«Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας»: κριτική θεάτρου

agapitikos
ΤΕΤΑΡΤΗ, 22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2014

Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Ο Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» που παρουσιάζεται, σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, στο Παλλάς.

Ο «Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» του Δημήτριου Κορομηλά είναι ένα από τα κλασικότερα ελληνικά έργα που γράφτηκε το 1891 σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο και έκτοτε έχει μεταφερθεί άπειρες φορές στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Ίσως σήμερα το βουκολικό κωμειδύλλιο του 19ου αιώνα να φαίνεται αρκετά απλοϊκό και παρωχημένο και να μη συναρπάζει όσο κάποτε, παραμένει ωστόσο ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής παράδοσης.

Το Παλλάς αποφάσισε φέτος να ανεβάσει το έργο του Κορομηλά σε σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, συσχετίζοντάς το με το σήμερα ως ένα εξαίρετο παράδειγμα έρωτα και πίστης σε αντιδιαστολή με μια εποχή που κυριαρχούν η λογική και το συμφέρον. Αυτός είναι ένας τρόπος να ξαναδιαβάσεις τον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας», μπορείς πάντως να βγεις κερδισμένος ακόμη και αν μείνεις στην επιφάνεια της πλοκής του έργου ως έχει.

Η παράσταση διατηρεί τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο στους διαλόγους και για αυτό πρέπει να δημιουργήσει κάτι δελεαστικό για το κοινό σε κάποιον άλλο τομέα. Παίρνει λοιπόν την απόφαση να μετατρέψει το έργο σε μια μορφή λαϊκού πανηγυριού με ένα πολυπληθές καστ, πολλούς παραδοσιακούς χορούς, ζωντανή ορχήστρα επί σκηνής και τραγούδια από τον Γιώργο Μαργαρίτη.

Η αλήθεια είναι ότι όλο αυτό το πακέτο δεν είναι εξίσου ελκυστικό για όλους και σίγουρα κάποιοι ξενίζουν από τη συμμετοχή της έννοιας του λαϊκού γλεντιού στην παράσταση. Και η υπόθεση όμως αν τη δεις προσεκτικά, διακατέχεται από αυτό το πνεύμα. Ο έρωτας της νεαρής Κρουστάλλως με τον Λιάκο και το ξεχασμένο ειδύλλιο της κυράς Στάθαινας (μητέρας της Κρουστάλλως) για τον Μήτρο (μνηστήρα της Κρουστάλλως) οδηγούν σε ένα διπλό αφοπλιστικό happy end που ενδείκνυται για χορούς και τραγούδια και μας συνδέει κατευθείαν με την παράδοση του τόπου.

Η αναπαράσταση του Πέτρου Ζούλια είναι λίγο φτωχή όσον αφορά τα σκηνικά, αρκετά φτωχική όταν μιλάμε για ένα θέατρο όπως το Παλλάς, ανταποκρίνεται όμως απόλυτα στις ανάγκες του έργου. Δε χρειάζονται λαμπερά σκηνικά για να μεταφέρεις τις αρχές που πρεσβεύει παρά μόνο το μπρίο και η ζωντάνια των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Και έτσι και εδώ, όλες οι ερμηνείες είναι εξαιρετικές.

Η Ευγενία Δημητροπούλου είναι όσο δροσερή και αέρινη χρειάζεται για να μπει στο ρόλο της Κρουστάλλως και έχει πολύ καλή χημεία με τον Πάνο Βλάχο ως Λιάκο. Ο Βασίλης Μπισμπίκης διαθέτει τη δυναμική σκηνική παρουσία για να υποδυθεί τον κομβικό ρόλο του Μήτρου και η Μαρία Πρωτόπαππα παραδίδει μια κορυφαία δραματική ερμηνεία που καθιστά την κυρά Στάθαινα/Μάρω τον σημαντικότερο και εν τέλει πρωταγωνιστικό χαρακτήρα της παράστασης. Η Ρένη Πιττακή είναι επιβλητική εκεί που πρέπει ενώ ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τον Χρήστο Στέργιογλου που σε έναν κωμικό ρόλο αποδεικνύει το ταλέντο του και θυμίζει τις κλασικές εποχές της ελληνικής κωμωδίας στον κινηματογράφο. Έγινε γνωστός μέσα από δραματικούς ρόλους αλλά έχει πολύ εύστοχη αίσθηση της κωμωδίας και αυτό φαίνεται και από το γέλιο του κοινού στις ατάκες του.

Ξέχωρα πάντως από τις δυνατές ερμηνείες, το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της παράστασης είναι και το πιο αμφιλεγόμενο. Πολλά ακούστηκαν για την παρουσία του Γιώργου Μαργαρίτη και αν κολλάει στη σκηνή, αυτό το κομμάτι αποδεικνύεται ωστόσο το «κρυφό όπλο» του Ζούλια. Γιατί όσες ενστάσεις και αν έχεις πριν την παράσταση, στο τέλος θα νιώθεις κοινωνός σε ένα ανεπιτήδευτο επιτυχημένο παραδοσιακό γλέντι που αποτελεί από μόνο του άψογο σκηνικό για τον έργο του Κορομηλά.

Αξίζει να δοκιμάσετε τον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας» αφήνοντας στην άκρη οποιοδήποτε κριτικό πνεύμα, και ειδικά το νεανικό κοινό που δεν περνά αυτές τις μέρες από το Παλλάς μπορεί να βρεθεί προ εκπλήξεως από το πόσο θα διασκεδάσει. Δεν είναι μια σπουδαία παράσταση που θα θυμάστε για καιρό, σίγουρα όμως είναι μια ζωηρή γιορτή της ελληνικής ηθογραφίας που απευθύνεται σε όλους.

Γιάννης Μόσχος
[email protected]