Κριτική: Στα άδυτα της ψυχής μέσα από τις «σκοτεινές γλώσσες»
Τα έργα του Αντριου Μπόβελ χαρακτηρίζονται από πολυπλοκότητα και πρωτότυπη θεατρική φόρμα. Ωστόσο, παρότι εμπλέκουν τον θεατή στην ψυχογραφική πλοκή τους, δίνοντας τη δυνατότητα δεύτερων αναγνώσεων, για την κατανόησή τους απαιτούν την αμέριστη προσοχή του.
Στις «Σκοτεινές γλώσσες» (κείμενο που γράφτηκε το 1996 και έγινε ταινία με τον τίτλο Lantana το 2001) εννέα καθημερινά πρόσωπα, ερμηνευμένα από τέσσερις ηθοποιούς, κυνηγούν τη χίμαιρα της ανθρώπινης συνύπαρξης. Και κυρίως της εμπιστοσύνης τόσο στους άλλους, τους δικούς τους ανθρώπους, όσο και στον εαυτό τους. Ο γάμος, ο έρωτας, η ειλικρίνεια, η προδοσία τίθενται επί τάπητος και αφορούν συζύγους, εραστές, γείτονες ή ακόμη και ψυχαναλυτές με τους ασθενείς τους.
Ο Αυστραλός συγγραφέας χωρίζει το έργο του σε δύο μέρη. Στο πρώτο εξελίσσεται η εξωσυζυγική σχέση δύο παντρεμένων ζευγαριών, άγνωστων μεταξύ τους, καθώς o ένας συναντιέται τυχαία με τον/τη σύντροφο του άλλου. Οι ιστορίες που αφηγούνται, βιωμένες από τον καθένα διαφορετικά, τους συνδέουν στο δεύτερο μέρος με τέσσερα συν ένα ακόμη πρόσωπα, αλλά και με την μυστηριώδη εξαφάνιση μιας ψυχοθεραπεύτριας. Ψέματα και αλήθειες συμπορεύονται, ενώ άνθρωποι που μοιάζουν διαφορετικοί στην ουσία έχουν κοινά χαρακτηριστικά.
Στην αρχή το έργο μπορεί να σε παραπλανήσει θεωρώντας ότι απλώς φλερτάρει με ένα μπουλβάρ που μετατρέπεται σε θρίλερ. Στη συνέχεια, όμως, οι επιφανειακά καθημερινές συνομιλίες σκάβουν μέσα στην ψυχή των χαρακτήρων αποκαλύπτοντας άγνωστες χώρες. Ταυτόχρονα γεννούν ερωτήματα για καίρια θέματα, όπως η σημασία της τυχαιότητας, οι ανομολόγητες ανάγκες, και η χρήση της γλώσσας ως αποτυχημένο μέσο επικοινωνίας: όλοι άλλα λένε και άλλα εννοούν.
Παράλληλοι διάλογοι, μονόλογοι, πολλές μορφές αφήγησης, διαφοροποίηση του δραματικού χρόνου, ενδιαφέρουσες ανατροπές και λεπτές δόσεις ποίησης και χιούμορ συνοδεύουν την ευφυή γραφή του Μπόβελ.
Ωστόσο, παρόλη τη δεξιοτεχνία του, «το εγκεφαλικό του κατασκεύασμα» μπορεί να σε αφήσει συναισθηματικά αποστασιοποιημένο.
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος ρίχνεται με την παραφορά ενός μαέστρου στον συγχρονισμό των ηθοποιών του. Θρυμματίζει τον λόγο σε 3-4 ηθοποιούς, δημιουργεί πεδία συνεκφωνήσεων, δίνει στην παράστασή του ρυθμό και ενέργεια. Η Αννα Μάσχα, ο Χρήστος Λούλης, ο Γιώργος Χρυσοστόμου και η Αννα Καλαϊτζίδου εκτελούν με εξαιρετική ακρίβεια τις περίπλοκες απαιτήσεις έργου και σκηνοθεσίας. Τα αφαιρετικά βίντεο που προβάλλονται σε τέσσερις οθόνες (Ευαγγελία Θεριανού) συνδέουν εύστοχα τα επεισόδια με τους χώρους στους οποίους διαδραματίζονται.
Ελένη Πετάση
[email protected]