«Η Λίλα λέει»: κριτική θεάτρου
Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Η Λίλα λέει» που παρουσιάζεται στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης σε σκηνοθεσία Βασίλη Μαυρογεωργίου και Μαριάννας Κάλμπαρη.
Το θέατρο στις μέρες μας θέλει να είναι τόσο κοντά στις πολιτικο-κοινωνικές εξελίξεις των καιρών ώστε κάποιες φορές χάνει την επαφή του με έναν πολύ σημαντικό παράγοντα, όπως είναι το συναίσθημα. Κάπως έτσι δεν είναι άλλωστε και η καθημερινότητά μας; Η κρίση έχει χαρακτηριστεί οικονομική και όχι κοινωνική και έμφαση δίνεται στη γενίκευση παρά στην εξατομίκευση των προβλημάτων του καθενός. Μέσα σε αυτό το κλίμα είναι λοιπόν αναζωογονητικό να βλέπουμε να ανεβαίνουν και παραστάσεις όπως «Η Λίλα λέει» στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης.
Πρόκειται για ένα σύγχρονο έργο που παρουσιάστηκε ξαφνικά στα γαλλικά το 1996, δίχως να είναι γνωστή η ταυτότητα του συγγραφέα που κρύβεται πίσω από το ψευδώνυμο «Σιμώ». Είναι κάποιος επιτυχημένος δημιουργός ή όχι; Και η ιστορία περιέχει βιογραφικά στοιχεία ή έχουμε να κάνουμε με ένα προϊόν μυθοπλασίας; Αυτά είναι ζητήματα που ίσως να μην τα μάθουμε ποτέ, το σίγουρο είναι πάντως ότι ο λόγος του κειμένου είναι ακραίος και πορνογραφικός και την ίδια στιγμή ονειρικός και ποιητικός. Μας διηγείται τον τρόπο που ο Σιμώ, γεννημένος στη Γαλλία από άραβες γονείς, ερωτεύεται την Λίλα, ένα πανέμορφο πλάσμα με γλώσσα τόσο χυδαία «που νόμιζες πως οι λέξεις θα πλήγωναν τα χείλη της». Παρόλα αυτά, ο έρωτάς του για αυτή φτάνει σε σημείο να δώσει νόημα στη μιζέρια και την εξαθλίωση που περιβάλλει τη ζωή του. Και έτσι αρχίζει και γράφει για αυτήν, με το περιεχόμενο της ιστορίας του να μην είναι άλλο από την ίδια την εμμονή της Λίλας με το σεξ.
Η παράσταση είναι ακατάλληλη για ανηλίκους, ωστόσο αυτό οφείλεται μονάχα στο περίβλημα της ιστορίας της. Γιατί μπορεί η γλώσσα του κειμένου να είναι προκλητική, αλλά στην καρδιά του προσεγγίζει τα συναισθήματα των πρωταγωνιστών του με τις πιο αγνές προθέσεις. Το ζητούμενο είναι η αθωότητα και η παραδοχή πως ακόμη και μέσα από βαλτώδεις συνθήκες όπου το βασικό ζητούμενο είναι η επιβίωση, ο έρωτας μπορεί να λειτουργήσει σαν απόδραση. Σαφώς και αυτή η διαπίστωση μπορεί να γενικευθεί και να πούμε πως το νόημα είναι ότι ακόμη και μέσα στις πιο δύσκολες καταστάσεις είναι σημαντικό να πιάνεσαι από μια ελπίδα, εδώ όμως ο έρωτας ισούται με το νόημα της ζωής για τον Σιμώ και την Λίλα και δε βρίσκουμε λόγο να αναζητήσουμε αλλού τη λύση.
Σαφώς και το σημαντικότερο κομμάτι για την επιτυχία της παράστασης το κουβαλούν στην πλάτη τους οι δύο ηθοποιοί. Και η χημεία που έχουν καταφέρει να βρουν είναι ηλεκτρισμένη. Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου πείθει ως πρωταγωνιστής μιας ερωτικής coming of age ιστορίας πάνω στον οποίο θα αναγνωρίσεις ένα τμήμα του νεότερου εαυτού σου. Διατηρεί επαφή με αυτό που ψάχνει και ο ίδιος ο κόσμος στο θέατρο και δεν αποτυγχάνει στις επιλογές του. Όλα βέβαια εδώ συγκλίνουν στην Λίλα της Λένας Δροσάκη που πετυχαίνει μια ερμηνεία άξια κάθε βραβείου. Έχει τέτοια φινέτσα που ό,τι και αν πει δε φαίνεται βρώμικο ή αισχρό και υπερβαίνει το πορνογραφικό κομμάτι για να γίνει η μούσα όχι του Σιμώ, αλλά κάθε γάλλου συγγραφέα που έχει πιάσει ποτέ πένα στα χέρια του. Και μόνο η κίνησή της στην παράσταση συνιστά ποίηση. Η σκηνοθεσία της Μαριάννας Κάλμπαρη και του ίδιου του Μαυρογεωργίου είναι λιτή και ουσιαστική και αφήνει τους ηθοποιούς να εξερευνήσουν κάθε πτυχή του έργου, σχηματίζοντας ενίοτε κάποιες πολύ δυνατές εικόνες που εντυπώνονται, όπως αυτή που αποκαλύπτεται η εικόνα της Παναγίας στο βάθος. Άξια αναφοράς και η ατμοσφαιρική μουσική επένδυση του Γιάννη Σορώτου, με το «Playground Love» των Air να αφήνει για λίγο την ταύτισή του με τις «Αυτόχειρες Παρθένους» της Σοφία Κόπολα και να είναι πλέον άρρηκτα συνδεδεμένο για όσους θα βρεθούν στο Υπόγειο και με τη συγκεκριμένη παράσταση.
Το Θέατρο Τέχνης έχει χαράξει τη νέα του πορεία υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της Μαριάννας Κάλμπαρη και «Η Λίλα λέει» είναι η παράσταση που αυτή η νέα προσέγγιση δείχνει το μέλλον. Σίγουρα η πιο δυνατή παράσταση που έβγαλε αυτή τη σεζόν το Τέχνης, είναι μια σαρωτική ερωτική ιστορία φτιαγμένη από πάθος, νεανικά όνειρα, και τη σπινθηροβόλα συνύπαρξη δύο ταλαντούχων ανθρώπων. Πειραματίζεται με την εικόνα που έχει η κοινωνία για την ταυτότητα της γυναίκας και διαθέτει μια από τις πιο λαμπρές νέες ηθοποιούς του θεάτρου μας σε μια κορυφαία στιγμή της ώστε να επιτύχει τους σκοπούς της. Κάποιες φορές χρειάζεται μόλις μπεις στην αίθουσα να αφεθείς από τον εαυτό σου και απλά να νιώσεις χωρίς να χρειαστεί να κρίνεις. Και η Λίλα μας λέει πως ο δρόμος του συναισθήματος μπορεί να μας τρομάζει λίγο και να αναπτύσσουμε άμυνες μπροστά του, και πράγματι τις περισσότερες φορές η κατάληξη είναι βουτηγμένη σε μια γλυκόπικρη μελαγχολία, είναι όμως και η επιλογή που μας κάνει τελικά να αισθανόμαστε πιο ζωντανοί.
Γιάννης Μόσχος
[email protected]