«Παράσιτα»: κριτική θεάτρου

parasita
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 27 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2015

Η Ελένη Πετάση γράφει κριτική για την παράσταση «Παράσιτα» της Βίβιεν Φράντσμαν που παρουσιάζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου.

«Ένα χάος. Εφημερίδες κομματιασμένες, σκισμένα χαρτιά πεταμένα παντού. Ένα στρώμα διπλωμένο στη γωνία. Ένα κιτρινισμένο πάπλωμα... ένας λεκιασμένος καναπές. Αποφάγια. Τενεκεδάκια... Βρόμικοι τοίχοι...».

Έτσι περιγράφει η άγνωστη σε μας Βίβιεν Φράντσμαν τον σκηνικό χώρο του έργου της «Παράσιτα». Και ένα ανάλογο χάος συγκροτεί το περιβάλλον της παράστασης του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, μόνο που τα υλικά του (κατασκευές από αφρολέξ) δεν πείθουν. Πείθουν όμως οι εξαιρετικές ερμηνείες των δύο ηθοποιών που μας εισάγουν στον κόσμο των σκιών, τον οποίο, αν και δίπλα μας, αδιάφορα προσπερνούμε. Εναν κόσμο στο περιθώριο της κοινωνικής ευταξίας που συγκατοικεί με τη βία, τον εθισμό στις ουσίες, τη φυλακή, τη στέρηση της μητρότητας, την κακοποίηση.

Η Αγγλίδα συγγραφέας, που για τη συγγραφή του έργου συνεργάστηκε με φυλακισμένες και εξαρτημένες από ναρκωτικά γυναίκες, υποστηρίζει πως οι συνθήκες παγιδεύουν τις ηρωίδες της σε μια παραβατική ζωή χωρίς διέξοδο. Εστιασμένες μικρές σκηνές -αν και ενίοτε φλύαρες- απεικονίζουν τη μίζερη καθημερινότητά τους που κατατρύχεται από τους ορατούς εφιάλτες της παιδικής τους ηλικίας, τα ακυρωμένα τους όνειρα, το αβέβαιο μέλλον τους. Και μια γλώσσα αθυρόστομη, με νύξεις λυτρωτικού χιούμορ, αλλά «επινοητικά ιδιωματική», όπως την έχουν χαρακτηρίσει οι Βρετανοί κριτικοί, μεταφρασμένη ικανοποιητικά από την Αγγελική Κοκκώνη, δίνει το στίγμα της προσωπικότητάς τους.

Δύο αδελφές, λοιπόν, μπλεγμένες σε ένα δίχτυ εξαρτήσεων. Η Ρόλι, που υιοθετήθηκε όταν ήταν μικρή, έγκυος τώρα, έχει μόλις βγει από τη φυλακή και είναι αποφασισμένη να κάνει ένα καινούργιο ξεκίνημα. Η Πινκ, μεγαλωμένη σε ένα ίδρυμα, εγκλωβισμένη στην ηρωίνη, ψυχικά διαταραγμένη, με ένα ιδιαίτερα τραυματικό παρελθόν και ένα κτητικό χαρακτήρα, την υποδέχεται στη ρημαγμένη «φωλιά» της, έτοιμη να εμποδίσει την κοινωνική της επανένταξη.

Η σκηνοθεσία κατακτά ένα συναισθηματικό βάθος, βαθιά ριζωμένο (μοναδική αντίρρηση η «λύση» των μουσικών ιντερμέδιο που συνδέουν τις εναλλασσόμενες σκηνές) και δίνει την ευκαιρία στις δύο πρωταγωνίστριες να αναπτύξουν τις ικανότητές τους.

Η Κόρα Καρβούνη, ώριμη, ουσιώδης, με θαυμάσιες εναλλαγές, διατρέχει όλη την υφολογική κλίμακα, απ’ το κωμικό ως το τραγικό. Η Ιωάννα Κολλιοπούλου κλιμακώνει την ένταση με μέτρο δίνοντας -ιδιαίτερα στο δεύτερο μέρος- τον καλύτερό της εαυτό. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη ενδυναμώνουν τη σκοτεινή ατμόσφαιρα του έργου.

Ελένη Πετάση - [email protected]