Κριτική θεάτρου: «Το φιλί της γυναίκας αράχνης»
Ο Αποστόλης Τότσικας και ο Μιλτιάδης Φιορέντζης σε σκηνή της παράστασης «Το φιλί της γυναίκας αράχνης» που παρουσιάζεται στο θέατρο 104, έως τις 13 Απριλίου.
Η Μάνια Στάικου γράφει κριτική για την παράσταση «Το φιλί της γυναίκας αράχνης» που παρουσιάζεται έως τις 13 Απριλίου στο θέατρο 104.
Δύο πρόσωπα αντίθετα και συμπληρωματικά, με μοναδικό καταφύγιο τη φαντασία και την αγάπη στην Αργεντινή της δικτατορίας, του 1976. Αυτοί είναι οι δύο ήρωες που ενσαρκώνουν ο Αποστόλης Τότσικας (δείτε τη συνέντευξή του) και ο Μιλτιάδης Φιορέντζης στο γνωστό-από την οσκαρική κινηματογραφική μεταφορά του-έργο του Μανουέλ Πουίγκ «Το φιλί της γυναίκας αράχνης».
Ο Βαλεντίν, στρατευμένος μαρξιστής, γόνος «καλής οικογενείας» διώκεται για τις ιδέες του. Στο ίδιο κελί βρίσκεται ο Μολίνα, μια μηχανή φαντασίας και γοητευτικών αφηγήσεων, ένας ομοφυλόφιλος βαθιά εξαρτημένος από τη μητέρα του που βρέθηκε στο στόχαστρο του καθεστώτος για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις.
Το τρυφερό, αντιρατσιστικό μυθιστόρημα του Μανουέλ Πουίγκ επί χρόνια ήταν απαγορευμένο στην Αργεντινή και ο ίδιος ο συγγραφέας του είχε μεριμνήσει και για την θεατρική προσαρμογή του. Την ιστορία μας την παρουσιάζει σε μια αξιοπρόσεκτη παράσταση που απογειώνεται κυρίως χάρη στην καθηλωτική ερμηνεία του Μιλτιάδη Φιορέντζη, ο Αλέξης Ρίγλης στο black box του 104.
Πετυχημένη η επιλογή του σκηνικού χώρου, καθώς υποβάλλει την κλειστοφοβική αίσθηση της φυλακής, μέσα στην οποία τα δύο πρόσωπα θα περάσουν όλα τα στάδια της καχυποψίας, της φιλίας και της αλληλεγγύης για να μοιραστούν στο φινάλε μια στιγμή ερωτικού πάθους.
Άλλωστε το «σεξ είναι το πιο αθώο πράγμα στον κόσμο», όπως αναφέρει ο Βαλεντίν, (δια στόματος του Αποστόλη Τότσικα). Από τη μια πλευρά το πάθος ενός πειθαρχημένου στους στόχους του επαναστάτη για ένα καλύτερο μέλλον. Και από την άλλη, η αγωνιώδης αναζήτηση ενός σχεδόν άπιαστου ερωτικού ιδανικού από τον Μολίνα (Μιλτιάδης Φιορέντζης) ο οποίος ελπίζει να κερδίσει «εδώ και τώρα» την καρδιά ενός «πραγματικού άνδρα».
Η λιτότητα χαρακτηρίζει τόσο το πετυχημένο σκηνικό της Δήμητρας Λιάκουρα (η ίδια υπογράφει και τα κοστούμια) όσο και τη σκηνοθετική αντίληψη του Αλέξη Ρίγλη, ο οποίος υπογράμμισε με αυτόν τον τρόπο τη δυναμική ενέργεια των ηθοποιών.
Σχεδόν καταθλιπτικός και εύθραυστος (ειδικά στις πρώτες σκηνές) ο Βαλεντίν του Αποστόλη Τότσικα δεν είχε πάντα τις ίδιες θερμοκρασίες. Ωστόσο συνολικά η ερμηνεία του ήταν πειστική, μολονότι διέκρινε κανείς μια νευρικότητα στην κίνηση των χεριών.
Ο Μιλτιάδης Φιορέντζης (μετά από τις ερμηνείες του στον «Βόιτσεκ» του Μπύχνερ και τη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα) αναμετρήθηκε με έναν ιδιαίτερα απαιτητικό αλλά και «αβανταδόρικο» ρόλο.
Αξιοπρόσεκτη η εξαιρετική άρθρωσή του ειδικά στα μέρη του ρόλου του που έπρεπε να αποδοθούν με καταιγιστικούς ρυθμούς. Άφησε να αναπνεύσουν τα κωμικά στοιχεία, χωρίς να ολισθήσει στη στερεότυπη καρικατούρα του ομοφυλόφιλου (στην οποία μας έχει συνηθίσει η τηλεοπτική κυρίως κουλτούρα).
Ο Αλέξης Ρίγλης αξιοποίησε στο έπακρο την εκφραστική δύναμη του Φιορέντζη, στρέφοντας και τον προβολέα πάνω του στον διάλογο με τον διευθυντή των φυλακών, μια από τις πιο δυνατές στιγμές της παράστασης (εξαιρετικοί οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου).
Mάνια Στάικου