Είδαμε το «Πέτρες στις τσέπες τους»
Εκφράζοντας οργή για τις παγίδες του συστήματος με όπλο την κωμωδία. Από την Ελένη Πετάση.
Η συγγραφέας Μαρί Τζόουνς, μεγαλωμένη στο Μπέλφαστ και έχοντας γνωρίσει από κοντά τους αδύναμους, φτωχούς κατοίκους της ιρλανδικής επαρχίας, που γραπώνονται από μία φαντασίωση για να επιβιώσουν, γράφει έργα που μέσα από το άγγιγμα της κωμωδίας ξεπηδά «η πολιτική της οργή». Το «Πέτρες στις τσέπες του», παρότι έχει βραβευτεί ως κωμωδία (βραβείο Ολιβιέ 2001), ισορροπεί ανάμεσα στο γέλιο και τη μελαγχολία και όπως επισημαίνει η ίδια «γράφω τραγωδίες που ο κόσμος τις βρίσκει αστείες». Και θα μπορούσε να ήταν ένα εξαιρετικό κείμενο αν δεν κατέφευγε ενίοτε σε μελό ευκολίες.
Στην προκειμένη περίπτωση, η αιχμηρή κριτική ματιά της εντοπίζεται στο καπιταλιστικό πολιτιστικό σύστημα που αρχικά γοητεύει και κατ’ επέκταση μολύνει τους ανθρώπους, ενώ στη συνέχεια τους εκμεταλλεύεται, τροφοδοτώντας τους με άκυρες ελπίδες και καθιστώντας τους απλώς ένα μέσο για να κερδίσουν εις βάρος τους κάποιοι άλλοι, όπως για παράδειγμα οι κινηματογραφικές βιομηχανίες.
Σ’ αυτόν τον κόσμο της ανθρωποφαγικής χρηματοκρατίας ανήκει και το Χόλιγουντ και στη δική του παγίδα πέφτουν οι κάτοικοι ενός μικρού ιρλανδικού χωριού όπου γυρίζεται μια υπερπαραγωγή του. Στο «Πέτρες στις τσέπες του» δύο φουκαράδες κομπάρσοι, ο Τσάρλι και ο Τζέικ, έχοντας σπαταλήσει τα όνειρά τους σε άκαρπες προσδοκίες, αποφασίζουν στο τέλος να πάρουν την τύχη στα χέρια τους. Ωστόσο το έργο δεν περιορίζεται μόνο στη δική τους ιστορία. Διαπλέκει στις ζωές τους 15 χαρακτήρες που βρίσκονται γύρω τους - από τη ματαιόδοξη Αμερικανίδα ντίβα μέχρι τους απλούς κατοίκους του χωριού που θαμπώνονται από την εφήμερη λάμψη του σελιλόιντ και από τον σεκιουριτά μέχρι τον απελπισμένο Σον, θύμα των ανεπίδοτων ελπίδων του, που βάζει πέτρες στις τσέπες του και βουτώντας στη λίμνη αυτοκτονεί.
Και όλους αυτούς τους ρόλους καλούνται να τους ενσαρκώσουν οι δύο σκηνοθέτες-πρωταγωνιστές. Δηλαδή, ο Μάκης Παπαδημητρίου και ο Γιώργος Χρυσοστόμου, που, παρότι εξωθούνται σε επιφανειακές μιμήσεις αλλεπάλληλων τύπων, καταφέρνουν να σκιαγραφήσουν δύο διαφορετικούς κόσμους: τη μίζερη πραγματικότητα της επαρχιακής Ιρλανδίας σε αντιπαράθεση με την εφήμερη, εκμαυλιστική γοητεία του star system.
Η, κατά κάποιο τρόπο, «χειροποίητη» παράστασή τους, βασισμένη αποκλειστικά στα εκφραστικά τους μέσα, κυλάει με καταιγιστικούς ρυθμούς, πλαισιωμένη από ένα ευφάνταστο χάρτινο σκηνικό (Μαγδαληνή Αυγερινού) που αντικατοπτρίζει το ψεύτικο σύμπαν του αμερικανικού ονείρου. Οι ίδιοι -σε γενικές γραμμές- έχουν μέτρο στις μεταμορφώσεις τους παραπέμποντας σε «κλόουν» που με αυτοσχεδιαστικό οίστρο αναδεικνύουν κυρίως την κωμική τους φλέβα. Ωστόσο, το κωμικό στοιχείο δεν εξαλείφει τις σκοτεινές νότες του κειμένου. Αντιθέτως τις ενισχύει.
ΕΛΕΝΗ ΠΕΤΑΣΗ / [email protected]