώτη φορά, τον Ιούλιο του 2015 στο Signature Theatre. Σε ένα παράξενο πανδοχείο, στο Gettysburg της Πενσυλβάνια, παραμονές Χριστουγέννων, φθάνει ένα νεαρό ζευγάρι: ο σύζυγος (Ελίας) εβραϊκής καταγωγής, λάτρης της Ιστορίας, με μια passive aggressive συμπεριφορά και η σύζυγος του  (Τζέην) λίγο μεγαλύτερή του, χειριστική, διακατέχεται σπό φοβίες και βρίσκεται σε συνεχή υπερδιέγερση. Οι σχέσεις του ζεύγους είναι κάπως τεταμένες, με  την σκιά ενός 'John' να πλανάται στη ζωή του. Η ιδιοκτήτρια του πανδοχείου (Μέρτις) είναι μια γλυκύτατη ηληκιωμένη και ταυτόχρονα πολύ παράξενη και μυστηριώδης γυναίκα, της οποίας ο άρρωστος σύζυγος ονομάζετσι John και δεν εμφανίζεται ποτέ. Η φίλη της Μέρτις, Ζενεβιέβ, είναι ένα πλάσμα αλλόκοτο, διαταραγμένο ψυχικά --όπως η ίδια ομολογεί- λόγω του πρώην άκρως καταπιεστικού συζύγου της John, ο οποίος συνεχίζει μέχρι και σήμερα να την 'εξουσιάζει' ψυχικά. Η συνάντηση αυτών των τεσσάρων ατόμων  προκαλεί παράλογες και απρόβλεπτες καταστάσεις, χωρίς να δίνεται ποτέ λύση, μέσα σε έναν χώρο που έχει δική του βούληση. Όπως: τα λαμπάκια στο χριστουγεννιάτικο δέντρο αναβοσβήουν μόνα τους, το juke box παίζει από μόνο του ενώ το ρολόι του τοίχου δεν λειτουργεί διαθέτοντας 'χειροκίνητους' δείκτες. Άλλωστε η συχνή αναφορά στο όνομα John καθώς και η φράση "Όλοι γνωρίζουν κάποιον με το όνομα John" εμπνέουν και τον τίτλο του έργου, χωρίς να εμφανίζεται ποτέ ένας κάποιος John.

Η Annie Baker υφαίνει ένα έργο στο οποίο εμπλέκει περίτεχνα το ψυχολογικό δράμα, τη μυστηριακή ατμόσφαιρα, το υπερφυσικό στοιχείο, τα λατινικά ξόρκια, τις ιστορίες του Lovecraft, τη μεταφυσική, το μαύρο χιούμορ, το στοιχείο  του παραλόγου με μια  υφέρπουσα κωμική πινελιά 'διασαλεύοντας' τον παραδοσιακό ρεαλισμό. Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος με τον οποίο πετυχαίνει να βρει τα κατάλληλα 'υλικά' για να δημιουργήσει ατμόσφαιρα μυστηρίου, απομόνωσης, πνευματικότητας, θρίλερ μέσα σε μια συνηθισμένη καθημερινότητα. Μέσα από αυτή την απρόβλεπτη γραφή αναδεικνύει, με έναν ασυνήθιστο τρόπο: την πατριαρχία, τη δεσποτική παρουσία του άνδρα έστω και μετά το τέλος μιας σχέσης, τη μοναξιά, την επιδραστική δύναμη της Ιστορίας μέσα στην καθημερινότητα, ζητήματα ταυτότητας, φοβίες και  εμμονές και όλα αυτά μέσα σε μια αχλή έντονου μυστηρίου και επιτηδευμένης ασάφειας.

