Κριτική Θεάτρου: «Οι έμποροι των εθνών»

kritiki-theatrou-oi-emporoi-ton-ethnon

Οι πρωταγωνιστές, ντυμένοι αυστηρά και με γυμνά πόδια, παρατεταγμένοι σε υδάτινη επιφάνεια, στην οποία βρέχονται κάθε τόσο, αναλαμβάνουν το «ρόλο» του αφηγητή

ΤΡΙΤΗ, 15 ΜΑΙΟΥ 2012

Στοχασμούς μέσα σε μια αιχμηρά πολιτική σκηνή, διακρίνει η Ελένη Πετάση στη θεατρική παράσταση «Οι έμποροι των εθνών», του Αλ. Παπαδιαμάντη, που ανεβαίνει στη σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου.

«Η αργία εγέννησε την πενία

Η πενία έτεκεν την πείναν.

Η πείνα παρήγαγε την όρεξιν.

Η όρεξις εγέννησεν την αυθαιρεσίαν.

Η αυθαιρεσία εγέννησε την ληστείαν.

Η ληστεία εγέννησε την πολιτικήν.

Ιδού η αυθεντική καταγωγή του τέρατος τούτου.

Τότε και τώρα, πάντοτε η αυτή....»

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης:

«Οι έμποροι των εθνών»

Ποιος θα το πίστευε ότι το δεύτερο από τα τρία μυθιστορήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Οι έμποροι των εθνών», θα έκανε την παρθενική του εμφάνιση στην εβδομαδιαία σατιρική εφημερίδα «Μη χάνεσαι» και μάλιστα σε συνέχειες;

Ποιος δεν αναρωτιέται πώς ένα τόσο ποιητικό και με ιδιωματική γλώσσα λογοτέχνημα μπόρεσε να γίνει «μπεστ σέλερ» εν έτει 1882; Και, όμως, το πρωτόλειο αυτό κείμενο του Σκιαθίτη συγγραφέα, που ο ίδιος δεν το είδε ποτέ τυπωμένο σε μορφή βιβλίου, διέθετε όλα τα μυστικά της επιτυχίας: ιστορική μυθοπλασία, καλπάζουσα φαντασία, παράφορους έρωτες, πολιτικές ίντριγκες, προδοσίες, κ.ά. Και σαν ρομάντζο ευρείας κατανάλωσης κέρδισε αρχικά το ενδιαφέρον των μαζών για να αποτελέσει, στη συνέχεια, ένα έργο σημαντικό τόσο για την εποχή του όσο και για σήμερα.

Ο μύθος του τοποθετείται μεταξύ 1199 και 1207, λίγο πριν και λίγο μετά την Αλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (Δ' Σταυροφορία), όταν η βενετική κυριαρχία στα νησιά του Αιγαίου και η δίψα του χρήματος των κατακτητών σκόρπιζε τρόμο στους ήσυχους κατοίκους τους.

Μέσα σε αυτή τη θεμελιώδη σύγκρουση Ελληνορθόδοξης Ανατολής και Ρωμαιοκαθολικής Δύσης (την τόσο συμβατή με σύγχρονες αναλογίες) γιγαντώνει το πάθος της Αυγούστας, η οποία απαρνιέται τον ευπατρίδη σύζυγό της, Ιωάννη Μούχρα, καθώς ερωτεύεται παράφορα τον Βενετό απαγωγέα της, Μάρκο Σανούτο.

Ο τελευταίος, πρόσωπο ιστορικό, φιλήδονο, άπληστο και τυχοδιωκτικό, ξυπνά σ' αυτή την ωραιότατη και μέχρι τότε αγνή γυναίκα τέτοια σφοδρή σαρκική επιθυμία, που καταρρίπτει όλα τα ταμπού και αναπόφευκτα οδηγεί στην αυτοκαταστροφή και το θάνατο.

