Σοφία Φιλιππίδου: «…τα βαρίδια της παρανοϊκής συμπεριφοράς είναι τόσα πολλά…»
Με τον πιο παράδοξο τρόπο, η ηθοποιός Σοφία Φιλιππίδου βρίσκει τη συνταγή να τρελάνει τους πάντες, μέσα από την ενσάρκωση ενός παράξενου ήρωα, και μας μιλά για την παράσταση «Μπάρτλεμπυ ο γραφιάς».
Κωμική και παράλογη, η αριστουργηματική νουβέλα του Χέρμαν Μέλβιλ παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο Από Μηχανής θέατρο, σε θεατρική διασκευή της Σοφίας Φιλιππίδου, η οποία υπογράφει και τη σκηνοθεσία.
Αναλαμβάνοντας και τον ρόλο του «πελιδνά άμεμπτου, θλιβερά σεβαστού και αθεράπευτα μόνου» Μπάρτλεμπυ, ο οποίος προτιμά «να μην», η Σοφία Φιλιππίδου μιλά για το έργο και για τον υπαρκτό και ανύπαρκτο σουρεαλισμό της πραγματικότητάς μας.
Πώς ανακαλύψατε το έργο;
Τον Χέρμαν Μέλβιλ τον γνώριζα από παιδί και από το κλασικό του αριστούργημα Μόμπυ Ντικ, η φάλαινα. Όμως, πριν τρία χρόνια, διαβάζοντας στην εφημερίδα Ελευθεροτυπία και, μάλιστα, στο ένθετο «Βιβλιοδρόμιο», την παρουσίαση μιας έκδοσης του Καστανιώτη, «Οι τρεις απόκληροι», διαπίστωσα ότι περιλαμβάνει τον «Μπάρτλεμπυ τον γραφιά», η υπόθεση του οποίου με γοήτευσε. Αγόρασα το βιβλίο και, αμέσως, «είδα» την προοπτική της θεατρικοποίησής του. Από εκεί και πέρα, συναντήθηκα με τον κ. Μένη Κουμανταρέα, πήρα την άδειά του, και έκανα τη διασκευή.
Ο Μπάρτλεμπυ είναι μια παράξενη περίπτωση ανθρώπου. Είναι ένας χλωμός, ισχνός υπάλληλος ενός δικηγορικού γραφείου, στη Γουόλ Στριτ του 19ου αιώνα. Είναι πολύ φτωχός, πολύ εργατικός, τίμιος, ήρεμος, καθησυχαστικός. Θα μπορούσε να είναι ο τέλειος υπάλληλος και αντιγραφέας χειρογράφων, αν δεν αποφάσιζε κάποια στιγμή να παραιτηθεί από κάθε είδους εργασία, από όλα τα καθήκοντά του, όμως χωρίς να εγκαταλείπει τον εργασιακό του χώρο.
Με λίγα λόγια, ο Μπάρτλεμπυ προτιμάει «να μην» και, με αυτόν τον λοξό τρόπο, βρίσκει τη φόρμουλα να τρελαίνει τους πάντες! Αυτό ήταν που με γοήτευσε αρχικά και θέλησα να το ερευνήσω περαιτέρω, μέχρι του σημείου να αποφασίσω να ερμηνεύσω εγώ αυτόν τον παράξενο αινιγματικό ήρωα.
Η ματιά μου δεν απομακρύνεται από το έργο και τη μετάφρασή του, γιατί η επιθυμία μου είναι να μη το προδώσω. Εκείνο που προσπάθησα να κάνω, είναι να αναδείξω τους ήρωες και τους χαρακτήρες του: τον αφηγητή δικηγόρο του γραφείου, τους υπαλλήλους του: Τσιμπίδα, Διάνο και Πιπέρη (όπως βλέπετε, έχουμε εδώ ονόματα - παρατσούκλια που, βγαίνουν από τις ιδιοσυγκρασίες των ηρώων) και προσέθεσα έναν ακόμη ήρωα για τις ανάγκες της δραματουργίας: έναν καθαριστή της πολυκατοικίας στη Γουόλ Στριτ, ο οποίος μεταμορφώνεται στον σιτιστή των φυλακών.
Όσο για τη σκηνοθετική μου ματιά, δεν απομακρύνεται από την ατμόσφαιρα μιας βίαιης κωμικότητας, που διακατέχει τη νουβέλα, μιας γλυκιάς ποιητικής μελαγχολίας και ενός ανθρώπινου δράματος. Εδώ, η ησυχία μιας καθημερινής ρουτίνας, με όλες της τις θερμοκρασίες, σπάει και διασκορπίζεται από το αιφνίδιο, παράξενο, αλλόκοτο πράγμα Μπάρτλεμπυ και, για να το αναδείξω, να το ζωντανέψω και να του δώσω πνοή, παίρνω από όλα τα είδη θεάτρου «κομμάτια», φτιάχνοντας με τους συνεργάτες μου ένα καινούργιο πάτσγουορκ.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του Μπάρτλεμπυ;
Όπως προανέφερα, ο Μπάρτλεμπυ, ο φαινομενικά ισχνός, χλωμός, ήσυχος, γραφιάς, είναι μια περσόνα, ένας φορέας μιας λεκτικής φόρμουλας («θα προτιμούσα όχι»), ενός τρόπου συμπεριφοράς, ενός παραλογισμού που «αναποδογυρίζει» τα πράγματα, τα ξεγυμνώνει και τα φανερώνει. Ρίχνει τις μάσκες και σπρώχνει τους άλλους σε ακραίες, ακόμα και επικίνδυνες συμπεριφορές. Φυσικά, αυτό είναι ένα επικίνδυνο παιχνίδι και έχει μοιραία αποτελέσματα...
