«Το τρελό αίμα»: κριτική θεάτρου
Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Το τρελό αίμα» που παρουσιάζεται στο Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία Άντζελας Μπρούσκου.
Το Θέατρο Τέχνης έχει εισέλθει στην τρίτη και τελευταία περίοδο του φετινού του προγράμματος με τίτλο «Κλασικές ιστορίες / σκοτεινοί κύκλοι», με «Το τρελό αίμα» της Άντζελας Μπρούσκου να κλείνει τη σεζόν στη σκηνή της Φρυνίχου. Πρόκειται για μια παράσταση που έχει βασιστεί σε δύο μονόπρακτα του Παντελή Πρεβελάκη, τη «Δεύτερη εντολή» και το «Τρελό αίμα», τα οποία έχουν συνδυαστεί με «Τα Μισοφέγγαρα» από τα μονόπρακτα του Γιάννη Κοντραφούρη και με τραγούδια, σκόρπιες φράσεις, κείμενα των ηθοποιών, ειδήσεις και ο,τιδήποτε άλλο μπορεί να δένει με τους θεματικούς άξονες της παράστασης που χονδρικά περιστρέφονται γύρω από την έννοια της απαγόρευσης και πώς αυτή οδηγεί στη βία.
Πριν πούμε ο,τιδήποτε άλλο για την παράσταση, αξίζει να αναφερθούμε στην εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στις φωτογραφίες της από την Μυρτώ Αποστολίδου. Είναι καλαίσθητες και εξάπτουν την περιέργεια και είναι μια από αυτές τις φορές που η παράσταση ανταποκρίνεται πλήρως στο καλλιτεχνικό της φωτογραφικό υλικό. Μπαίνοντας στο χώρο της παράστασης, είναι δύσκολο να μην εντυπωσιαστείς από τα σκηνικά που διαμόρφωσε ο Κωνσταντίνος Ζαμάνης. Το κόκκινο χρώμα επικρατεί, με ένα μεγάλο τραπέζι να μοιάζει βγαλμένο από βαμπιρική ταινία. Την ίδια στιγμή, ανάμεσα από κόκκινα μπαλόνια ξεπροβάλλουν διάφορα ομοιώματα από αρνιά, καθώς και ένας κόκορας. Ο πλήρης τίτλος της παράστασης είναι «Το τρελό αίμα - μια νύχτα σε ένα χωριό της Κρήτης ή κάπου αλλού» και είναι εμφανές ότι η απαρχή για τους όποιους συλλογισμούς ξεκινούν από ένα χωριό.
Στη «Δεύτερη εντολή» μια γυναίκα πείθει τον εραστή της να σκοτώσει το σύζυγό της ως τελευταία διέξοδο από τα προβλήματά της, ενώ το «Τρελό αίμα» πραγματεύεται την αιμομικτική σχέση δύο αδελφών με μοιραίο τέλος. Στα «Μισοφέγγαρα» ερχόμαστε στο εδώ και τώρα για να διαπιστώσουμε ότι τελικά όσο και αν κλειδώσουμε την πόρτα, το κακό έχει φωλιάσει μέσα μας και θρέφεται από τη μικροαστική ρουτίνα. Για να φτάσουμε σε αυτό το συμπέρασμα όμως, η παράσταση έχει καταπιαστεί με τη βιβλική ιδέα της αμαρτίας και αναζητά τους διαχρονικούς δεσμούς της με τη συνείδησή μας. Μήπως τελικά η ιδέα της αμαρτίας είναι κάτι που κουβαλάμε από τον καιρό του Αδάμ και της Εύας; Μήπως άραγε το αίμα δε σταμάτησε ποτέ να κυλά από την εποχή του Κάιν και του Άβελ; Η Άντζελα Μπρούσκου ανασύρει τις πιο μύχιες σκέψεις που μπορεί να κουβαλά ένα μυαλό στην κλειστή ζωή μιας οργανωμένης κοινωνίας και στο επίκεντρο θέτει την ενοχοποίηση του γυναικείου σώματος.
Το χειμώνα είδαμε την Μπρούσκου να ανεβάζει «Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα φον Καντ» του Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ στο Εθνικό, σε μια παράσταση που ίσως δεν τέσταρε τα όριά της όσο θα μπορούσε. Είναι λοιπόν ευτυχές να την παρακολουθούμε σε καθεστώς πλήρους καλλιτεχνικής ελευθερίας, πειραματιζόμενη με τα άκρα όσο χρειάζεται για μια τέτοια παράσταση. Βέβαια, αυτό οφείλεται και στην κεντρική παρουσία της Παρθενόπης Μπουζούρη. Μας έχει συνηθίσει να μην υπολογίζει κανένα κόστος με το που πατάει το πόδι της στο σανίδι και εδώ παραδίδει μια ακόμη σπουδαία ερμηνεία ανθολογίας, γεμάτη αυτοπεποίθηση και ένταση. Δεν κολλάει πουθενά και έτσι γίνεται αμαρτωλή κήρυκας της Βίβλου, τραγουδίστρια σε μπουζούκια, μοιραίο θηλυκό, η πρωτόπλαστη και πάνω στο κορμί της εκφράζει κάθε διαπομπευμένο γυναικείο σώμα. Δίπλα της, απόλυτα ταιριαστός παρτενέρ αποδεικνύεται ο Διαμαντής Καραναστάσης. Η περσόνα του ταιριάζει με την ιδιοσυγκρασία της παράστασης και της Μπρούσκου και εκτός του ότι τα πηγαίνει περίφημα στις όποιες μεταμορφώσεις χρειαστεί, αποτελεί ιδανικό αντίβαρο ως Αδάμ σε κάθε Εύα της Μπουζούρη. Οι τρεις ηθοποιοί που τους πλαισιώνουν (Βασίλης Παπαγεωργίου, Κωνσταντίνα Αγγελοπούλου, Γιάννης Χαριτοδιπλωμένος) έχουν τις στιγμές τους και προσθέτουν στην ατμόσφαιρα της παράστασης. Οι φωτισμοί του Νίκου Βλασόπουλου είναι υψηλού αισθητικού επιπέδου και η ερεβώδης μουσική της Nalyssa Green είναι για ακόμη μια φορά αριστοτεχνική και καθόλα εύστοχη με βάση την παράσταση, οπότε ελπίζουμε η συνεργασία της με την Μπρούσκου να συνεχιστεί για καιρό ακόμη.
Το «Τρελό αίμα» φωτογραφίζει τις παθογένειες των σύγχρονων κοινωνιών και αναζητά τις ρίζες τους. Η πίστη και η θρησκεία, ο Παράδεισος και η Κόλαση, η σάρκα και η ψυχή, ο έρωτας και το σεξ, όλα αυτά μπλέκονται μεταξύ τους και αναδύουν μια αίσθηση προχωρημένης παρακμής. Η βουβή/ολιγόλογη έναρξη της παράστασης είναι στιγμή εικαστικού και νοηματικού πλούτου και όλα τα κεφάλαια δένουν μεταξύ τους ως μια ενιαία σπονδυλωτή ιστορία. Όταν η Άντζελα Μπρούσκου αφήνεται στα γκόθικ ένστικτά της κάνει θαύματα και «Το τρελό αίμα» είναι ένα από αυτά.
Γιάννης Μόσχος
[email protected]