Οι blitz μιλούν στο clickatlife.gr

blitz
ΠΕΜΠΤΗ, 08 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2015

Η ομάδα blitz μας μιλά για την παράσταση «6 a.m. How to disappear completely».

Φωτογραφίες: Χρυσαφένια Μόσχου

Η θεατρική σεζόν ξεκίνησε και η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών μας επιφυλάσσει μια πολυαναμενόμενη πρεμιέρα. Ο λόγος για το «6 a.m. How to disappear completely» της ομάδας blitz, η οποία μετά την τριλογία «Late Night», «Don Quixote» και «Galaxy» και το δυστοπικό «Vanya. Δέκα χρόνια μετά» πραγματοποιεί ένα άτυπο «restart», αφήνοντας νότες αισιοδοξίας να εισχωρήσουν στο θέατρό της.

Λίγο πριν την έναρξη των παραστάσεων εμείς συναντήσαμε τον Γιώργο Βαλαή, την Αγγελική Παπούλια και τον Χρήστο Πασσαλή και κάναμε μια κουβέντα εφ’ όλης της ύλης, τόσο γύρω από την παράσταση αλλά και σχετικά με τα θέματα που προκύπτουν από αυτή. Μπορείτε να διαβάσετε αυτούσια την πολύ ενδιαφέρουσα και διαδραστική συζήτηση παρακάτω.

Με το «Vanya. Δέκα χρόνια μετά» ήταν σαν οι blitz να διακήρυσσαν ένα τέλος εποχής της φόρμας που είχαν εγκαθιδρύσει. Στο δελτίο τύπου της νέας σας παράστασης διαβάζω για μια αισιόδοξη και επαναστατική προσέγγιση. Πού ακριβώς βρίσκεται η συγκεκριμένη παράσταση για τους blitz; Τι ακριβώς σημαίνει και τι θέλετε να πετύχετε με αυτή;

Χρήστος Πασσαλής: Πρώτα απ’ όλα το «επαναστατική» δεν μπορούμε να το πούμε εμείς γιατί το γράφουν κάποιοι άλλοι. Ελπίζουμε να είναι, αλλά καταλαβαίνετε τι θέλω να πω. Νομίζω η στροφή που πήραμε στον «Vanya» είναι και απολογισμός με έναν τρόπο και ήταν για μένα σε ένα μεταβατικό σημείο όπως το είπατε. Όχι μηδενισμού ακριβώς, αλλά καθαρίσματος από πολλά πράγματα για να δούμε πού μπορούμε να πάμε μετά. Κάθε απολογισμός θέτει στόχους. Ασυνείδητα δεν ξέρω ποιοι στόχοι μπήκαν, πάντως σε αυτή την παράσταση η σκηνοθεσία έχει πάρει σίγουρα μια πιο αινιγματική και κρυπτική πορεία, χωρίς να είναι αφηρημένη. Είναι πολύ συγκεκριμένη για εμάς και ελπίζω και για το κοινό. Αλλά μιλάει με συσχετισμούς πραγμάτων, όπως η ποίηση. Η ποίηση δεν επινοεί νέες λέξεις, απλά τις συσχετίζει με νέο τρόπο. Αυτό προσπαθούμε κι εμείς σε αυτή την παράσταση. Να συσχετίσουμε γνωστά πράγματα με παράξενο τρόπο ούτως ώστε να προκληθεί ένα αίνιγμα που για μας αυτό τον καιρό είναι μάλλον ο μόνος τρόπος αντίστασης, γενικά. Προσωπικά και πολιτικά. Αντίστασης με την έννοια ότι προσπαθούμε να αφηγηθώ ιστορίες που δεν έχουν να κάνουν με αυτό που ονομάζεται «πραγματικότητα». Άρα προσπαθούν να αποκαλύψουν κρυμμένες πτυχές της. Δε μιλάω μεταφυσικά, αλλά και επιστημονικά σε σχέση με τις παράλληλες πραγματικότητες. Και μπαίνουμε σε μια περιοχή που για πρώτη φορά το κάνουμε τόσο πολύ και αυτό φέρνει για εμάς τεχνικά. Μια διαφορετική σύνδεση των πραγμάτων και την πρόταση ενός νέου συστήματος και ενός νέου κόσμου.

