Κριτική Θεάτρου: «Χαίρε νύμφη»
Η Μαρία Πρωτόπαππα και ο Γιάννης Περλέγκας σκιαγραφούν πειστικά τους δύο πρωταγωνιστές στο «Χαίρε Νύμφη» του Γρηγορίου Ξενόπουλου.
Τα συναισθήματα και τα πάθη χωρίς ημερομηνία λήξης, που παρουσιάζει το θεατρικό έργο του Γρηγόριου Ξενόπουλου, «Χαίρε νύμφη», στο Θέατρο Τέχνης, μας μεταφέρει η Ελένη Πετάση.
«Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου.....
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο/Τον ακατάλυτο/Τον ακατάσβεστο/Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναλυτικό/Τον άνευ όρων/ Τον πάντα πληρούντα
Τον δίχως τέλος και δίχως αρχή/ Ερωτά μου για σένα.."
Από το «Λαχταρώ» της Σάρα Κέιν
Τι σχέση μπορεί να έχει η Σάρα Κέιν και η Έιμι Γουάινχάουζ με την ηρωίδα του Γρηγορίου Ξενόπουλου; Είναι θεμιτό να παραπέμπεις σε σύγχρονες «μυθολογικές» αυτόχειρες που, βυθισμένες σε μανιοκαταθλιπτικές εξάρσεις, ναρκωτικά και δακρύβρεχτα τραγούδια, έδωσαν στην απογοήτευσή τους ένα μνημειώδες τέλος;
Αλλά και πώς αλλιώς μπορεί να αντιμετωπιστεί σήμερα το ερωτικό δράμα του 1930, αναρωτιέται στον εμβόλιμο χιουμοριστικό της μονόλογο η Λένα Κιτσοπούλου, υπόλογος αυτής της ακραίας όσο και ευφυούς διασκευής και σκηνοθεσίας.
Γιατί «οι μαλακίες που πίστευαν τότε» δεν ισχύουν στις μέρες μας. Όμως τα κοινωνικά κατάλοιπα, ο βαρβαρικός ερωτισμός, τα πάθη, η εκμετάλλευση, η ματαίωση των προσδοκιών και η σαγήνη της αυτοκαταστροφής δεν έχουν ημερομηνία λήξεως.
Το «Χαίρε Νύμφη» του Ξενόπουλου, βασισμένο στο μυθιστόρημά του «Ο Κατήφορος», αφηγείται την ιστορία της 16χρονης Ρόζας Στάγγα, κόρης καλής οικογενείας που, υποκύπτοντας στον εκβιασμό του πρώτου της έρωτα, χάνει την παρθενία της και με τη δική του προτροπή καταλήγει να γίνει μία από τις πιο διάσημες «κοκότες» των Αθηνών.
Μέσα στην ακανθώδη διαδρομή της, που μετατρέπει την αθωότητα σε κυνισμό, ξεφυτρώνει άξαφνα μια απατηλή ελπίδα αυτοπροσδιορισμού, για να διαψευστεί αμέσως μετά οδηγώντας τη στον τελευταίο της προορισμό: την αυτοκτονία.
Σ’ αυτό το τολμηρό για την εποχή του κείμενο, που συνταιριάζει το σαρκασμό με άγρια ωμότητα και σχολιάζει τη σαθρή μικροαστική ηθική, τις εκφυλισμένες οικογενειακές εστίες, τις σεξουαλικές και οικονομικές δοσοληψίες και γενικότερα το πλέγμα των συμφερόντων στις ανθρώπινες σχέσεις, η Λένα Κιτσοπούλου επενδύει τη δική της άμετρη πλην όμως δημιουργική «τρέλα».
Επεμβαίνοντας με αθυρόστομες παρεμβολές (ενίοτε άνευ λόγου ενισχυμένες τόσο σε επίπεδο βωμολοχίας όσο και σε σεξουαλικές χειρονομίες), καλλιεργώντας προκλητικές ατμόσφαιρες μέσα σε μία κιτς αισθητική (από το φτερωτό Αγγελο με τα δηλητηριώδη βέλη του έρωτα στην έναρξη της παράστασης μέχρι τα υπαινικτικά γαλακτώδη υγρά που απλώνονται στο στήθος της Ρόζας), τροφοδοτώντας τη δράση με τραγούδια της Γουάινχάουζ, του Μπιθικώτση, του Καρβέλα, του Νικολόπουλου και του Τσιτσάνη, εναλλάσσοντας αφελή τεχνάσματα με εύστροφα ευρήματα και δυσοίωνους τριγμούς με πηγαίο χιούμορ που ξορκίζει το αποτρόπαιο, παρωδεί οιονδήποτε μελοδραματισμό χτίζοντας το δικό της (δικό μας) άνευ ορίων κόσμο.
Το εγχείρημά της, επηρεασμένο από το θέατρο του Οστερμάγιερ και του Βαρλικόφσκι, διαθέτει ωστόσο την προσωπική της σφραγίδα -ένα συνδυασμό επιδεικτικής γοητείας και διανοητικής οξυδέρκειας. Και, παρ’ όλες τις ανισότητες ή τις υπερβολές του, κερδίζει το στοίχημα υποστηριζόμενο εξαιρετικά από τους ηθοποιούς του.
Η Μαρία Πρωτόπαππα, χωρίς να προσποιείται την αγνή παιδούλα, περνάει με θαυμαστούς ελιγμούς στη βαθύτερη ουσία της Ρόζας, στον ευαίσθητο, ευάλωτο και επιρρεπή σε καταστροφικούς πειρασμούς ψυχισμό της. Κάτω από τη φαινομενική ελαφράδα του Γιάννου Περλέγκα υπάρχει ένα γερό οικοδόμημα που εξασφαλίζει την πειστική σκιαγράφηση του διεφθαρμένου μέχρι «εγκλήματος» Ζοζού.
Στιγμές ευφορίας προσφέρει η εξαιρετική Ιωάννα Μαυρέα ερμηνεύοντας την αδίσταχτη μάνα της ηρωίδας και διευθύντρια του μπορντέλου που δυσανασχετεί όταν η κόρη της αποφασίζει να παντρευτεί ένα φτωχό υπαλληλάκο (εύστοχα κωμικοτραγικός ο Αλέξανδρος Τσώτσης).
Ευέλικτος ο Γιάννης Κότσιφας ως εκφυλισμένος εραστής και αδελφός του γαμπρού στη συνέχεια. Αλλά και στους συνοδευτικούς ρόλους ευτυχούν η Ντάνη Γιαννακοπούλου, ο Γιάννης Καπελάρης και η απολαυστική Λένα Κιτσοπούλου.
ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ- [email protected]