Κριτική: Τα «Παιδιά του ήλιου» ισορροπούν με τέχνη το δράμα και το χιούμορ

ta-paidia-tou-iliou
ΔΕΥΤΕΡΑ, 15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2016

Η Ελένη Πετάση είδε "Τα παιδιά του ήλιου" και μοιράζεται εντυπώσεις μαζί μας.

Λίγο μετά τη γνωστή «Ματωμένη Κυριακή», που η φρουρά του τσάρου εξόντωσε τους ειρηνικούς διαδηλωτές στην Αγία Πετρούπολη πυροδοτώντας την πρώτη επανάσταση στη Ρωσία και ενώ είναι έγκλειστος στις φυλακές για τις πολιτικές του ιδέες, ο Μαξίμ Γκόρκι γράφει «Τα παιδιά του ήλιου» (1905).

Πρόκειται για ένα από τα σχεδόν άγνωστα έργα του, που, παρότι παγκοσμίως δεν παίζεται συχνά, περιέχει όλα αυτά τα δραματουργικά στοιχεία που εκρήγνυνται αθόρυβα μέσα μας. Επηρεασμένος βαθιά από τον Τσέχοφ -αλλά προχωρώντας τη γραφή του σε πιο επαναστατικά μονοπάτια-, ασκεί κριτική στην εκφυλισμένη αστική τάξη, που μολυσμένη από αδιαφορία, βυθισμένη στα προσωπικά της πάθη και υπαρξιακά προβλήματα, αγνοεί τα εξαγριωμένα λόγω εξαθλίωσης πλήθη, τα οποία μαστίζονται από τη χολέρα και την κοινωνική αναταραχή που μαίνεται γύρω της, προετοιμάζοντας κοσμογονικές αλλαγές.

Σ’ αυτή την ύπουλη εποχή ο Γκόρκι εστιάζει την προσοχή του σε μια πλούσια, διανοούμενη οικογένεια, αυτάρεσκη και αυτιστική μέχρι γελοιότητας. Κεντρικός της χαρακτήρας ο Πάβελ Φιοντόροβιτς Προτάσοφ, ένας αιθεροβάμων επιστήμονας, αφοσιωμένος στην έρευνα, που εθελοτυφλεί για όσα συμβαίνουν δίπλα του. Κλείνει τα μάτια ακόμα και στην απιστία της στερημένης από αγάπη γυναίκας του ενώ ελάχιστα προσέχει την ψυχικά διαταραγμένη αδελφή του. Αυτή η τελευταία, έχοντας βιώσει τις βιαιοπραγίες του καθεστώτος, είναι η μόνη που υψώνει την φωνή της: «Είστε όλοι σας τυφλοί, έχετε όλοι σας μεθύσει από τα ωραία λόγια και τις ωραίες ιδέες, ενώ εγώ είδα πώς ξεχύθηκε στους δρόμους το μίσος... Κάποια φορά η οργή τους θα πέσει πάνω σας». Και η κραυγή της, που ταυτίζεται με την κραυγή του συγγραφέα ενάντια στην παρασιτική επιβίωση της ιντελιγκέντσιας, προαναγγέλλει την κατάρρευσή της.

Ο Νίκος Μαστοράκης, συμπτύσσοντας με γνώση το πρωτότυπο έργο, ισορροπώντας έντεχνα το δράμα με το χιούμορ, έχοντας την αρωγή της καθαρής μετάφρασης της Ελένης Μπακοπούλου και καθοδηγώντας εξαιρετικά μια ομάδα ταλαντούχων ηθοποιών, δημιούργησε, χωρίς περιττούς εντυπωσιασμούς (έχουμε βαρεθεί πια τους επίπλαστους μοντερνισμούς που κατακλύζουν το θεατρικό τοπίο), μια ολοκληρωμένη παράσταση.

Ο Χάρης Φραγκούλης ερμηνεύει τον Πάβελ με εσωτερικότητα, η Μαρία Καλλιμάνη αποδίδει τη γυναίκα του με υποκριτικά ενδιαφέρουσες συναισθηματικές ρωγμές και οι μεταπτώσεις της Κωνσταντίνας Τάκαλου ως νευρωτική αδελφή δεν ξεφεύγουν ούτε στιγμή από το μέτρο.

Την ελαφρότητα κάποιων στιγμών υποστήριξαν θαυμάσια με την κωμική φλέβα τους η νταντά της Ιωάννας Μαυρέα και η, χωρίς ανταπόκριση ερωτευμένη, χαζή χήρα της Φωτεινής Μπαξεβάνη. Ο Κλέων Γεωργιάδης και ο Γιάννης Κότσιφας σκιαγράφησαν με σαφήνεια τους χαρακτήρες που υποδύονται. Σωστοί στους μικρότερους ρόλους ο Αδριανός Γκάτσος και ο Άρης Ντελίας.

Ελένη Πετάση
[email protected]