Κριτική θεάτρου: «Παραλλαγές θανάτου»
Νίκος Καραθάνος (στο βάθος), Γιάννος Περλέγκας και Μαρία Πρωτόπαππα στις «Παραλλαγές θανάτου».
Η Ιωάννα Κλεφτόγιαννη γράφει κριτική για το έργο του Γιον Φόσε «Παραλλαγές θανάτου» που παρουσιάζεται, σε σκηνοθεσία του Γιάννη Χουβαρδά, στο θέατρο Πορεία.
Παγωμένη ατμόσφαιρα, ψυχρές ανθρώπινες ψυχές. Απέραντη μοναξιά. Θλίψη. Κι ένα αμφίθυμο, βασανιστικό φλερτ με τον θάνατο, που ενσαρκώνεται από ένα γοητευτικό νέο άνδρα (Χρήστος Λούλης).
Ένα «δυσάρεστο» θεματικά, βαθιά υπαρξιακό έργο του Γιον Φόσε, ένα σχεδόν αμήχανο, αν και άρτιο κείμενο - διαχειρίζεται ένα θέμα με το οποίο συνδεόμαστε όλοι με αμηχανία, το θάνατο, και δη την αυτοκτονία μαζί με την απώλεια-, τις «Παραλλαγές Θανάτου» μεταφέρει στη σκηνή του θεάτρου Πορεία ο Γιάννης Χουβαρδάς, στην πρώτη, μετά την έξοδό του από το Εθνικό Θέατρο (διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του μια εξαετία), σκηνοθεσία.
Το έργο, άπαιχτο στην Ελλάδα, έχει «αναστηθεί» κυριολεκτικά μέσα σε ένα λευκό σύμπαν παγωνιάς και θανάτου με λευκοντυμένους ηθοποιούς. Η ατμόσφαιρα, χωρίς να είναι, την αισθάνεσαι σαν μια «κατάψυξη».
Ένα μικρό παγοδρόμιο έχει άλλωστε στηθεί στη σκηνή και οι ηθοποιοί γύρω από αυτό ή μέσα σε αυτό αναρωτιούνται , πενθούν, ελπίζουν ή μετανιώνουν.
Ο Φόσε δεν φέρνει μόνο το θάνατο, σε αυτή τη μη ρεαλιστική προσέγγιση της ζωής, επί σκηνής αλλά και το ίδιο ζευγάρι, σε δυο φάσεις της ζωής του.
Αρχίζει με την τραγική ώρα που η κόρη τους έχει αυτοκτονήσει και δεν αντέχει πια ο ένας την παρουσία του άλλου.
Ενώ μέσα από φλας μπακ εμφανίζονται κι όταν ξεκινά η ζωή τους με ελπίδες και την εγκυμοσύνη που θα έχει τραγικό τέλος.
Η κεντρική στιχομυθία του ανασφαλούς οικονομικά ζευγαριού «όλα είναι τόσο αβέβαια», «Έτσι είναι η ζωή. Μην φοβάσαι, θα σε προσέχω εγώ για πάντα», διαψεύδεται σύντομα, καταλήγοντας να μην μπορεί να βλέπει το πρόσωπο ο ένας του άλλου που του υποσχόταν τα πάντα και για πάντα.
Η ελλειπτική πρόζα- ποίηση του Φόσε αποδίδεται σωστά από τα δυο ζευγάρια καλών ηθοποιών, του Νίκο Καραθάνο και Λυδία Φωτοπούλου (οι μεσήλικες λιγότερο «τονισμένοι», πιο αποστασιοποιημένοι) και Μαρία Πρωτόπαππα και Γιάννος Περλέγκας (οι νεανικές αντανακλάσεις).
Όμως, επισκιάζονται από την κόρη. Το έργο και η παράσταση εστιάζουν στην αυτόχειρα που ο Χουβαρδάς εμφανίζει σε μια σταδιακή μεταμόρφωσή της σε απαστράπτοντα κύκνο.
Πετώντας γυαλιά και περούκα η Άλκηστις Πουλοπούλου αποδεικνύεται η ιδανική επιλογή για τον ρόλο, μια εύθραυστη, εκμαυλιστικά γοητευτική τραγική ηρωίδα, ένα κορίτσι χωρίς ηλικία που επιζητά ασυνείδητα το θάνατο.
Η ματιά του θεατή, ενώ η ηθοποιός δονείται εσωτερικά και σωματικά επιδίδεται σε φιγούρες καλλιτεχνικού πατινάζ με τον θάνατο- Χρ.Λούλη, μαγνητίζεται πάνω της.
Το έργο, μια δεξιοτεχνική μινιμαλιστική σύνθεση για τα αδιέξοδα του γάμου που τελικά προσβάλουν σαν ιός χωρίς θεραπεία το παιδί και κατά την ενηλικίωση και στην ενηλικίωσή του, αν και στατικό σαν ένας τεράστιος εσωτερικός μονόλογος πολλών υποκειμένων έχει μετατραπεί σε μια ενδιαφέρουσα, γεμάτη ψίθυρους σαν χάδια, σκηνική πράξη που μεταγγίζει μεταφυσικούς αποήχους.
Ιωάννα Κλεφτόγιαννη