Κριτική: Είδαμε το Toxicity στο Θέατρο Τεχνοχώρος Φάμπρικα
Από την Σμαρώ Κώτσια, Θεατρολόγο - Κριτικό Θεάτρου.
Ο Γιώργος Νικολόπουλος (1986) γνωρίζει τη μαγεία και τη δύναμη του θεάτρου εντός των τειχών των φυλακών Κορυδαλλού, όπου εξέτιε την ποινή φυλάκισης 20 ετών, ως μέλος της οργάνωσης "Συνομωσία Πυρήνων της Φωτιάς". Εκεί παίρνει μέρος σε δύο θεατρικές παραστάσεις ("Τρικυμία" του Σαίξπηρ και "Θάλαμος αριθμός 6" του Τσέχωφ), τις οποίες σκηνοθετεί ο Στρατής Πανούριος, στο πλαίσιο του προγράμματος "Θεατρικό Εργαστήρι στο Κ.Κ.Κορυσαλλού", σε συνεργασία του ομώνυμου Σωφρονιστικού Καταστήματος με το Εθνικό Θέατρο. Όταν αποφυλακίζεται το 2019, έχοντας εκτίσει το 1/3 της ποινής του, στρέφει το βλέμμα του στο θέατρο αναζητώντας σε αυτό ένα σταθερό έρεισμα ζωής, έναν νέον τρόπο έκφρασης. Με το έργο "Toxìcity" κάνει αισθητή την παρουσία του στο χώρο του θεάτρου ως πρωτοεμφανιζόμενος στον χώρο της συγγραφής και της σκηνοθεσίας. Μαζί με τη Μαρία Δαμασιώτη, ηθοποιό, έχοντας ως πηγή έμπνευσης το θεατρικό έργο του David Mamet, " American Buffalo" (1975), δημιουργούν το δικό τους θεατρικό έργο και αναλαμβάνουν κα τη δραματουργία του. Το έργο ως πρωτόλειο έχει κάποιες αδυναμίες και υπερβολές, ωστόσο παρουσιάζει εξελισσόμενους χαρακτήρες και κρύβει ανατροπές.
Το έργο διαδραματίζεται σε ένα στενό κελί φυλακής, όπου τρεις παραβατικές γυναίκες, κάτω από οριακές καταστάσεις οργανώνουν απόδραση από τη φυλακή αλλά και από τις 'προσωπικές' τους φυλακές. Η πρόχειρη οργάνωση της απόδρασης, το ασφυκτικό περιβάλλον, η καχυποψία, οι έντονες ψυχολογικές διακυμάνσεις, η εσωτερικευμένη ένταση, οι μεταξύ τους συγκρούσεις και εξωγενείς παράγοντες δημιουργούν τοξικότητα στις σχέσεις των τριών γυναικών και οδηγούν στη ματαίωση της απόδρασης.

Ο Γιώργος Νικολόπουλος ακολουθώντας πιστά τη φόρμα του ρεαλισμού, κατορθώνει να δημιουργήσει μια παράσταση με έντονη σωματικμότητα, ωμό, κοφτό, επαναλαμβανόμενο, ατακαριστό λόγο, γεμάτη σφρίγος και σαρωτική ορμή. Καθοδηγεί τις τρεις ηθοποιούς σε ακραίες συγκρουσιακές καταστάσεις που αποτυπώνουν λεκτική, συναισθηματική και σωματική βία. Καταστάσεις που προκαλούν και οξύνουν ο εγκλεισμός, ο φόβος, η ανασφάλεια,` το ψέμα, η πικρή αλήθεια, ο κλονισμός της φιλίας, ο ατομικισμός, το άγριο ένστικτο της επιβίωσης. Το σκηνικό της Σοφίας Παππά είναι μια ρεαλιστική αποτύπωση ενός κελιού φυλακής, οριοθετημένο με λευκή κιμωλία επάνω στο πάτωμα της σκηνής. Το σκηνικό ενσωματώνεται απόλυτα στον χώρο του θεάτρου, που από μόνος του αποτελεί ένα φυσικό σκηνικό φυλακής. Εξαιρετική η επιλογή του θεάτρου "Φάμπρικα", όπου η κάθοδος των θεατών στον υπόγειο χώρο πυροδοτεί την 'κάθοδο' σε έναν αχαρτογράφητο ψυχισμό την θεατών και τους εντάσσει στην ασφυκτική ατμόσφαιρα της φυλακής. Οι επαναλαμβανόμενοι ήχοι από το δυνατό κλείσιμο των πορτών των κελιών επιτείνουν την ατμόσφαιρα εγκλεισμού διαπερνώντας μια μακρά σιωπή, που 'κυοφορεί' απρόβλεπτες εξελίξεις.
Οι τρεις ηθοποιοί υποστηρίζουν τους ρόλους τους με έντονη σωματικμότητα και συνέπεια. Η Ασημίνα Αναστασοπούλου, ως Γιάννα, ιθύνων νους της απόδρασης, έχει υπό την προστασία της την αδύναμη Μαρκέλλα. Με συγκρατημένο και ελεγχόμενο παίξιμο αφήνει να διαφανεί, μέσα από τη σκληρή συμπεριφορά και τον απότομο λόγο, μια γυναίκα ευαίσθητη και ανασφαλής. Η Σταυρία Νικολάου, ως Χρύσα, μια γυναίκα απρόβλεπτη, που εκμεταλλεύεται καταστάσεις και δρα σπασμωδικά, υποστηρίζει τον ρόλο της με υπερβολικά έντανο τρόπο καί ταχυλογία, με αποτέλεσμα να χάνεται μέρος του λόγου. Η Φανή Ξενουδάκη ερμηνεύει την αδύναμη Μαρκέλλα, τη γυναίκα κλειδί στην υπόθεση της απόδρασης. Είναι το πρόσωπο που πυροδοτεί τη δράση του έργου και εκείνο που την ακυρώνει. Ερμηνεύει τον ρόλο της με ευαισθησία, ενσυναίσθηση, εσωτερικότητα, χαμηλούς τόνους, εκφραστικότατο πρόσωπο και βλέμμα γεμάτο θλίψη και μελαγχολία, με ελάχιστο λόγο να 'λέει' τόσα πολλά μέσα σε μια μακρόσυρτη εκκωφαντική σιωπή.






