Κριτική θεάτρου:«Κάτω από το ηφαίστειο» στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών

kritiki-theatroukato-apo-to-ifaisteio-sti-stegi-grammaton-kai-texnon

ΔΕΥΤΕΡΑ, 28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011

H Ελένη Πετάση είδε την παράσταση «Κάτω από το ηφαίστειο» στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του ιδρύματος Ωνάση και μας μεταφέρει τις εντυπώσεις της.

Ο Γκι Κασίερς έχει επανειλημμένα ασχοληθεί με τη μεταφορά λογοτεχνικών κειμένων στη σκηνή («Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ, «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες» του Ρόμπερτ Μούζιλ, «Βυθισμένο κόκκινο» του Ολλανδού Jeroen Brouwers κ.α.

Μετά τη δυναμική διείσδυση στην πολιτική σκέψη του Κλάους Μαν (το «Μefisto for ever» παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2009) , ήρθε τώρα η σειρά του Μάλκολμ Λόουρι που το δραματοποιημένο έργο του «Κάτω από το Ηφαίστειο» φιλοξενήθηκε πρόσφατα στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.

Ο Φλαμανδός καλλιτέχνης, γνωστός για την οξυδερκή αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας, επιχείρησε να αποτυπώσει τους κραδασμούς του μυθιστορήματος χρησιμοποιώντας ως κύριο εργαλείο την ηλεκτρονική εικόνα και την ερμηνευτική δεινότητα των ηθοποιών του. Ωστόσο αυτή τη φορά η ιστορία που στοίχειωσε για 10 χρόνια τον Λόουρι, αποδείχτηκε δύσκολος αντίπαλος.

«Το θέατρο μπορεί να αποδώσει μέρος από το ανείπωτο», παραδέχεται ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Και είναι αλήθεια ότι ούτε το άψογα φιλμογραφημένο περιβάλλον του ήρωα- συγγραφέα, ούτε οι αυθεντικοί ήχοι μιας χώρας και μιας ψυχής σε αναβρασμό μπόρεσαν να αναπαράγουν τις ποιότητες του βιβλίου (1947) που η κριτική συμπεριέλαβε ανάμεσα στα δέκα καλύτερα του 20ου αιώνα.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η παράσταση απέτυχε γιατί λοξοδρόμησε στα εξωτερικά τερτίπια μιας σκηνοθετικής ευρηματικότητας. Η δεξιοτεχνία του Κασίερς είναι δεδομένη.

Απλώς, στην προκειμένη περίπτωση, η αποσπασματική εικονοποίηση των πλούσιων αναφορών στη φύση που εμπεριέχονται στο «Ηφαίστειο» δεν κατάφερε να « ανταγωνιστεί» τη μεγαλειώδη, λεπτομερειακή γλώσσα του κειμένου και τα πυρετώδη συναισθήματα του πρωταγωνιστή δεν «άγγιξαν» τους θεατές.

Το ημιαυτογραφικό μυθιστόρημα παρακολουθεί τις τελευταίες αγωνιώδεις στιγμές ενός αλκοολικού Βρετανού διπλωμάτη στη διάρκεια της μακάβριας Μεξικάνικης γιορτής «Ημέρα των Νεκρών» ( 2 Νοεμβρίου του 1938).

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο αναδύεται μια καταραμένη ιστορία αγάπης, μοναξιάς, απελπισίας και παραληρηματικής αναζήτησης για τα βαθύτερα μυστήρια της ύπαρξης.

Η επώδυνη πορεία ενός ανθρώπου από την επιστροφή της γυναίκας του μέχρι την αινιγματική δολοφονία του ( πυροβολείται από έναν αστυνομικό και ρίχνεται να ξεψυχήσει σε μια χαράδρα,) δεν είναι παρά μια αλληγορία για την κατάρρευση ενός κόσμου που βρίσκεται κάτω από την απειλή του φασισμού και του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο Κασίερς μαζί με τον διασκευαστή-πρωταγωνιστή του Γιόσε Ντε Πάου φιλτράρουν την πραγματικότητα προκειμένου να βυθιστούν στο διαταραγμένο νοητικό ταξίδι του πρώην pροξένου.

Όμως ούτε οι «πειραγμένες» εικόνες, που προβάλλονται σε πολυάριθμες οθόνες πλημμυρισμένες από το φως, τις φωνές και τα χρώματα της ηφαιστειακής μεξικάνικης γης, ούτε το συνεχές τρίκλισμα του Τζέφρι Φέρμιν αρκούν για να δημιουργήσουν μια μυστικιστική ατμόσφαιρα γεμάτη λυρισμό, μεταφυσική και παραισθήσεις.

Υπάρχουν, ωστόσο, πολλές ενδιαφέρουσες σκηνές στις οποίες ο λόγος σμίγει με εντυπωσιακά γραφιστικά τεχνάσματα. Όπως αυτή που η οθόνη φλέγεται ή εκείνη που μεταφέρει την θολή αστάθεια του μεθυσμένου. Και βέβαια το επεισοδιακό φλαμένγκο και ο ψιθυριστός μονόλογος της Κατελίνε Ντάμεν (Ιβόν) που συνδιαλέγεται με μια εφιαλτική καταιγίδα.

Μπορεί η παράσταση να μην φτάνει σε βάθος, μας κοινωνεί όμως με την ποιητική γλώσσα του Λόουρι και προσφέρει μια ιδιαίτερη θεατρική εμπειρία.

ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ

[email protected]