Κριτική θεάτρου: «Μεσοπόλεμος»
Στο σαλόνι της Οικίας Κατακουζηνού. Από αριστερά: Ανθή Ευστρατιάδου, Μαριάννα Τζανή, Μαίρη Λούση και Σύρμω Κεκέ.
Με μια εξαιρετική συντροφιά σε ένα μοναδικό σαλόνι στο διαμέρισμα-μουσείο του ζεύγους Κατακουζηνού, η Ελένη Πετάση μας μεταφέρει τις εντυπώσεις της από το θεατρικό έργο «Μεσοπόλεμος» που ανεβάζει η ομάδα Κανιγκούντα.
«Ειρήνη σε όλους τους ανθρώπους εύχομαι. Και μια πιο άφθονη ζωή».
Ατενίζοντας τη φωτισμένη Βουλή από το σαλόνι της οικίας Κατακουζηνού, η ευχή του Χένρι Μίλερ, που ξεπηδά από την αφήγησή του στον «Κολοσσό του Μαρουσιού», ακούγεται μελαγχολική καθώς η πραγματικότητα διαψεύδει την προσδοκία του φιλέλληνα στοχαστή. Και δεν είναι η μόνη.
Στο «Μεσοπόλεμο» της ομάδας Κανιγκούντα, οι ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο εξατμίζονται, αφού οι αναφορές σε καθοριστικά γεγονότα του '20 και του '30 (οικονομικό κραχ, κρίση του καπιταλισμού, πολιτική αστάθεια, μικρασιατική καταστροφή, μαζική έλευση μεταναστών) συνομιλούν με σημερινές αγωνίες.
Η παράσταση που σκηνοθέτησε η Μαρία Μαγκανάρη δεν περιορίζεται βέβαια μόνο σε ιστορικά ντοκουμέντα (βίντεο με επίκαιρα της εποχής, λόγους του Βενιζέλου και του Μεταξά, εκδηλώσεις όπως οι Δελφικές εορτές, σκηνές από ταινίες κ.ά.). Είναι, πάνω απ' όλα, μία σύνθεση λογοτεχνικών κειμένων που επιχειρεί να αναδείξει τον «άνθρωπο και τις ιστορίες του μέσα στον στρόβιλο της Ιστορίας».
Κατ' επέκταση, ποιήματα, πεζά και δημοσιεύσεις των Θεοτοκά, Κοσμά Πολίτη, Εμπειρίκου, Σεφέρη, Βάρναλη, Σκαρίμπα, Κόντογλου, Τερζάκη, Λευκού, Κατηφόρη και πολλών άλλων γνωστών και αγνώστων διανοητών, που παρουσιάζονται αποσπασματικά άλλοτε ως μονόλογοι και άλλοτε με τη μορφή μικρών δραματοποιημένων σκηνών, περνούν από την προσωπική στη συλλογική εμπειρία και αντιστρόφως. Και με κυρίαρχο μοτίβο τους στίχους του Βύρωνα Λεοντάρη «Είμαστε μεσοπόλεμος σου λέω, ανίατα μεσοπόλεμος...», το τότε και το τώρα σηματοδοτούν το φοβιστικό σύνδεσμό τους.
Ο Ευθύμης Θέου (αριστερά) με τον Θανάση Δόβρη (δεξιά), στον Μεσοπόλεμο...
Ωστόσο, η ανήσυχη περιέργεια και η φιλολογική γνώση της Μαγκανάρη δεν αρκούν για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου θεάματος. Η σμίξη ετερόκλητων υλικών δεν είναι πάντα εύστοχη, ενώ κάποιες επιλογές ξεστρατίζουν από το θέμα ή είναι μείζονος σημασίας.
Υπάρχουν, βέβαια, επεισόδια αφοπλιστικής αθωότητας, υπόγειας ειρωνείας και χιούμορ, που ενεργοποιούν το ενδιαφέρον του θεατή. Οπως ιδιαίτερα προσεγμένη είναι η ευέλικτη ερμηνευτική και η κινησιολογική κατάθεση των ηθοποιών (Ευθύμης Θέου, Θανάσης Δόβρης, Μαίρη Λούση, Μαριάννα Τζανή), με τη Σύρμω Κεκέ και την Ανθή Ευστρατιάδου να ξεχωρίζουν για την ευαισθησία και την ξεχειλίζουσα ενέργειά τους.
Ιδιαίτερα η σκηνή με το ζεμπέκικο της τελευταίας εκτελείται με φαντασία και ακρίβεια, ενώ η μουσική που επέλεξε ο Νίκος Ντούνας (περιλαμβάνοντας και δύο δικά του πρωτότυπα κομμάτια - «κιθάρες», «Μεσοπόλεμος») αναδεικνύει την ατμοσφαιρική νοσταλγία της παράστασης.
Εκεί, όμως, που το εγχείρημα βρίσκει την απόλυτη αρμονία στο χώρο και το χρόνο, είναι το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διαδραματίζεται: το διαμέρισμα - μουσείο του ζεύγους Κατακουζηνού, στον 5ο όροφο της οδού Αμαλίας, με τα αντικείμενα που κοσμούσαν τη ζωή τους, το σαλόνι όπου συνωστίζονταν διαπρεπείς άνθρωποι της τέχνης και των γραμμάτων και την εξαιρετική θέα στο Λυκαβηττό, τη Βουλή και τον Εθνικό Κήπο να λειτουργούν ως ζωντανή σκηνογραφία.
Aξίζει να σημειωθεί το καλοφτιαγμένο, πλούσιο σε υλικό πρόγραμμα της ομάδας που προσφέρεται σε μορφή dvd.
Ελένη Πετάση [email protected]