«6 a.m.». Τι ακριβώς ορίζει αυτή η ώρα; Διαβάζω στο δελτίο ότι βρίσκεται στο όριο της μέρας και της νύχτας, τη στιγμή που εξαφανίζομαι και δεν υπάρχω. Τι εκφράζει αυτή η ώρα για εσάς και μπήκε στον τίτλο της παράστασης;

Αγγελική Παπούλια: Ο τίτλος ξεκίνησε ως συνέχεια της παράστασης «Late Night» πριν από κάποια χρόνια. Σκεφτήκαμε ως εξέλιξη της συνθήκης εκείνης ότι έχουμε προχωρήσει πια και έχουμε φτάσει στο πρωί και είμαστε σε αυτή τη μεταιχμιακή στιγμή που υπάρχει ένα κενό και που αυτή η στιγμή είναι ανοιχτή σε πάρα πολλές δυνατότητες. Είναι μια ώρα και κατά τη διάρκεις της ημέρας που τα πράγματα μπορούν να μετασχηματιστούν με κάποιον τρόπο. Και για μένα με αυτό έχει να κάνει, με την εξαφάνιση και το μετασχηματισμό από μια κατάσταση σε μια άλλη. Και για αυτό προσπαθούμε για αυτό το ποιητικό σύμπαν ή αυτό τον κόσμο που δεν ανήκει σε αυτή την πραγματικότητα γύρω μας. Γιατί αυτή τη στιγμή υπάρχει αυτή η δυνατότητα. Υπάρχει φως και διέξοδος.

ΧΠ: Νομίζω ότι εκφράζει αυτό το μεταβατικό στάδιο. Θεωρητικά είναι το όριο μεταξύ μέρας και νύχτας ή του κοιμάμαι και ξυπνάω, αλλά νομίζω το «disappear» χρησιμοποιείται κάπως καταχρηστικά. Δεν υπάρχει εξαφάνιση. Ακόμη και όταν πεθαίνει ένας άνθρωπος μετατρέπεται σε ουσίες άλλου τύπου. Τον τρώνε τα σκουλήκια, γίνεται χώμα, πλουτίζει ή μολύνει το χώμα ανάλογα με το τι έκανε στη ζωή του και θέλω να πω υπάρχει μια μετάβαση και μια μεταστοιχείωση και ένα από τα πράγματα που προσπαθεί να αφηγηθεί η παράσταση είναι αυτό. Προσπαθούμε για πρώτη φορά να έχουμε και την αφήγηση μιας ιστορίας. Σίγουρα με τον τρόπο μας, οπότε αρκετά κρυμμένη, αλλά υπάρχει μια ιστορία που ελπίζω να είναι σαφής. Η πορεία μιας ομάδας ανθρώπων προς ένα μεταβατικό στάδιο του οποίου τη συνέχεια δε γνωρίζουν αλλά το αναζητούν και το βρίσκουν κιόλας. Κατά αυτή την έννοια είναι και αισιόδοξη η παράσταση.

Γιώργος Βαλαής: Γενικά εγώ νομίζω πως κανείς δεν εξαφανίζεται. Εξαφανίζεσαι μόνο από τα πράγματα που σε θυμούνται, για κάποιους άλλους. Και αυτό χρησιμοποιούμε και εμείς στην παράσταση. Η εξαφάνιση από έναν κόσμο και η είσοδος σε έναν άλλον. Οι παραστάσεις μας κυνηγούσαν πάντα μια ποιητική διάσταση των πραγμάτων, αλλά σε αυτήν τη δουλειά που κάνουμε τώρα οι συνδέσεις είναι όχι ρεαλιστικού τύπου ή εξάντληση μιας φόρμας που κάνουμε και σε παλαιότερες παραστάσεις, αλλά οι συνδέσεις είναι καθαρά του συνειρμού που έχει η ποίηση.

Στις αναφορές έχετε το «Σολάρις» και το «Στάλκερ» του Ταρκόφσκι. Στις συγκεκριμένες ταινίες ο Ταρκόφσκι ανιχνεύει το εξωτερικό –εν προκειμένω το διάστημα- ώστε μέσω αυτού να εξερευνήσει το εσωτερικό του ανθρώπου. Πιστεύετε ότι η πνευματικότητα έχει χαθεί από τις ζωές μας και επειδή έχουν γίνει τόσο «εύκολες» ώστε να μην υπάρχει αυτή η περιπέτεια της εξερεύνησης ενός άγνωστου εξωτερικού παράγοντα; Ότι δηλαδή έχουμε εισέλθει σε μια ρουτίνα που δε βοηθά να γνωρίσουμε καλύτερα το ποιοι είμαστε;