Η Baker κτίζει το έργο της προσεκτικά και μεθοδικά. Επιλέγει το πανδοχείο να βρίσκεται στη μικρή κωμόπολη Gettysburg, καθόλου τυχαία. Είναι το μέρος στο οποίο δώθηκε η πιο αιματηρή μάχη του αμερικανικού εμφυλίου πολέμου, το 1863, η οποία  διήρκεσε τρεις μέρες, με τις μεγαλύτερες απώλειες στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου. Το κοιμητήριο των πεσόντων αυτής της ιστορικής μάχης επιθυμεί να επισκεφτεί ο Ελίας. Και όπως τονίζει η Μέρτις, εκείνη την εποχή, το πανδοχείο της υπήρξε νοσοκομείο με τα μέλη των  ακρωτηριασμένων σωμάτων να στοιβάζονται πεταμένα έξω, μέχρι τα παράθυρα του νοσοκομείου. Μια συσσωρευμένη αρνητική ενέργεια. αναδύεται από το παρελθόν που μπορεί να επιδρά στις ανθρώπινες σχέσεις, να ωθεί στην τρέλα και στο κάλεσμα κρυμμένων τεράτων, όπως του Κθούλου, που περιφέρεται στη σκηνή.

Η συγγραφέας δημιουργεί ένα μαγικό παιχνίδι μεταξύ σκηνής και θεατών αφήνοντας εσκεμμένα άλυτα θέματα και προβληματισμούς να αιωρούνται. Με την πρωτότυπη γραφή της παράγει ερεθίσματα ικανά να συνεπάρουν τον θεατή και ταυτόχρονα να τον χαώσουν μέσα σε έναν λαβύρινθο σκέψεων. Ο λόγος της κινητοποιεί  τον θεατή να αναρωτηθεί,  να σκεφτεί, να διαβάσει και να καταλήξει, ελεύθερος, στα δικά του συμπεράσματα.

Ο Μιχάλης Πανάδης συστήνει στο αθηναϊκό κοινό αυτό το τόσο ξεχωριστό έργο της Annie Baker. Η εξαιρετική μετάφραση της Χρύσας Κοτταράκου αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο στη σκηνοθετική προσέγγιση του Πανάδη. Ο σκηνοθέτης χωρίς ιδιαίτερες σκηνοθετικές επιλογές αναδεικνύει το χιούμορ και το περίπλοκο υπόβαθρο του έργου δίχως όμως να εμβαθύνει στη σκοτεινιά που κρύβεται σε κάποιες 'πτυχώσεις' του. Εν τούτοις εμμένοντας  σε κάποιες αμήχανες. υπαινικτικές και επιφανειακά άσκοπες συζητήσεις εντείνει την αγωνία και την  ατμόσφαιρα μυστηρίου. Η μουσική του Βασίλη Μαντζούκη υπογραμμίζει τις καταστάσεις και τη ψυχολογία των ηρώων. Τα κοστούμια της Αλέγια  Παπαγεωργίου απλά, καθημερινά με κάποιες ωστόσο, σημαίνουσες λεπτομέρειες που καθρεφτίζουν την ιδιαιτερότητα του κάθε ρόλου. Εκπληκτικό το διόροφο σκηνικό της Ζωής Μολυβδά Φαμέλη με τά άπειρα μικροαντικείμενα, τα οποία αποπνέουν το γκροτέσκο και το  μυστηριώδες. Επίσης οι πολύ λειτουργικοί φωτισμοί της ίδιας δημιουργούν κατάλληλες ατμόσφαιρες.

Η Κόρα Καρβούνη, μια φιγούρα απόκοσμη και ταυτόχρονα γήινη και μυστηριώδης, αποτυπώνει με υποκριτική μαεστρία τις διαφορετικές και εκρηκτικές συναισθηματικές, ψυχολογικές και πνευματικές μεταπτώσεις της Μέρτις. Συναρπαστική στο ρόλο της Ζενεβιέβ, η Γιούλη Τσαγκαράκη. Ερμηνεύει με μοναδική επιδεξιότητα την τυφλή και ταυτόχρονα υποδύεται ένα πλάσμα με ταραγμένο ψυχικό κόσμο και φορτισμένο με μυστικιστικές αναζητήσεις. Απόλυτα πειστικοί η Καλλιόπη Παναγιωτίδου και ο Χρήστος Κοντογεώργης ως Τζέην και  Ελίας αντίστοιχα.

Δείτε περισσότερα