«Φιλοκτήτης»: κριτική θεάτρου

filoktitis-foto-proti-2014
ΤΡΙΤΗ, 22 ΙΟΥΛΙΟΥ 2014

Η Μάνια Στάικου γράφει κριτική για τον «Φιλοκτήτη» που παρουσιάστηκε, σε σκηνοθεσία του Κώστα Φιλίππογλου στο αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Η παράσταση θα επαναληφθεί στην Αθήνα, στις 4 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο.

Ο «Φιλοκτήτης», σε σκηνοθεσία του Κώστα Φιλίππογλου ανήκει αναμφίβολα στις παραστάσεις που θα μνημονεύουμε ως μια από τις καλύτερες στιγμές στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Γιατί κατόρθωσε να συνδυάσει την υποδειγματική  λιτότητα και την ευρηματική, μοντέρνα σκηνοθετική άποψη, με τη συγκίνηση, αποτελώντας μια επί της ουσίας πολιτική παρέμβαση.

Άλλωστε, βαθιά πολιτική είναι αυτή η τραγωδία του Σοφοκλή που κατορθώνει μέσα από το δράμα του πληγωμένου Φιλοκτήτη, να θέσει δύσκολα ερωτήματα για την ηθική απέναντι στο συμφέρον-το ατομικό, αλλά κυρίως το συλλογικό. Ο ηρωικός κόσμος και οι αξίες του, αντιπροσωπεύονται από τον Φιλοκτήτη (Μιχαήλ Μαρμαρινός) αλλά και τον αμφιταλαντευόμενο Νεοπτόλεμο (Αιμίλιος Χειλάκης) κι έρχονται σε αντιπαράθεση απέναντι στην πολιτική του αναγκαίου και του «εφικτού» του Οδυσσέα (Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης).

Ο βαθιά πληγωμένος και πολλαπλά προδομένος Φιλοκτήτης, εγκαταλειμμένος από τους συντρόφους του στην έρημη Λήμνο, εξαιτίας της -θεόσταλτης-πληγής του, έχει στην κατοχή του το τόξο του Ηρακλή-το αναγκαίο όπλο για την εκπόρθηση της Τροίας: Και ο πολυμήχανος Οδυσσέας που καθοδηγεί τον Νεοπτόλεμο, για να αποσπάσουν με δόλο από τον Φιλοκτήτη, αυτό που χρειάζεται ο στρατός των Αχαιών, βλέπει με έκπληξη τον σύντροφό του μεταστρέφεται…

Τα ηθικά διλήμματα, οι λεκτικοί διαξιφισμοί των πρωταγωνιστών, οι ψυχολογικές διακυμάνσεις τους αλλά και η κρισιμότητα της κατάστασης, αποδόθηκαν με σωματικό τρόπο. Οι ηθοποιοί ισορροπούσαν στις αυτοσχέδιες τραμπάλες, του αφαιρετικού, μετακινούμενου σκηνικού του Κέννυ Μακλέλλαν (o ίδιος υπογράφει και τα άχρονα κοστούμια) που ανασυνθέτονταν ανάλογα με τις ανάγκες της δράσης.

Η κινησιολογία του χορού, συχνά υπέβαλε την αίσθηση της θάλασσας και των δυνατών ανέμων. Μέρος του σκηνικού κι ένας διαφανής μουσαμάς-η σπηλιά στην οποία οχυρώνονταν η δυσπιστία του Φιλοκτήτη. Ο Κώστας Φιλίππογλου, όμως δεν περιορίστηκε μόνο στην καλοδουλεμένη σωματικότητα της ομάδας του-ένα οικείο γι’ αυτόν πεδίο- αλλά εμβόλισε το έργο και με στοιχεία που συναντούμε συνήθως στο αφηγηματικό θέατρο.

Γι’ αυτό και η πρώτη σκηνή, άνοιξε με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό να διαβάζει ένα καίριο απόσπασμα από τον νομπελίστα ποιητή Σέιμους Χίνι, το «αφηγηματικό σκηνικό» της παράστασης:

«Φιλοκτήτης, Ηρακλής, Οδυσσέας. Ήρωες, θύματα, θεοί και άνθρωποι. Πρόσωπα συμπαγή, απόλυτα πεπεισμένα πως καθένα έχει το δίκιο με το μέρος του, πάντα πρόθυμα να επαναληφθούν και να επαναλάβουν τα λάθη τους. Άνθρωποι οχυρωμένοι πίσω από τον οίκτο για τον ίδιο τον εαυτό τους. Σπατάλησαν μια ολόκληρη ζωή καμαρώνοντας για όσα υπέφεραν και τώρα περιφέρουν τις παλιές πηγές τους σαν παράσημα...