ΓΒ: Κοίτα να δεις, την προηγούμενη εβδομάδα βγήκε η είδηση ότι υπάρχει νερό στον Άρη. Υπάρχει αυτή η κίνηση του ανθρώπου να εξερευνήσει το διάστημα, αυτό δε συνεπάγεται πάντως μια αντίστοιχη έκρηξη της πνευματικότητας του ανθρώπου το 2015. Ο κόσμος στον οποίο ζούμε είναι αρκετά δυσοίωνος. Από τον ISIS που ανατινάζει τα αρχαία της Παλμύρας, τους πρόσφυγες που διαχέονται στην Ευρώπη, η οποία με τη σειράς της φοβάται πάρα πολύ για την οικονομία της. Και εννοώ τον κόσμο στον οποίο ζούμε και μας επηρεάζει γιατί αν ζούσαμε στην Αφρική θα είχαμε άλλα ζητήματα. Χρησιμοποιήσαμε κι εμείς τη δραματουργία του Ταρκόφσκι αλλά για να εξερευνήσουμε ταυτόχρονα και ένα εξωτερικό τοπίο. Δεν ξέρω αν χρειαζόμαστε ένα εξωτερικό όριο έτσι ώστε να ψάξουμε ταυτόχρονα ως ανθρωπότητα, ως κοινωνία και ως άνθρωποι ένα εσωτερικό όριο. Λίγοι άνθρωποι κυνηγούν αυτή την πνευματικότητα. Παρότι μπορεί να λείπει από πολλούς, νομίζω ότι δεν τους ενδιαφέρει αυτό το πράγμα. Προσωπική άποψη αλλά εγώ αυτό βλέπω.

ΧΠ: Το αίτημα για πνευματικότητα πάντως δεν είναι τωρινό. Πάντοτε υπήρχε και είχε την ίδια ερώτηση. Πώς γίνεται να φτάνουμε στο διάστημα και να παραμένουμε με συνείδηση πιθήκου ή όπως το είπε ο Κιούμπρικ στην «Οδύσσεια», οι άνθρωποι είναι πίθηκοι με απλά πάρα πολύ εξελιγμένες μηχανές. Αλλά στα αλήθεια δεν έχει αλλάξει κάτι, στο σημείο που ακόμη και οι μηχανές αποκτούν πλέον συνείδηση. Ο Ταρκόφσκι μας ενδιαφέρει γιατί χρησιμοποιεί κάποιες ιστορίες επιστημονικής φαντασίας για να κάνει προφανώς ένα εσωτερικό ταξίδι. Δεν τον αφορούν οι τεχνικές λεπτομέρειες του διαστημικού σταθμού. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η πορεία που κάνει η συνείδηση των ηρώων του προς μια αυτογνωσία και το ξεπέρασμα του παρελθόντος και τη θεραπεία των πληγών. Σε αυτό τον μιμούμαστε σχεδόν.

ΑΠ: Για μένα επειδή χρησιμοποιούμε και ένα ποίημα του Χαίλντερλιν, του Γερμανού Ρομαντικού ποιητή, είναι σαν να προσπαθούμε σε συνδυασμό με μια μη πραγματικότητα, μη αναγνωρίσιμη και μη συνηθισμένη πραγματικότητα όπως την ξέρουμε γύρω μας, να εκφράσουμε αυτή την ίδια ανάγκη που είχε και ο Χαίλντερλιν και ο Ταρκόφσκι, γιατί για μένα υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσά τους. Γιατί και στο ποίημα αυτό του Χαίλντερλιν υπάρχει πολύ μεγάλη ανάγκη για επικοινωνία του ποιητή με κάτι άλλο Υψηλό και Άγνωστο. Είναι η ίδια ακριβώς αγωνία που είχε ο Ταρκόφσκι και το μέσο για εμάς που είναι ο λόγος είναι αυτό το ποίημα. Και προσπαθούμε να συνδυάσουμε αυτή την περίεργη σκηνοθετική πραγματικότητα με αυτό το ποίημα. Ότι θα μπορούσε αυτός ο ποιητής που μιλάει να βρίσκεται σε αυτό το τοπίο που είναι και εξωτερικό αλλά ταυτόχρονα και ένα εσωτερικό τοπίο αυτού που μιλάει, του ποιητή. Ποιητές βέβαια είμαστε όλοι στην παράσταση, δε μιλάει ένας. Αλλά το χρησιμοποιούμε με αυτό τον τρόπο.