Τι εκφράζει η παράλογη ιστορία του;
Αυτό είναι ένα μεγάλο και δυσεπίλυτο ζήτημα. Με τον Μπάρτλεμπυ, ασχολήθηκαν πολλοί και με πολλούς τρόπους. Μια άποψη είναι ότι ο Μπάρτλεμπυ εκφράζει την παθητική αντίσταση. Άλλοι λένε ότι μπορεί να εκφράζει τον ίδιο τον συγγραφέα και την επιθυμία του να σταματήσει τη γραφή, με ό,τι συνεπάγεται αυτό (μακριά από την αναγνώριση και τη δημοφιλία).
Εμένα, με ενδιαφέρει πολύ (χωρίς να είμαι απόλυτη) και η άποψη ενός ανθρώπου, που, συνειδητοποιώντας το μάταιο της ανθρώπινης επικοινωνίας, «στήνει» ένα άδολο, παιδικό σχεδόν παιχνίδι, στο οποίο παγιδεύει όλους και το οποίο αποδεικνύεται μοιραίο! Με αυτόν τον τρόπο, ο Μπάρτλεμπυ γίνεται φορέας ενός μηνύματος και, μέσα από την «ανάποδη» στάση του (ακινησία, βουβαμάρα, αδράνεια), αγιοποιείται (ένας παράλογος μικρός Ιησούς).
Την ιδέα να «ενσαρκώσω» εγώ τον Μπάρτλεμπυ μου την έβαλε ο κ. Μένης Κουμανταρέας, ο οποίος βρήκε στο πρόσωπό μου τον ιδανικό ερμηνευτή. Στην αρχή, βρήκα την ιδέα του παράλογη. Όμως, καθώς δούλευα πάνω στη διασκευή για θεατρικό, ανακάλυπτα πόσο δίκιο έχει να επιμένει. Όχι γιατί το έργο δεν ανεβαίνει αλλιώς, αλλά, στην παρούσα φάση μου, είναι ό,τι καλύτερο μπορώ να κάνω για τον εαυτό μου και για τους άλλους.
Στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, τι θεωρείτε πιο σουρεαλιστικό;
Ο σουρεαλισμός είναι ένα κίνημα, που αγαπάει την ελευθερία του ατόμου και το ήθος της ελευθερίας, τη φαντασία και τις κρυμμένες υποσυνείδητες δυνάμεις και ενέργειες, που απογειώνουν τη σκέψη, για να υπερβεί την πραγματικότητα. Στην ελληνική πραγματικότητα αντιθέτως, δεν κατοικεί ο σουρεαλισμός, αλλά μια παθογένεια, μια εμμονή στις παλιές συνήθειες και νοοτροπίες που βολεύουν μερικούς, μια διαστροφική τρέλα καθόλου δημιουργική, που αντιστέκεται στο καινούργιο, στο υγιές, στη φύση την ίδια και στο χάρισμα, όπου αυτό εμφανίζεται.
Εδώ και εκεί, υπάρχουν δυνάμεις, που προσπαθούν να κάνουν κάτι γνήσια σουρεαλιστικό με την κλασική έννοια, όμως τα βαρίδια της παρανοϊκής συμπεριφοράς είναι τόσα πολλά και τόσο βαριά, που δύσκολα μπορείς να πετάξεις, να ερωτευτείς αληθινά, να ζήσεις φυσιολογικά και δημιουργικά σε όλους τους τομείς.
Τι προτιμάτε «να μην», όπως λέει και ο ήρωας του έργου;
Προτιμώ να μη γυρίζω πίσω στη νοσταλγία. Έτσι κι αλλιώς, δεν έχω τίποτα να νοσταλγήσω πέρα από τα παιδικά μου χαρούμενα χρόνια, που, εκ των υστέρων, διαπιστώνω πως ήταν δραματικά, αλλά εγώ, ευτυχώς και λόγω αφέλειας, τα έβλεπα φωτεινά! Όλα τα αλλά ήταν δουλειά σκληρή και επίπονος αγώνας ανεξαρτησίας και επιβίωσης, με πολλές ανταμοιβές βέβαια. Εννοείται θα προτιμούσα να μη μας κοροϊδεύουν αυτοί, που κυρίως ευθύνονται για την φτωχοποίησή μας και να είναι πιο σεμνοί και λιγότερο προκλητικοί στην επίδειξη μαγκιάς και πλούτου.
Ταυτότητα παράστασης: μετάφραση: Μένης Κουμανταρέας, θεατρική διασκευή – σκηνοθεσία: Σοφία Φιλιππίδου, σκηνικά – κοστούμια: Νίκος Αναγνωστόπουλος, φωτισμοί: Eβίνα Βασιλακοπούλου, βοηθός σκηνοθέτη: Μαίρη Φραγκιαδάκη, συμπαραγωγή: Εταιρεία Θεάτρου Συν-Επί (+,Χ) και Λυκόφως. Παίζουν: Αλέξανδρος Ιορδανίδης, Κώστας Καζανάς, Άκης Λυρής, Σήφης Πολυζωίδης, Ορέστης Μαυρόπουλος, Σοφία Φιλιππίδου.
Πληροφορίες: από Μηχανής θέατρο: Ακαδήμου 13, Μεταξουργείο - Αθήνα, τηλέφωνο: 210 5231131. Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα και Τρίτη: 21.30, Τετάρτη: 19.00. Χωρητικότητα σκηνής: 56 άτομα. Τιμές εισιτηρίων: κανονικό: 14 ευρώ, φοιτητικό - ανέργων: 10 ευρώ, κάθε Δευτέρα: γενική είσοδος: 10 ευρώ.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης