«Ψευδοεξομολογήσεις»: κριτική θεάτρου

pseudoeksomologiseis-proti-foto PASCAL VICTOR

Bernard Varley, Isabelle Huppert, Louis Garrel στις «Ψευδοεξομολογήσεις» του Μαριβώ.

ΔΕΥΤΕΡΑ, 16 ΙΟΥΝΙΟΥ 2014

Η Μάνια Στάικου είδε την Ιζαμπέλ Υπέρ, στις «Ψευδοεξομολογήσεις» του Μαριβώ και μεταφέρει τις εντυπώσεις της από την πετυχημένη παράσταση που σκηνοθέτησε ο Λυκ Μποντί και παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών.

Ο Luc Bondy, με επίκεντρο την εκλεπτυσμένη γοητεία και την υποκριτική δεινότητα της Isabelle Huppert, συνέθεσε μια μοντέρνα κωμωδία λεπτών αποχρώσεων, αξιοποιώντας με τον πιο ευφυή τρόπο ένα από τα πιο αριστοτεχνικά δομημένα κείμενα της γαλλικής δραματουργίας: τις «Ψευδοεξομολογήσεις» του Μαριβώ.

Ο έρωτας ως μέσο κοινωνικής ανέλιξης, αποτελεί την κινητήριο δύναμη για τους πρωταγωνιστές αυτής της σπουδαίας κωμωδίας του 1737 που η τόλμη και ο κυνισμός της, έχουν συγκριθεί με το μεταγενέστερα γραμμένο σκανδαλώδες μυθιστόρημα του Σαντερλό ντε Λακλό «Επικίνδυνες σχέσεις».

Στις «Ψευδοεξομολογήσεις» ο υπηρέτης Ντυμπουά (Υves Jacques) υφαίνει το δίχτυ μιας ερωτικής παγίδας, προκειμένου, ο κύριός του, ο Ντοράντ (Louis Garrel)-γόνος καλής οικογενείας-πλην άφραγκος-να παντρευτεί την πλούσια χήρα Αραμίντ (Isabelle Ηupert).

Pascal Victor/ArtComArt / PASCAL VICTOR
Ο Ντοράντ εμφανίζεται από τον δαιμόνιο υπηρέτη ως σιωπηλό θύμα του πάθους του για την Αραμίντ, την οποία διεκδικεί επίσης ένας κόμης με τον οποίο έχει νομικές διαφορές για ένα κτήμα.

Ο Ντοράντ αναλαμβάνει τη θέση του διαχειριστή της περιουσίας, φορά τη μάσκα του αφελούς ερωτευμένου, ξελογιάζει μια άτυχη, υπολογίστρια υπηρέτρια (πολύ καλή η Μanon Combes με τις σπαραξικάρδιες εκρήξεις της) και κατορθώνει τελικά να βρει τη δίοδο προς την τρυφερή καρδιά της Αραμίντ, παρά τον ισχυρό αντίπαλό του: την  υπέργηρη, αυταρχική, φιλοχρήματη μητέρα της Αραμίντ, την οποία ενσάρκωσε απολαυστικά η Bulle Ogier, προκαλώντας εκρήξεις γέλιου στην πλατεία.

Η αύρα της απρόσιτης Αραμίντ χτίστηκε μεθοδικά από τον Luc Bondy: η Isabelle Ηupert μετατράπηκε σε είδωλο της μόδας, με την μεγάλη συλλογή επώνυμων υποδυμάτων-επιδεικτικά τοποθετημένων στο πίσω μέρος της σκηνής και τις ασκήσεις Τάι Τσι Σουάν να αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο του προσωπικού της τελετουργικού για να διατηρήσει το καλοσχηματισμένο κορμί της.

Τα εκπληκτικά κλασικομοντέρνα ασπρόμαυρα κοστούμια της Αραμίντ (Moidele Bickel) αποτέλεσαν μια ακόμη «πανοπλία» της. Άλλωστε το υψηλό γούστο, οι εκλεπτυσμένες, «ψαγμένες» καταναλωτικές συνήθειες είναι αυτές που συγκροτούν τα ταξικά σύνορα. Ο Λυκ Μποντί-με καλοζυγισμένο χιούμορ-σχολίασε το ναρκισσισμό των ημερών μας αλλά δεν παρέλειψε να κάνει ένα νοσταλγικό άλμα στο παρελθόν: μεγέθυνε επιδέξια τον γλυκανάλατο ρομαντισμό της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, επιλέγοντας ένα ιδιοσυγκρασιακό φινάλε.

Pascal Victor/ArtComArt / PASCAL VICTOR

Louw Garrel, Yves Jacques στις «Ψευδοεξομολογήσεις» του Μαριβώ.

Ήταν πραγματικά απόλαυση να βλέπει κανείς την Isabelle Ηupert να ανοιγοκλείνει τα βλέφαρά της σας πορσελάλινη κούκλα του σελιλόιντ. Ο Louis Garell, το ανερχόμενο ομορφόπαιδο του γαλλικού σινεμά, αποτέλεσε τον ιδανικό παρτενέρ της επί σκηνής-ο Μποντί τον κατέστησε άβουλο πιόνι στις ραδιουργίες του υπηρέτη του Ντυμπουά, του επιβλητικού, «αρχηγικού» Υves Jacques. Το μεσημέρι του Σαββάτου, στις 14 Ιουνίου, μόλις ολοκληρώθηκε η παράσταση, ο Louis Garrel δέχτηκε μια τεράστια ανθοδέσμη από τους συναδέλφους του για τα γενέθλιά του.

Όλος ο καλοκουρδισμένος θίασος συνέβαλε σε ένα ευφρόσυνο αποτέλεσμα. Και δεν πέρασε απαρατήρητη η πηγαία, κωμική φλέβα του Jean Damien Barbin στο ρόλο του πιστού Αρλεκίνου. Τα μετακινούμενα σκηνικά (Johannes Schütz)  αντανακλούσαν το παζλ των συνομωσιών ενώ η πρωτότυπη μουσική του Martin Schutz συνόδευε καίρια την αρμονική πρόταση του Luc Bondy. Ήταν, αναμφίβολα,  μια από τις καλύτερες στιγμές του Φεστιβάλ Αθηνών.

Μάνια Στάικου