Είδαμε «Τα παιδιά του ήλιου» του Νίκου Μαστοράκη στο Θέατρο Τέχνης
Με στρωτή αφήγηση, στιβαρή σκηνοθετική άποψη και ένα δεμένο θίασο, στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης παρουσιάζεται ένας εξαίρετος Γκόρκι.
Ο Μαξίμ Γκόρκι είναι ένας από τους κορυφαίους Ρώσους συγγραφείς και ιδρυτής του κοινωνικού ρεαλισμού. Ακολούθησε τα χνάρια του κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερού του Τσέχωφ και κατάφερε να δώσει μια νέα οπτική στο έργο του, οδηγώντας το προς διαφορετικές, πιο επαναστατικές κατευθύνσεις. Ένα έξοχο παράδειγμα αυτής της διαδικασίας είναι «Τα παιδιά του ήλιου». Ο Γκόρκι το έγραψε το 1905, όταν βρισκόταν στη φυλακή μετά την αιματηρή καταστολή των διαδηλώσεων στην Αγία Πετρούπολη που αποτέλεσαν προάγγελο της πρώτης ρωσικής επανάστασης. Δεν είναι το πιο γνωστό του έργο, αλλά είναι χαρακτηριστικό της ιδιοσυγκρασίας του και των απόψεών του ως συγγραφέα.
Σε πολλά πράγματα «Τα παιδιά του ήλιου» μοιράζονται κοινά με τον «Βυσσινόκηπο», έργο που γράφτηκε ένα χρόνο πριν. Η υπόθεση διαδραματίζεται σε μια παρηκμασμένη αστική έπαυλη. Οι χαρακτήρες δείχνουν παραδομένοι στα πάθη τους και αναζητούν ερωτήσεις σε υπαρξιακά ερωτήματα που σήμερα θα τα χαρακτήριζε κανείς «προβλήματα του πρώτου κόσμου». Κάνουν σχέδια για το μέλλον τους μη θέλοντας να πιστέψουν πως ο κόσμος τους γκρεμίζεται και ότι σύντομα θα αποτελέσει παρελθόν μαζί με αυτούς. Η φονική επιδημία χολέρας που μαίνεται όμως έξω από τα τείχη τους είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι της εξέγερσης, η οποία θα έχει αυτούς ως τα πρώτα θύματα και θα γκρεμίσει οριστικά και αμετάκλητα την ουτοπία τους. Είναι ένα βαθύτατα τσεχωφικό έργο που διαθέτει το καυστικό κοινωνικό σχόλιο του Γκόρκι και είναι απολύτως κατανοητή η απόφαση του Νίκου Μαστοράκη να το επιλέξει για να το ανεβάσει στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης.
Πρωταγωνιστής στο έργο είναι ο επιστήμονας Προτάσοφ, εμμονικός με τα πειράματά του, αλλά με όση ευκολία μπορεί να κατανοήσει μονοκύτταρους οργανισμούς, άλλο τόσο δυσκολεύεται να επικοινωνήσει αληθινά με τους ανθρώπους γύρω του. Είναι καλομαθημένος και μαλθακός και αν ζούσε στο σήμερα μάλλον θα ήταν ο Σέλντον Κούπερ του «The Big Bang Theory». Από την άλλη υπάρχει η αδερφή του η Ελιζαβέτα, με την οποία πολύ λίγη σχέση έχει. Φέρει τραύματα του παρελθόντος και πιο συγκεκριμένα από μια διαδήλωση στην οποία είχε παρευρεθεί και βάφτηκε στο αίμα. Δύσκολα συνέρχεσαι από τέτοια γεγονότα, πόσο μάλλον αν έχεις μεγαλώσει μέσα στις ευκολίες. Για αυτό το λόγο η Ελιζαβέτα περνά διαρκώς κρίσεις μετατραυματικού στρες και περνά το χρόνο της σχεδιάζοντας σε όλο της το σώμα σύμβολα της επανάστασης. Δηλώνει αηδιασμένη από τη συμπεριφορά της αστικής τάξης και είναι εν πολλοίς η φωνή του Γκόρκι στο έργο. Στο σπίτι αυτών των δύο εκτυλίσσεται ολόκληρη η πλοκή, μέχρι το σημείο που θα έρθει ο λαός και δια της βίας θα αποδείξει τη ματαιότητα των επιδιώξεων της ξεπεσμένης μπουρζουαζίας.
Λόγω της αρχιτεκτονικής του, το Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης ενδείκνυται για ελεύθερες διασκευές γνωστών έργων που χρησιμοποιούν την αφαιρετική οδό και επιστρατεύουν τη φαντασία και την αίσθηση του ονείρου. Τρανό παράδειγμα οι «Αδερφοί Καραμάζοφ» της Νατάσας Τριανταφύλλη. Ο Νίκος Μαστοράκης ωστόσο αποφασίζει να «ανοίξει» τη σκηνή, χωρίς να κρατήσει τίποτα κρυφό από το θεατή. Σχηματίζεται έτσι ένα ευρύχωρο σαλόνι, το εργαστήριο του Προτάσοφ και στο βάθος δεσπόζει ένας πίνακας που απεικονίζει τον Λουί Παστέρ. Υπάρχει έτσι θέση και για μια στρωτή αφήγηση του έργου, αλλά και για καίριες παρεμβάσεις που αναδεικνύουν τα βαθύτερα νοήματά του.
