Κριτική χορού:«Partita 2»

partita2-fotografia
ΔΕΥΤΕΡΑ, 30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2013

Η Ελένη Πετάση γράφει κριτική για την χορευτική περφόρμανς «Partita 2» της Αν Τερέζα ντε Κέερσμακερ που παρουσιάστηκε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.

Όταν δύο σημαντικοί χορογράφοι και χορευτές της σύγχρονης πρωτοποριακής σκηνής ενώνουν τις δυνάμεις τους, οι προσδοκίες είναι μεγάλες. Όμως η διάσημη Φλαμανδή Αν Τερέζα ντε Κέερσμακερ και ο νεότερος Γάλλος ριζοσπαστικός αστέρας Μπορίς Σαρμάτζ, που συναντήθηκαν στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, δεν μας αιφνιδίασαν.

Χορογραφώντας και χορεύοντας την « Partita II» του Μπαχ -εγχείρημα που ανδρώθηκε μέσα από μία τυχαία συνάντηση αυτοσχεδιασμού στην Αβινιόν το 2010- οι δύο διακεκριμένοι καλλιτέχνες δεν κατάφεραν να προχωρήσουν τις αναζητήσεις τους ένα βήμα πιο πέρα.


Αντίθετα, παρέμειναν στα όρια του αυτοσχεδιασμού δημιουργώντας ένα ντουέτο δίχως χημεία. Αν κάποιος ξεχώρισε σε αυτόν το μουσικοχορευτικό διάλογο ήταν η βιολονίστρια Αμαντίν Μπεγιέρ, που ερμήνευσε ζωντανά, με εκπληκτική μαεστρία, τη θαυμάσια Partita II του Μπαχ και μάλιστα -το πρώτο εικοσάλεπτο της παράστασης- σε απόλυτο σκοτάδι.


Θα έλεγα ότι η συγκεκριμένη χορογραφία φέρει πάνω της περισσότερο το ιδιαίτερο ιδίωμα της Κέερσμακερ. Τα τελευταία χρόνια, εξάλλου, την απασχολεί έντονα η σχέση της κίνησης τόσο με την αίσθηση του φωτός όσο και με την παλιά μουσική, από τη μεσαιωνική έως τον Μπαχ.


Στο «Εn Atendant», για παράδειγμα, εγκαταλείποντας το μόνιμο συνεργάτη της Στιβ Ράιχ, επέλεξε τη γαλλο-φλαμανδική μουσική φόρμα του 14ου αιώνα Ars Subtilor, ενώ σχεδίασε την παράστασή της να περνά σταδιακά από το φως στο σκοτάδι. Το αντίθετο συμβαίνει στην «Partita II» που, με κυρίαρχο τον Μπαχ, αποτελείται από τρία μέρη.


Αρχικά, η Αμαντίν Μπεγιέρ παίζει ολομόναχη, αόρατη μέσα σε μια κατασκότεινη σκηνή. Κάποια στιγμή διακόπτει απότομα το κομμάτι και όταν το φως ξεπροβάλλει δειλά -δειλά χάνεται από τα μάτια μας. Στον άδειο χώρο, τώρα, κινούνται σιωπηλά οι δύο χορευτές, σε ένα παιχνίδι σωμάτων και σκιών, μουρμουρίζοντας κάθε τόσο θραυσματικές λέξεις και νότες. Στο τέλος μουσική, βιολονίστρια και ερμηνευτές ενώνονται σε ένα ολοκληρωμένο σύμπαν.


H Κέερσμακερ, λακωνική και αυστηρή όπως την έχουμε συνηθίσει, ακολουθεί «την επαναληπτική, μαθηματική δομή του Μπαχ» εναλλάσσοντας ρυθμικές παύσεις με  παρατεταμένα τρεξίματα και περπατήματα, ανεπιτήδευτες χειρονομίες με επαναλαμβανόμενα μοτίβα. Δίπλα της ο Σαρμάτζ, χαλαρός, άγαρμπος σαν έφηβος με πρόωρη ανάπτυξη, προσπαθεί να την ακολουθήσει.


Μία παράσταση που, παρόλη την ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική της, μπορεί να ιδωθεί μόνο σαν άσκηση που ενδεχομένως θα οδηγήσει σε κάτι πιο ουσιαστικό στο μέλλον.

Ελένη Πετάση - [email protected]