Δέσποινα Κούρτη: «Πρέπει να μάθουμε να είμαστε ενεργοί πολίτες»
Η Δέσποινα Κούρτη μεταμορφώνεται στον απόλυτο έρωτα ενός εξεγερμένου ρομαντικού, του Χανς Σνηρ.
Η ηθοποιός μιλάει για την θεατρική μεταφορά του εμβληματικού μυθιστορήματος του Χάινριχ Μπελ «Οι απόψεις ενός κλόουν», από τον Αργύρη Ξάφη που παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο.
Πώς ο απόηχος της φρίκης του Β παγκοσμίου πολέμου στοιχειώνει τον Χανς Σνηρ;
Ο Χανς ήταν παιδί κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου πολέμου. Η πάμπλουτη οικογένειά του ήταν μπλεγμένη με το ναζισμό με εντυπωσιακό τρόπο. Ο πατέρας του Χανς, δεν μπόρεσε ποτέ να επιβληθεί στη γυναίκα του-κι αυτή από ανοησία ήταν μέσα σε όλα-με κατάληξη να στείλουν την αδελφή του Χανς, την Ενριέτα, σε ηλικία 16 ετών ως εθελόντρια στην αεράμυνα. Ήταν ουσιαστικά μια αποστολή αυτοκτονίας, αφού οι σύμμαχοι είχαν ήδη μπει στη Γερμανία.
Συγχρόνως οι Σνηρ είχαν παραχωρήσει ένα από τα κτήματά τους για να εξασκούνται τα παιδιά της ναζιστικής νεολαίας στα μπαζούκας – και μάλιστα ένα παιδί ανατινάχτηκε σε μια από αυτές τις προσπάθειες.
Ο Χανς Σνηρ έζησε τη φρίκη και ήταν πολύ αντίθετος με όλα αυτά- όπως και ο ίδιος ο συγγραφέας του έργου, ο Χάινριχ Μπελ, ο οποίος είχε πολεμήσει στον Β Παγκόσμιο πόλεμο και είχε αρνηθεί να συμμετέχει στη ναζιστική νεολαία- μια πολύ σημαντική απόφαση για εκείνη την εποχή.
Στο έργο όλοι προτρέπουν τον Χανς Σνηρ «να αποδεχτεί την πραγματικότητα». Ποια πραγματικότητα λοιπόν δεν αποδέχεται ο Χανς Σνηρ;
Νομίζω ότι όλο το πνεύμα του Χάινριχ Μπελ βρίσκεται στην αντίσταση του ήρωά του, του Χανς Σνηρ. Δεν μπορεί να δεχτεί- και συμφωνώ μαζί του- την απώλεια μνήμης ενός ολόκληρου λαού. Δεν μπορεί να δεχτεί ότι-επειδή τη δεκαετία του 60 αρχίζει να συντελείται το οικονομικό θαύμα στη Γερμανία, ο λαός θα αρνηθεί να αισθανθεί την ελάχιστη θλίψη για όσα έχουν συμβεί στο παρελθόν ή θα αρνηθεί τη μνήμη.
Η Ενριέτα, η αδελφή του Χανς Σνηρ αναφέρει ξεκάθαρα στο μονόλογό της: υπήρχαν ναζιστές οι οποίοι μέσα σε λίγους μήνες πέρασαν στο δημοκρατικό στρατόπεδο, έγιναν πρόεδροι επιτροπών συμφιλίωσης ή αντίστασης προς τις φυλετικές διακρίσεις, πήραν αξιώματα και θέσεις.
Ο Χάινριχ Μπελ καταλαβαίνει πολύ καλά ότι ο Χίτλερ δεν θα ήταν τίποτα αν δεν ήταν έτοιμη μια ολόκληρη χώρα να την πατήσει με αυτό τον τρόπο. Η μνήμη είναι πολύ σημαντική, το έχουν πει, οι αρχαίοι τραγικοί, ο Σαίξπηρ…
Η Μαρί είναι η αιώνια αγαπημένη του, ο έρωτας που ο Χανς Σνηρ δεν θα προδώσει και δεν θα ξεπεράσει ποτέ. Τον πατέρα της Μαρί δεν μπορεί κανείς να τον κατατάξει πολιτικά είναι αριστερός αλλά έχει τσακωθεί και με την Αριστερά. Η Μαρί είναι η κόρη του πατέρα της και συγχρόνως όμως είναι καθολική- μια φοβερή αντίφαση για το τι σήμαινε για την εποχή εκείνη ο καθολικισμός στη Γερμανία.