ΧΠ: Το ενδιαφέρον είναι ότι στον Ταρκόφσκι είναι πιο απαντημένο γιατί ήταν ένας άνθρωπος θρήσκος με την αρκετά στενή έννοια αλλά και την αρκετά ανοιχτή. Γιατί επειδή ήταν ένας άνθρωπος ευφυής αντιμετώπισε ανοιχτά τη σχέση του με το χριστιανισμό. Στον Χαίλντερλιν υπάρχει ένας πολύ πιο πολύπλοκος θεός και πολύ πιο ευρύς. Εμάς μας νοιάζει η πνευματικότητα και όχι η θρησκεία ή ένα σύστημα πίστης. Η αναζήτηση και η τάση προς το άλλο. Για μένα το συγκλονιστικό στο ποίημα που νομίζω μας έχει επηρεάσει είναι ότι ο ποιητής παρά τις αντιξοότητες που είχε και στην προσωπική του ζωή, οι οποίες ήταν τραγικές –πέρασε τα 40 χρόνια της ζωής του τρελός πια- δεν έφτασε ποτέ να γίνει κυνικός, πράγμα που για εμένα είναι το πιο συγκλονιστικό του στοιχείο. Τραυματίστηκε όσο λίγοι και δεν έφτασε ποτέ να γίνει κυνικός. Αντιθέτως. Σε αυτό μπορούσε να αντιπαραθέσει μια πίστη σε κάτι άλλο, γιατί αυτό λέει και το ποίημα. Δεν ξέρουμε για τι μιλάει, ψάχνει κάτι.

ΑΠ: Για αυτό οι λέξεις που χρησιμοποιεί είναι Άλλο, Υψηλό, Μέγα. Ονοματίζει αυτό το άλλο με διάφορους τρόπους και είναι με αυτή την έννοια πολύ πιο ευρύς σε αυτή την αναζήτηση του τι είναι αυτό το άλλο.

Για εσάς προτιμότερη είναι μια ζωή διαρκούς και αγωνιώδους αναζήτησης κάποιας πνευματικότητας χωρίς να ευδοκιμεί ποτέ ή μια ζωή που δεν έχει παραπάνω ανησυχίες και μένει στην επιβίωση ως έχει;

ΑΠ: Για μένα ισχύει το πρώτο αλλά είναι καθαρά προσωπική γνώμη.

ΧΠ: Είναι πάρα πολύ δύσκολη ερώτηση πραγματικά. Δεν ξέρω αν μπορώ να πω κάτι.

ΓΒ: Για μένα υπάρχουν κάποια ζητήματα της ύπαρξης τα οποία ισούνται με την ίδια την ύπαρξη. Δεν μπορείς να υπάρχεις στον κόσμο χωρίς να έχεις κάποια αγωνιώδη ερωτήματα τα οποία με κανένα βιοτικό επίπεδο που μπορεί να σου δώσει ο καπιταλισμός ή κάποιο άλλο σύστημα δεν μπορούν να λυθούν. Έχουν να κάνουν με την αγάπη, με την επαφή, με τη θέση σου στον κόσμο και άλλα ζητήματα που συχνά επικαλύπτονται από την καθημερινότητα, αλλά είναι πολύ μεγαλύτερη από την καθημερινή ζωή του καθενός μας.

ΧΠ: Απλώς αυτό το πράγμα ο καθένας το αντιμετωπίζει ως ένα βαθμό. Δηλαδή αν μιλήσουμε για εμάς, φυσικά και υπάρχει ανησυχία αλλά υπάρχουν όρια. Στην περίπτωση του Χαίλντερλιν ή του Κλάιστ ή του Νίτσε, αυτή η ανησυχία έφτασε σε τέτοιο σημείο που τελικά είτε δεν μπορούσαν να αντέξουν τη ζωή και αυτοκτόνησαν, είτε τρελάθηκαν και έχασαν την επαφή με τον κόσμο. Εμείς το ζούμε αυτό με μεγαλύτερη μετριοπάθεια γιατί είμαστε λειτουργικοί στην κοινωνία, με το επάγγελμά μας , με τους φίλους μας, ο καθένας με τα προβλήματά του, πάντως υπάρχει μια ποσόστωση σε αυτή την υπαρξιακή αγωνία. Κάποιοι την έζησαν τόσο πολύ που ήρθε τελείως εναντίον τους, κάποιοι τη μετριάζουν όπως εμείς ή με το δικό τους τρόπο και κάποιοι ίσως δεν μπήκαν ποτέ σε αυτό. Για αυτό λέω ότι είναι πολύ δύσκολη αυτή η ερώτηση. Γιατί πραγματικά αναρωτιέσαι αν αυτή η αγωνία μπορεί να οδηγήσει στον γκρεμό ή μπορώ να συγκρατηθώ και να μην τη ζήσω ως ολόκληρο φαινόμενο στη ζωή μου.

