Κριτική θεάτρου:«The far side of the moon» του Ρομπέρ Λεπάζ
Το έργο μας μεταφέρει στην εποχή που ο Αμερικανός Γιούρι Γκαγκάριν και λίγο αργότερα ο Ρώσος συνάδελφός του Αλεξέι Λεόνοφ διεκδίκησαν την κατάκτηση του Διαστήματος. (Φωτογραφία της Δέσποινας Σπύρου)
Η Ελένη Πετάσση γράφει για την πολυσυζητημένη παράσταση του Ρομπέρ Λεπάζ «The far side of the moon» που παρουσιάστηκε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Ευτυχώς που υπάρχει τη χειμερινή περίοδο η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και μας δίνει την ευκαιρία να έρθουμε σε επαφή με σημαντικούς ξένους δημιουργούς, όπως ο Καναδός σκηνοθέτης Ρομπέρ Λεπάζ που επισκέφθηκε για πρώτη φορά τη χώρα μας, παρουσιάζοντας μια εξαιρετική παλαιότερη δουλειά του. Το «The far side of the moon» («Η μακρινή όψη του φεγγαριού», 2000) μας μεταφέρει στην εποχή που ο Αμερικανός Γιούρι Γκαγκάριν και λίγο αργότερα ο Ρώσος συνάδελφός του Αλεξέι Λεόνοφ διεκδίκησαν την κατάκτηση του Διαστήματος, σηματοδοτώντας τον ανταγωνισμό μεταξύ Αμερικανών και Σοβιετικών κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Και παράλληλα αφηγείται τις έριδες δύο εκ διαμέτρου αντίθετων αδελφών που μετά το θάνατο της μητέρας τους αναμοχλεύουν το παρελθόν, διαστέλλοντας στο άπειρο τα όνειρα και τις απογοητεύσεις τους, τις ελπίδες και την ακύρωσή τους.
Ο ένας (ο Φιλίπ), μοναχικός, ονειροπόλος και αιώνιος φοιτητής, εξερευνά το σύμπαν προκειμένου να δώσει απαντήσεις στις υπαρξιακές του αγωνίες. Ο άλλος (ο Αντρέ), ένας στεγνός τεχνοκράτης, παρουσιαστής του Δελτίου Καιρού στην τηλεόραση, απορρίπτει κάθε στοχασμό και γραπώνεται από το εφήμερο μικρό ποσοστό δόξας που του αναλογεί.
Μνήμη και ιστορία εναλλάσσονται έχοντας ως συνδετικό κρίκο τη μηδαμινότητα του ανθρώπου μπροστά στο άγνωστο, τη ναρκισσιστική επιθυμία να το κατακτήσει, αλλά και τις μυστικές πτυχές του χαρακτήρα του που κατά κάποιον τρόπο αντιστοιχούν σε εκείνο το στείρο, παραμορφωμένο ημισφαίριο της Σελήνης, το οποίο δεν είναι ορατό από τη Γη.
Αυτή η σύνθετη αυτοβιογραφική οδύσσεια, παραπέμποντας ακροθιγώς στη μυθολογία της ταινίας του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, είναι ένα αλληγορικό ταξίδι ενδοσκόπησης που μοιάζει να ασπάζεται τη θεωρία του D.H. Laurence «Οταν περιγράφουμε το φεγγάρι σαν νεκρό, τότε περιγράφουμε τη νέκρα του εαυτού μας».
Το λαμπερό, εύληπτο κείμενο του Ρομπέρ Λεπάζ, συνδυάζοντας τη μυθοπλασία με το ντοκιμαντέρ, πλημμυρισμένο από ποίηση, λεπτό χιούμορ, βαθύτητα σκέψης, σαρκασμό και ευφυείς διαλόγους, αναδεικνύεται μέσα από τη δραματικά και κωμικά ισόρροπη σκηνοθεσία του. Η παράσταση του Καναδού πολυπράγμονα δημιουργού, εμπλουτισμένη με όλα τα χαρακτηριστικά της σκηνικής του γλώσσας που εμπνέεται από τη Laterna Magica, χρησιμοποιεί και εδώ την τεχνολογία ως άλλοθι για να εμβολιάσει την ατμόσφαιρα με μια φαντασιακή αύρα, γνωστή μόνο στα όνειρα.
Ετσι, μια ιδιαίτερη μακρόστενη σκηνική κατασκευή, ενισχυμένη με καθρέφτες, βίντεο-προβολές και ποικίλα οπτικά τρικ, γίνεται τόπος οφθαλμαπάτης στον οποίο δημιουργούνται -ως διά μαγείας- διαφορετικοί χώροι δράσεων (εσωτερικά σπιτιών, ντουλάπες με ρούχα, ασανσέρ, αίθουσα διαλέξεων κ.ά.) αλλά και μεταμορφώσεις όπως η πόρτα ενός πλυντηρίου που μετατρέπεται σε ρολόι, διαστημόπλοιο, παράθυρο αεροπλάνου, γυναικεία μήτρα ή γυάλα με χρυσόψαρο -το μοναδικό προσωπικό αντικείμενο που απέμεινε από την πεθαμένη μητέρα των ηρώων και το οποίο σηματοδοτεί την αντιπαράθεσή τους.
Ομως τις κυριότερες μεταμορφώσεις επωμίζεται ο μοναδικός ηθοποιός του έργου, ο οποίος ερμηνεύει και τους δύο αδελφούς, συναλλάσσεται με μία μαριονέτα-αστροναύτη και κάποια στιγμή παίρνει φευγαλέα τη μορφή της μάνας. Ο Ιβ Ζακ πραγματοποιεί έναν υποκριτικό άθλο. Με εκλεπτυσμένες χορογραφικές κινήσεις, εντυπωσιακή αμεσότητα, ευαισθησία, αίσθηση του χιούμορ και μπεκετική μελαγχολία χρωματίζει το σχόλιο του Λεπάζ.
Στην εκπληκτική σκηνή του τέλους, με την αρωγή ενός κεκλιμένου καθρέφτη, επιδεικνύει τη σωματική του ευελιξία και αιωρείται στο Διάστημα.
ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΣΗ [email protected]