«Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους»: κριτική θεάτρου
Η Ελένη Πετάση γράφει κριτική για το έργο της Ανχέλικα Λίντελ«Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους» που παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Αθηνών, σε σκηνοθεσία του Θέμελη Γλυνάτση.
Ένα άναρχο κείμενο που φλερτάρει με την καταστροφή επιτίθεται με μεθυσμένη μανία στη «σαπίλα αυτής της κοινωνίας», που «οφείλεται στο ότι κανείς δεν ντρέπεται για τον εαυτό του. Κανείς δεν αισθάνεται ένοχος». Με θέμα τους πνιγμένους μετανάστες που διασχίζουν τη Μεσόγειο, από τη βόρεια Αφρική μέχρι τις ακτές της Ισπανίας, η Ανχέλικα Λίντελ σχολιάζει καυστικά την απάθεια της Δύσης απέναντι στην ανθρωπιστική τραγωδία, στο έργο της «Και τα ψάρια βγήκαν να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους».
Η Ισπανίδα συγγραφέας στοχεύει στην αποκοιμισμένη συνείδηση του θεατή -«Αν κατάφερνα να κάνω το κοινό να ξεράσει, όπως ο Θεός ξερνάει τους φτωχούς, όπως οι φτωχοί ξερνάνε λάσπη»-, αλλά συγχρόνως αντιμετωπίζει εξίσου σκληρά τη στάση των καλλιτεχνών, ακόμα και του εαυτού της: «Πώς να συνεχίσω; Πώς να ξεπεράσω την πληροφορία; Πώς να μετατρέψω την πληροφορία σε φρίκη; Πώς να ξεφύγω από τη δημαγωγία και τη βλακώδη μεσσιανική ευθύνη του συγγραφέα; Πώς να ξεφύγω από την ευσπλαχνική κοινοτοπία και τη σαχλή καταγγελία; Πώς να ξεφύγω από το κοινωνικά αποδεκτό;».
Και θέτει το ερώτημα: «...αγνοούμενοι. Κι αν κάποια μέρα εμφανίζονταν; Κι αν κάποια μέρα εμφανίζονταν μεταμορφωμένοι σε ψάρια να πολεμήσουν ενάντια στους ανθρώπους;». Για να καταλήξει στο συμπέρασμα: «Αν τα ψάρια δεν σταματήσουν να τρώνε ανθρώπους, τότε εμείς θα πρέπει να σταματήσουμε να τρώμε ψάρια».
Αυτή τη βιβλική παραβολή που σαν εφιαλτικό παραμύθι εξελίσσεται μέσα από τον παραληρηματικό, ρατσιστικό λόγο μιας γελοίας, εξεζητημένης αστής, της κυρίας Πουτάνας (Σοφία Μαραθάκη) προς το σιωπηλό, συγκλονιστικά εκφραστικό κύριο Πουτάνα (Νέστορας Κοψιδάς) και που διακόπτεται από την κριτική μιας περσόνας που αντιπροσωπεύει το alter ego της Ανχέλικα Λίντελ (Αλεξάνδρα Ντεληθέου), σκηνοθέτησε φορμαλιστικά, με εμπνευσμένη ματιά, ο Θέμελης Γλυνάτσης.
Μεταμορφώνοντας τα απεχθή πρόσωπα σε αυτοσαρκαζόμενες καρικατούρες, σχεδιάζοντας ένα μπεκετικό τοπίο που ενισχύεται από το απειλητικό ηχητικό περιβάλλον των Silent Move και δημιουργώντας με τις φωνές των ερμηνευτών μια εξαιρετική, φλέγουσα μουσική παρτιτούρα, ο νέος σκηνοθέτης δεν υποτάσσεται σε κανένα συμβιβασμό, δεν αφήνει περιθώρια κάποιας ελπίδας. Λες και κάθε λέξη που ακούγεται καταβροχθίζει το όνειρο μέχρι να απομείνουν μόνο κλωστές.
Οι ηθοποιοί, με μεθοδευμένη κινησιολογία, σωματοποιώντας τον εσωτερικό τους πανικό, καταθέτουν ερμηνείες υψηλού επιπέδου αποδίδοντας θαυμάσια τούτη την ξεχωριστή, απελπισμένη δραματουργία.
Η αισθητική του σκηνικού χώρου (Αδριανός Ζαχαριάς), που «κατοικείται» από ελάχιστα στοιχεία -δύο φωτισμένες με νέον εξέδρες και ένα κιβώτιο γεμάτο νερό-, τα ιδιόμορφα κοστούμια (Μαργαρίτα Δοσούλα) και οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα συμβάλλουν θετικά στην ατμόσφαιρα της παράστασης.
Ελένη Πετάση - [email protected]