ΓΒ: Εγώ νομίζω ότι το χάσμα είναι χάσμα και απλά έχει να κάνει με την ένταση στον καθένα. Δηλαδή κάποιοι άνθρωποι το παίρνουν αυτό διαφορετικά. Για παράδειγμα ο έρωτας. Όλοι έχουμε ερωτικές αποτυχίες αλλά κάποιοι αυτοκτονούν.

ΧΠ: Είναι πολύπλοκη ερώτηση. Συχνά σκέφτεσαι ότι ένας άνθρωπος πιο «αφελής» μπορεί να είναι πιο ευτυχής κατά κάποιον τρόπο παρότι στα μάτια κάποιου πιο «έξυπνου» να φαίνεται αφελής. Βέβαια όσον αφορά καθαρά την ευτυχία, νομίζω ότι οι λιγότερο έξυπνοι άνθρωποι περνούν καλύτερα στην καθημερινότητά τους και οι πιο έξυπνοι βασανίζονται περισσότερο γιατί αναρωτιούνται περισσότερο, ψάχνουν περισσότερο και αμφισβητούν τον εαυτό τους περισσότερο.

Μετά από τη Στέγη η παράσταση συνεχίζεται σε διάφορα ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Ποια είναι η ανταπόκριση που λαμβάνετε μετά από τόσα χρόνια δουλειάς στο εξωτερικό και πόσο σημαντικές είναι πραγματικά οι διαφορές εδώ και έξω όσον αφορά το θέατρο; Γιατί ακούμε διαρκώς ότι δεν υπάρχει καμία σχέση και ότι είναι πιο οργανωμένα έξω, αλά εσείς που τα έχετε ζήσει εκ των έσω γνωρίζετε καλύτερα.

ΓΒ: Σε σχέση με τη Στέγη συγκεκριμένα δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφορά. Δηλαδή ίσα-ίσα, νομίζω ότι η Στέγη μπορεί να συγκαταλεχθεί μέσα στις καλύτερες σκηνές στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή.

ΑΠ: Υπάρχει μια αρκετά σημαντική διαφορά που έχει να κάνει με το κοινό για μένα. Γιατί θεωρώ ότι σε πολλές πόλεις του εξωτερικού που έχουμε παίξει το κοινό ήταν αρκετά πιο θερμό και πιο εκφραστικό σε σχέση με το κοινό της Ελλάδας. Είτε τους άρεσε είτε δεν τους άρεσε, δεν έχει να κάνει με αυτό. Ήταν πιο έντονη η αντίδραση και νομίζω είναι κάπως πιο ενεργητικοί οι άνθρωποι απέναντι σε αυτό που βλέπουν. Και έτσι εγώ καταλάβαινα καλύτερα κάθε φορά αν επικοινωνούν με την παράσταση ή όχι. Τις περισσότερες φορές πάντως επικοινωνούν και είναι πολύ ωραίο αυτό. Έχεις την εντύπωση ότι τους ενδιαφέρει περισσότερο αυτό που έχουν έρθει να δουν όχι ως θέαμα, αλλά ως σκέψη και καλλιτεχνικό δημιούργημα. Αυτή την εντύπωση έχω, χωρίς να θέλω να πω ότι εδώ δε συμβαίνει αλλά νομίζω ότι ειδικά το κοινό στη Γαλλία και τη Γερμανία είναι πιο εκπαιδευμένο και έξυπνο.