Εύλογα μπορεί κάποιος να περιμένει ότι θα δει κάτι βαρύ κι ασήκωτο, αλλά τελικά θα εκπλαγεί από το πόσο ευχάριστη είναι η παράσταση. Η μετάφραση της Ελένης Μπακοπούλου αποφεύγει ένα στριφνό ή πυκνό λόγο και διατηρεί το πνεύμα του Γκόρκι όντας ανάλαφρη αλλά ποτέ ευτελής. Κάποιος που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με το θέατρο του Γκόρκι δε θα δυσκολευτεί καθόλου να αφεθεί σε αυτό και θα περάσει τέλεια, ενώ και οι γνώστες θα αγαπήσουν αυτή τη λεπτομερή μεταφορά, με το έξυπνο χιούμορ που εμπλουτίζει το έργο.
Όλη η κουβέντα γύρω από την παράσταση βέβαια αρχίζει και τελειώνει στον εξαιρετικό θίασο. Το να μαζέψεις τόσους καλούς ηθοποιούς είναι ένα θέμα. Το να βρουν όμως χημεία και να λειτουργήσουν μαζί ως ομάδα είναι κάτι άλλο και αυτή είναι μια από τις περιπτώσεις που κάτι τέτοιο συμβαίνει και είναι απολαυστικό να το παρακολουθείς.
Κορυφαίος όλων ο Χάρης Φραγκούλης στον κεντρικό ρόλο του επιστήμονα Προτάσοφ. Η ερμηνεία του είναι κωμική με συναίσθηση ότι βρίσκεται μέσα σε ένα δράμα και έτσι προσφέρει πολλές στιγμές γέλιου, χωρίς να αποπροσανατολίζει από το σκοπό. Καθηλωτική η ερμηνεία της Κωνσταντίνας Τάκαλου στο ρόλο της Ελιζαβέτας. Αιχμαλωτίζει την εσωτερική ένταση του χαρακτήρα και οι εκρήξεις της δεν ξεφεύγουν ποτέ από τα όρια. Ακόμη και ο τρόπος που σχεδιάζει σήματα πάνω στο σώμα της ηλεκτρίζει το χώρο. Ο Μάκης Παπαδημητρίου είναι άψογος στο ρόλο του κτηνιάτρου που είναι ερωτευμένος με την Ελιζαβέτα, κρύβοντας μια βαθιά μελαγχολία κάτω από το ιδιαίτερο χιούμορ του. Η Φωτεινή Μπαξεβάνη είναι επίσης πολύ καλή ως μια αφελής γυναίκα που αφού βλέπει τη ζωή της να έχει καταστραφεί μετά από έναν αποτυχημένο γάμο για λεφτά, βλέπει στο πρόσωπο του Προτάσοφ τη λύτρωσή της. Η ερμηνεία της είναι σε μια πρώτη φάση κωμική, αλλά είναι δύσκολο να μη νιώσεις μια συμπόνια για αυτό τον άνθρωπο και για αυτό εν τέλει συμπληρώνεται και ως τραγική. Η Ιωάννα Μαυρέα έχει σπουδάσει το «κιτσοπουλικό» χιούμορ και στο ρόλο της νταντάς προσθέτει κάποιες τέτοιες πινελιές, αλλά με μέτρο, κάτι το οποίο λειτουργεί μια χαρά. Η Μαρία Καλλιμάνη ξεχωρίζει για τη λεπτότητα της ερμηνείας της ως μέλλουσα σύζυγος του Προτάσοφ και ο Γιάννης Κότσιφας δίνει τον τόνο της υπεροπτικής αστικής τάξης ερμηνεύοντας ένα ζωγράφο που αγνοεί επιδεικτικά τον «άξεστο» όχλο. Όλοι οι ηθοποιοί λειτουργούν στην εντέλεια και το γεγονός ότι δε φεύγουν ποτέ από τη σκηνή μα όταν αποχωρούν από αυτή κάθονται στην πρώτη σειρά καθισμάτων, συνδράμει τα μέγιστα στην αμεσότητα και τη ζωντάνια της παράστασης.
Το κοινό την ημέρα που είδαμε την παράσταση αποτελούνταν από όλες τις ηλικίες, με πολύ δυναμική παρουσία από νεαρό κόσμο που έδειξε να καταευχαριστήθηκε την παρουσία του στο θέατρο. Αυτό είναι ταυτόχρονα κέρδος και επιβράβευση και μπορούμε να πούμε μετά βεβαιότητας πως «Τα παιδιά του ήλιου» του Θεάτρου Τέχνης είναι μια από τις καλύτερες και πιο ουσιαστικές παραστάσεις της σεζόν που προτείνεται πραγματικά σε όλους. Εκλαϊκευμένος Γκόρκι; Θα πάρουμε!
Γιάννης Μόσχος