Ένας σωρός ηφαιστειακών πετρωμάτων με εξαιρετική χρωματική ποικιλία και σχηματισμούς, που δεν ξεπερνούν τα 470 μ. σε ύψος, ένας αλμυρός τόπος, τριγυρισμένος από 360 χιλιόμετρα άμμου, κουρασμένης... Ένας πέτρινος καρπός... στο κέντρο του Αιγαίου, λίγο έξω από τα στενά των Δαρδανελίων, απέναντι από την Τρωάδα. Λήμνος».

Στην επιτυχία της παράστασης συνέβαλε τα μέγιστα η ρέουσα-χωρίς να χάνει την ποιητικότητά της, μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα. Οι ερμηνείες των ηθοποιών υπηρέτησαν-χάρη και στην μελετημένη κινησιολογία της Φρόσως Κορρού- την αφαιρετική προσέγγιση του Κώστα Φιλίππογλου, χωρίς να χάσουν τους δραματικούς χυμούς τους, αναδεικνύοντας με διαύγεια τον  ποιητικό λόγο.

Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, αρχικά ως στατικός αφηγητής  και στη συνέχεια ως πληγωμένος Φιλοκτήτης, με την ιδιοσυγκρασιακή εκφορά του λόγου, έδωσε μια θαυμάσια ερμηνεία: πικραμένος, δύσπιστος, εκρηκτικός, απελπισμένος, κατόρθωσε να αποδώσει όλες τις μεταπτώσεις του Φιλοκτήτη, χωρίς να χάνει το μέγεθος.

Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, με τη σειρά του, υπερασπίστηκε σθεναρά τη ψυχρή λογική του ήρωά του-τονίζοντας στο όριο τα ειρωνικά στοιχεία του κειμένου. Το πόσο λεπτομερώς είχε δουλέψει το ρόλο του και τη φωνή του φάνηκε στη σκηνή, όπου εμφανίζεται μεταμφιεσμένος ο Οδυσσέας.

Η πολύ καλή εμφάνιση του  Αιμίλιου Χειλάκη, απογειώθηκε στο δεύτερο μέρος, όταν αναπτύσσει την επιχειρηματολογία του στον Φιλοκτήτη για να τον πείσει να τον ακολουθήσει στην Τροία.

Τη λύση στο αδιέξοδο δεν θα τη δώσει ένας θεός, αλλά ένας ημίθεος. Έχει κι αυτό τη σημασία του στην τραγωδία του Σοφοκλή. Και αποτέλεσε την κορύφωση και ταυτόχρονα μια υπενθύμιση του πολιτικού δράματος της εποχής μας η τελευταία σκηνή: ο Φιλοκτήτης πείθεται, όταν ακούει την προτροπή του Ηρακλή-όχι από έναν, αλλά μέσα από τους διαφορετικούς ηθοποιούς που εναλλάσσονται στο μικρόφωνο-με φόντο μια θύελλα σελίδων από το βιβλίο του έργου.

Ναι, θα βοηθήσει για την τελική νίκη. Αλλά μοιάζει να υποτάσσεται-με τη σκηνοθετική επιλογή- στη φωνή της κοινωνίας, για να ενταχθεί στον κοινό σκοπό κι όχι σε ένα πολιτικό σύστημα χωρίς ηθική βαρύτητα…

Το αριστοτεχνικά ενταγμένο στην παράσταση αλλά και αρμονικά δεμένο με το χώρο της Επιδαύρου σκηνικό-μοιάζει να έχει προέλθει από μια πρόχειρη οικοδομή. Το ζήτημα είναι τι κόσμο θέλουμε να οικοδομήσουμε, πάνω σε ποιους κανόνες-πικρό σχόλιο και η σύντομη σκηνή με τον χορό να μιλάει διαφορετικές γλώσσες.

Η πρωτότυπη μουσική των Lost Bodies λειτούργησε διακριτικά ως μουσικό χαλί-θα μπορούσε να είναι περισσότερο τολμηρή. Εξαιρετικός ο σχεδιασμός των φωτισμών του Νίκου Βλασόπουλου-ιδίως στο σιδερένιο «δαχτυλίδι» που οριοθετούσε τον σκηνικό χώρο.

Μάνια Στάικου