Η ηρωίδα φεύγει με τον Χανς και για πέντε χρόνια περιοδεύουν από πόλη σε πόλη. Βρίσκονται μέσα στην τέχνη, δοκιμάζουν στερήσεις αλλά ταυτόχρονα είναι πολύ ερωτευμένοι. Όμως η σχέση τους δεν αντέχει.
Ο συγγραφέας δεν μας λέει ποτέ το γιατί –και το θεωρώ σοφό. Η εγκατάλειψη της Μαρί σηματοδοτεί την αρχή της διάλυσης και της κατάρρευσης του ήρωα. Η Μαρί, έτσι όπως παρουσιάζεται στο βιβλίο του Μπελ αλλά και στην παράστασή μας, αντιπροσωπεύει για τον ήρωα ό,τι πιο αγνό, όμορφο, κοντά στη φύση και στην αληθινή πίστη έχει γνωρίσει. Συγχρόνως όμως υπάρχει αυτή η σχέση της με το θεό. Η Μαρί φεύγει από τη ζωή του παντρεύεται έναν μεγάλο παράγοντα του καθολικισμού.
Η Ενριέττα, η αδελφή του Σνηρ είναι το πιο χειροπιαστό θύμα αυτής της ιστορίας. Ο Χανς την έχασε όταν εκείνος ήταν δέκα ετών. Το φαντασμά της στοιχειώνει τον πατέρα του Χανς αλλά και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας Σνηρ.
Η Μόνικα είναι μια κοπέλα την οποία είχε επίσης γνωρίσει στον κύκλο των καθολικών, όπου σύχναζε υποχρεωτικά και ο ίδιος εξαιτίας της αγαπημένης του, της Μαρί. Η Μόνικα φρόντιζε το σπίτι του όταν αυτός έφευγε για περιοδεία και κατά βάθος ήταν ερωτευμένη μαζί του.
Όταν ο Χανς χάνει την αγαπημένη του σε μια στιγμή απελπισίας αποφασίζει να στραφεί στη Μόνικα. Δεν καταφέρνει να κάνει τίποτα γιατί βλέπει συνέχεια μπροστά του την εικόνα της Μαρί. Ζητά από τη Μόνικα να του παίξει μια μαζούρκα του Σοπέν, ένα κομμάτι συνδυασμένο με την πρώτη νύχτα που είχε περάσει με τη Μαρί, το οποίο είχε παίξει κάποτε ο αδελφός του. Όμως ο Χανς αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να ξαναζήσει αυτές τις στιγμές, όλο αυτό είναι ένα ψέμα, μια αυταπάτη.
Στην παράσταση, ο σκηνοθέτης Αργύρης Ξάφης έχει επιλέξει να μας παρουσιάσει όλα τα πρόσωπα του έργου με τη μορφή και τη κινησιολογία ενός κλόουν. Τι εξυπηρετεί αυτή η καλλιτεχνική φόρμα;
Η παράσταση ουσιαστικά χωρίζεται σε δύο μέρη: στο πρώτο παρακολουθούμε όλες τις αναμνήσεις τους σε σχέση με τα σημαντικά πρόσωπα της ζωής του. Το δεύτερο μέρος ξεκινάει με το παρόν, όταν ο Χανς βρίσκεται στο μαύρο του το χάλι και αναζητεί απεγνωσμένα την αγαπημένη του. Το ίδιο ισχύει και στο μυθιστόρημα.
Το βιβλίο θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μια ιστορία 2-3 ωρών από τη στιγμή που ο Χανς επιστρέφει απελπισμένος στη Βόννη προσπαθώντας να βρει τη Μαρί, κάποια χρήματα κι έναν τρόπο να συνεχίσει τη ζωή του. Επομένως όλο το κομμάτι του παρελθόντος είναι έναν κόσμος αναμνήσεων.