ΧΠ: Για μένα στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πολύ μεγάλες και δραματικές διαφορές. Υπάρχει όμως μια πολύ σημαντική, το να λες ότι είσαι καλλιτέχνης είναι σχεδόν ντροπή και δεν έχει αντίκρισμα. Ενώ εκεί νιώθεις ότι χωρίς να το λες επίσης, αυτό έχει το αντίκρισμα που έχει κάθε άλλο επάγγελμα. Δηλαδή είμαστε σκηνοθέτες και ηθοποιοί. Είναι επάγγελμα. Δε συζητώ για κάτι υψηλό. Υπάρχει άλλου είδους εκτίμηση και αυτό είναι σαφέστατο. Δεν είναι το χόμπι μου, αλλά αν είναι, είναι οκ που είναι. Πληρώνομαι για αυτό και γίνεται σεβαστό. Εδώ υπάρχει δυστυχώς ακόμη η εντύπωση του χομπίστα. Και δε συζητάμε καν για 10 χρόνια πριν που αν έλεγες ότι είσαι ηθοποιός ή σκηνοθέτης απλά γελούσε ο άλλος. Έχει προχωρήσει η συνείδηση της κοινωνίας, αλλά ακόμη παραμένει λίγη προκατάληψη.

ΓΒ: Έχει να κάνει και ότι για ανθρώπους σαν εμάς που δεν κάνουν τηλεόραση, ο καλλιτεχνικός σεβασμός είναι μεγαλύτερος. Όχι μόνο για το δικό μας τον αντίκτυπο, αλλά γενικά. Εδώ σέβονται μόνο το publicity, τη δημοσιότητα. Δηλαδή ακόμη κι αν είσαι ένας τύπος που απλά λες βλακείες σε ένα κανάλι είσαι διάσημος. Είναι τελείως διαφορετική η καλλιτεχνική αξία από τη δημοσιότητα.

ΧΠ: Βέβαια και στις δύο περιπτώσεις μιλάμε για περιορισμένο. Δηλαδή το γερμανικό κιτς είναι αφόρητο και το γαλλικό κιτς εξίσου. Δηλαδή αν μιλάμε για αυτό που κάνουμε εμείς, αναφερόμαστε σε μια μειοψηφία σε γενικές γραμμές. Παρόλο που αυτή η μειοψηφία είναι μεγαλύτερη στη Γερμανία ή τη Γαλλία.


Ταυτότητα παράστασης

Σκηνοθεσία: blitz theatre group. Δραματουργία: blitz theatre group, Νίκος Φλέσσας, Stefanie Carp. Σκηνικά: Έφη Μπίρμπα. Κοστούμια: Βασιλεία Ροζάνα. Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας. Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Κωνσταντινίδης, Coti K. Επιμέλεια κίνησης: Γιάννης Νικολαΐδης. Επιμέλεια μακιγιάζ: Εύη Ζαφειροπούλου. Βοηθός σκηνοθεσίας: Βάσια Ατταριάν. Βοηθός σκηνογράφου: Αλεξία Χρυσοχοΐδου.

Ερμηνεύουν: Άρης Αρμαγανίδης, Γιώργος Βαλαής, Μιχάλης Κίμωνας, Άρης Μπαλής, Αγγελική Παπούλια, Χρήστος Πασσαλής, Αρετή Σεϊνταρίδου.

Μακέτα σκηνογραφίας: Μιχαήλα Πλιαπλιά. Κατασκευή σκηνικού: Παναγιώτης Μπλάνας. Κατασκευή κοστουμιών, ειδικές κατασκευές: Λένα Παπαμιχαήλ. Project development, Promotion & Touring: Judith Martin / Ligne Directe. Οργάνωση παραγωγής: Μαρία Δούρου. Παραγωγή: Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών Ιδρύματος Ωνάση & blitz theatre group. Συμπαραγωγή: La Filature - Scène nationale de Mulhouse, La Comédie de Reims - Festival Reims Scènes d'Europe.

Η παράσταση θα παρουσιαστεί με αγγλικούς υπέρτιτλους στις 9, 10, 11, 16, 17 & 18/10

Παράλληλες δράσεις
Παρασκευή 9 έως και Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2015, 11:00-16:00
Εργαστήριο δραματουργίας με τη Stephanie Carp (δραματουργός παράστασης).

Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2015
Συζήτηση του κοινού με τους συντελεστές μετά την παράσταση.

Πληροφορίες: «6 a.m. How to disappear completely» της ομάδας blitz στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (Κεντρική Σκηνή), Συγγρού 107. Διάρκεια παραστάσεων: 9 έως 18 Οκτωβρίου. Ώρα έναρξης: 20:30.Τιμές εισιτηρίων: 10 – 15 – 18 – 28 ευρώ, Μειωμ. 8 – 11– 14 – 22 ευρώ, Ζώνη Τετάρτης 7 ευρώ, Άνεργοι / ΑμεΑ 5 ευρώ. Πληροφορίες – κρατήσεις: 210 900 5 800.

Γιάννης Μόσχος
[email protected]