Ο Παπαδιαμάντης, γνωστός ως «κοσμοκαλόγερος» και «Αγιος των ελληνικών γραμμάτων», ένας άνθρωπος ευσεβής και αδιάφορος για το χρήμα ή τις γήινες απολαύσεις, αλλά και μόνιμος θαμώνας των καπηλειών, διυλίζει τα συναισθήματά της, προβάλλοντας άθελά του τη δική του αντιφατική φύση.

«Οι έμποροι των εθνών», που αναπνέουν σε ένα περιβάλλον αιχμηρά πολιτικό, γίνονται στα χέρια του μουσικού - σκηνοθέτη, Θοδωρή Αμπατζή, μια σύνθετη παρτιτούρα.

«Ο χορικός λόγος συνδιαλέγεται με μονoλογικές αφηγήσεις...»

Ο χορικός λόγος συνδιαλέγεται με μονoλογικές αφηγήσεις, οι αφηγήσεις εναλλάσσονται με δραματοποιημένα επεισόδια, η πρόζα μετατρέπεται σε τραγούδι, οι ήχοι των λέξεων συνδυάζονται με ήχους έντεχνους (τις συνθέσεις του Αμπατζή ερμηνεύουν ζωντανά τσέλο και κρουστά από την Σοφία Ευκλείδου και τον Ιάκωβο Παυλόπουλο).

Μέσα σ' αυτό το μουσικό τοπίο, εισβάλλουν παφλασμοί κυμάτων, λες και ξεπηδούν από τις βιντεοσκοπημένες εικόνες (βίντεο Στάθης Αθανασίου) μιας μικρής οθόνης που υπερίπταται στο χώρο, όπου η θάλασσα, ως κυρίαρχο στοιχείο, συνοδεύεται από αντικατοπτρισμούς των σκηνικών προσώπων.

Εξι πρόσωπα (Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Τζωρτζίνα Δαλιάνη, Κωστής Καλλιβρετάκης, Νέστωρ Κοψιδάς, Μαρία Παρασύρη, Δανάη Σαριδάκη), ντυμένα αυστηρά και με γυμνά πόδια, παραταγμένα πίσω από ένα τραπέζι μπιλιάρδου με υδάτινη επιφάνεια, στην οποία βρέχονται κάθε τόσο, (σκηνικό-κοστούμια Ελένη Μανωλοπούλου), αναλαμβάνουν τον «ρόλο» του αφηγητή. Με απειροελάχιστες κινήσεις, λεπτομερειακά μελετημένες και απόλυτα στιλιζαρισμένες, συνθέτουν μια άλλη, οπτική αυτή τη φορά, παρτιτούρα (χορογραφία Ζωή Χατζηαντωνίου).

Η φορμαλιστική σκηνοθεσία αφαιρεί κάθε ηθογραφικό στοιχείο του έργου και ενισχύει την εικαστικότητα της παράστασης. Μπορεί, ωστόσο, η απόσταση από τα συναισθήματα να αφήνει περιθώριο για στοχασμό, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύει τους ζωσμένους από κρίσιμα πάθη χαρακτήρες.

Από την άλλη, παρότι η δραματουργική επεξεργασία του κειμένου από την Ελσα Αδριανού είναι εξαιρετική -επικεντρώνεται στα τρία κύρια πρόσωπα του έργου και αφαιρώντας οτιδήποτε περιττό φτάνει στην ουσία- υπάρχουν στιγμές που η ενδιαφέρουσα μουσικοθεατρική φόρμα, που χρόνια τώρα επεξεργάζεται ο Θοδωρής Αμπατζής, γλιστράει σε φωνητικές «επικινδυνότητες» -λαρυγγισμούς και κραυγές ενίοτε στο όριο της υπερβολής-, εμποδίζοντας την κατανόηση της, έτσι κι αλλιώς, απαλλαγμένης από κάθε συμβιβασμό γλώσσας του Παπαδιαμάντη.

ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ - [email protected]