Οι αναμνήσεις είναι όμως κυρίως συναισθηματικές, οπότε αυτό οδήγησε, κυρίως τον Αργύρη Ξάφη και στη συνέχεια και εμάς στο να αντιληφθούμε ότι αυτό είναι το σύμπαν του Χανς, επομένως θα μπορούσε να βγει από τις παραστάσεις του. Όλοι είναι κλόουν στις αναμνήσεις του, γιατί βρισκόμαστε στο μυαλό και την καρδιά του. Οπότε η υποκριτική αλλά και η κινησιολογία πατάει στον κώδικα έκφρασης των κλόουν.
Τι θα θέλατε να πάρει μαζί του ο θεατής από την παράσταση;
Είναι νομίζω μια καθαρά προσωπική υπόθεση του κάθε θεατή. Θα έλεγα όμως ότι είναι σημαντικό που ο θεατής θα ακούσει στη σκηνή του θεάτρου μια γερμανική φωνή να κραυγάζει για τρυφερότητα, ανθρωπιά, ειλικρίνεια και αλληλεγγύη. Ας θυμηθούμε περισσότερο τη φύση, ας σταματήσουμε την εκμετάλλευση και την υποκρισία, ας επιστρέψουμε σε αξίες που έχουν εξαφανιστεί μπροστά στην μονοκρατορία του χρήματος.
Ποια πράγματα δεν αποδέχεστε εσείς στην ελληνική κοινωνία;
Αγαπώ βαθιά τη χώρα μου και το λαό της-έχουμε υπάρξει ηρωικοί- ακόμα και τώρα . Πρέπει όμως να μάθουμε να είμαστε ενεργοί πολίτες και να προσφέρουμε στο σύνολο. Σε όλη την κουβέντα περί ευθυνών- και πράγματι δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών- δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μας κακόμαθαν.
Περάσαμε μια περίοδο στην οποία πραγματικά υπήρχε χρήμα και έπρεπε να σκεφτούμε τι να κάνουμε για τη χώρα μας, να είμαστε έντιμοι, να μην παραμελούμε την παιδεία και τον πολιτισμό. Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, τότε ο κόσμος άρχισε να λέει πως η κρίση είναι πολιτική και πολιτιστική. Αναρωτιέμαι, εδώ και τόσα χρόνια ποιος ενδιαφερόταν για τα σχολεία και τον πολιτισμό;
Ταυτότητα παράστασης: σκηνοθεσία- θεατρική διασκευή: Αργύρης Ξάφης. Σκηνικά-Κοστούμια: Έλλη Παπαγεωργακοπούλου. Μουσική: Κορνήλιος Σελαμσής. Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος. Κίνηση: Αμάλια Μπένετ. Σχεδιασμός μακιγιάζ: Εύη Ζαφειροπούλου. Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Γιαννοπούλου. Βοηθός σκηνογράφου: Μαργαρίτα Χατζηιωάννου.
Διανομή (αλφαβητικά): Γιώργος Γάλλος: Αλφόνσο Σνηρ (πατέρας του Χανς), Μάρτιν Ντέρκουμ (πατέρας της Μαρί), Ελεγκτής, Αστυνόμος Άλφα, Στρύντερ, Οντίλο Κίνκελ, Πάτερ Ζόμερβιλντ, Γερμανός. Δέσποινα Κούρτη: Μαρί Ντέρκουμ, Ενριέτ Σνηρ, Κα Φρεντεμπόυλ, Μόνικα Σιλφς. Θανάσης Λέκκας: Χέρμπερτ Τσύπφνερ, Κόστερτ, Φαρμακοποιός, Σερβιτόρος, Αστυνόμος Βήτα, Φοιτητής Θεολογίας, Άλφρεντ Κίνκελ, Νεαρός Ρεπόρτερ. Δημήτρης Παπανικολάου: Χανς Σνηρ. Κορνήλιος Σελαμσής: Λέο Σνηρ, Ηλεκτρικό πιάνο Fender Rhodes, Πιάνο, Κονσερτίνα .
Πληροφορίες: «Οι απόψεις ενός κλόουν» στο Εθνικό Θέατρο, σκηνή «Νίκος Κούρκουλος». Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη και Σάββατο στις 18:00 και 21:00. Πέμπτη και Παρασκευή στις 21:00. Κυριακή: 19:30. Τιμές εισιτηρίων 15 ευρώ, 10 ευρώ (φοιτητικό). Κάθε Τετάρτη (απογευματινή) και Πέμπτη: 13 ευρώ.
Μάνια Στάικου