Πήγαμε και είδαμε: το μιούζικαλ «Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο»

marinella-bempo-foto
ΤΕΤΑΡΤΗ, 19 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014

Ο Πέτρος Ζούλιας, μετά το εκπληκτικό μινιμαλιστικό μονόλογο-πορτρέτο της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, δεν άντεξε στον πειρασμό και δέχτηκε να επαναλάβει μια βιογραφία επί σκηνής, εγκιβωτίζοντας σε ένα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή το μύθο της Βέμπο αλλά και την πληθωρική παρουσία της Μαρινέλλας.

Πώς να αποσείσει κανείς τη στερεότυπη εικόνα της «Τραγουδίστριας της Νίκης», για να της εμφυσήσει θεατρική ζωή; Και πώς να ενταχθεί αρμονικά στο σύνολο χωρίς «θεατρικές» παραφωνίες, μια τραγουδίστρια με σκηνικό εκτόπισμα, όπως η Μαρινέλλα;

Η λύση που προέκρινε ο Πέτρος Ζούλιας, ήταν το χιούμορ. Οι αυτοσαρκαστικές ατάκες της Μαρινέλλας, η σουρεαλιστική θέση της ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, το χθες και το σήμερα: ο Μίμης Τραϊφόρος, ο μεγάλος έρωτας της Σοφίας Βέμπο (ο Χρήστος Στέργιογλου) απευθύνεται στη Μαρινέλλα σαν να ήταν η πραγματική Βέμπο, αιφνιδιάζοντάς την.

Η Βέμπο αποκτά λοιπόν δύο πρόσωπα: εκείνο της Μαρινέλλας, αλλά και της Αγορίτσας Οικονόμου, η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της παράστασης είναι περιορισμένη σε μια βωβή ερμηνεία. Το νεανικό πρόσωπο της Βέμπο και η ωριμότητά της, η φωνή και το σώμα της μένουν διχασμένα, με αυτή την τολμηρή επιλογή.

Ωστόσο η Οικονόμου φαντάζει περισσότερο εύθραυστη, ακόμα και στις πιο εκρηκτικές στιγμές της Βέμπο.

Η Ιστορία παραμένει σχηματικά στο φόντο, χωρίς εμβάθυνση. Διαθλάται από την πλούσια μουσική τοιχογραφία που μεταφέρει  την ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής ή μέσα από τα παρασκήνια του θεάτρου στα οποία «ανέπνεε» η Βέμπο.

Ο Πέτρος Ζούλιας μπόλιασε με επιθεωρησιακό τόνο τα εμβόλιμα σκετσάκια της πρόζας-με πιο καλογραμμένους τους μονολόγους του Μίμη Τραϊφόρου. Άλλωστε η Επιθεώρηση αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο στην καριέρα της Βέμπο.

Ο σκηνοθέτης επέλεξε όμως-μάλλον συνειδητά-να διατηρήσει το ανάλαφρο ύφος της παράστασης-ακόμη και στις πιο σκοτεινές σελίδες της προσωπικής ζωής της Βέμπο: έτσι, για παράδειγμα οι περιβόητες απιστίες του Μίμη Τραϊφόρου στα παρασκήνια των θεάτρων-πηγή επώδυνων νευρικών κλονισμών για τη μεγάλη ντίβα, αποδόθηκαν με κωμικές νότες.

Έμφαση δόθηκε και στην επιρροή που δεχόταν η Βέμπο από το στενό οικογενειακό της περιβάλλον, δηλαδή τη μητέρα (εκφραστικότατη η Στέλλα Γκίκα, ιδιαίτερα όταν ζητά από την «κόρη»  να παντρευτεί επιτέλους τον Τραϊφόρο), τον αδελφό της Τζώρτζη (Μιχάλης Μαρίνος) και την αδελφή της Αλίκη (Τζένη Μπότση).

Το μουσικό κομμάτι της παράστασης ήταν πολύ πιο ενισχυμένο. Η Μαρινέλλα δεν μπήκε στον πειρασμό να «μιμηθεί» τραγουδιστικά το ίνδαλμά της, τη Βέμπο, ωστόσο τα κομμάτια  στο δεύτερο μέρος της παράστασης  ταίριαζαν περισσότερο στη φωνή της.

Η Μαρινέλλα με το είδωλό της, τη Σοφία Βέμπο

Από άποψη υποκριτικής, κινήθηκε ικανοποιητικά στον ασφαλή δρόμο που της άνοιξε ο Πέτρος Ζούλιας, με αξιοσημείωτη κορύφωση τις τελευταίες σκηνές, όταν η Βέμπο βρίσκεται στη δύση του βίου της.

Ο Χρήστος Στέργιογλου ως Μίμης Τραϊφόρος,  μπορεί να μην είχε ακριβώς τη στόφα ενός Δον Ζουάν, όμως κατόρθωσε να μας δώσει μια σημαντική ερμηνεία, εστιάζοντας στο ανήσυχο πνεύμα του χαρακτήρα, τονίζοντας σοφά τις κωμικές του πλευρές.

Ο Αντώνης Λουδάρος ενσάρκωσε τον επιθεωρησιακό θεατρίνο Παυλάρα, τον υπομονετικό και πιστό ακόλουθο της Βέμπο, με απολαυστικό τρόπο, κατορθώνοντας να δημιουργήσει  μια στέρεη επικοινωνία ανάμεσα στη σκηνή και τους θεατές.

Εκθαμβωτικά τα σκηνικά του Γιώργου Γαβαλά και του Γιάννη Μουρίκη, εναλλάσσονταν συχνά κρύβοντας διαφορετικές εκπλήξεις. Εξίσου λαμπερά τα κοστούμια της Εύας Νάθενα, συνεπείς αλλά χωρίς ιδιαίτερη πρωτοτυπία οι χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού.

Το μιούζικαλ «Η Μαρινέλλα συναντά τη Βέμπο» είναι ανάλαφρο, νοσταλγικό, πληθωρικό, με επιθεωρησιακές νότες. Αυτά ακριβώς τα χαρακτηριστικά του αποτελούν τα πιο ισχυρά και ταυτόχρονα αδύναμα σημεία του-όσο κι αν αυτό ακούγεται οξύμωρο. Πάντως το στοίχημα της μεγάλης διάρκειας της παράστασης-παρότι θα μπορούσε να συμπυκνωθεί-κερδήθηκε.

Μάνια Στάικου