Πώς η σύγχρονη διατροφή κάνει κακό στην υγεία του εντέρου
Μελετώντας το μικροβίωμα φυλών που ζουν στη φύση και βρίσκουν μόνοι τους την τροφή τους, οι ερευνητές βρίσκουν διασύνδεση μεταξύ της διατροφής δυτικών προτύπων και των σημερινών προβλημάτων υγείας.
Το ότι η εντερική υγεία είναι σημαντική για τη συνολική μας υγεία δεν είναι κάτι νέο. Πλέον, όμως, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Stanford πιστεύουν ότι βρήκαν την εξήγηση γι’ αυτό και φαίνεται πως οφείλεται στο μικροβίωμα –ή στην έλλειψή του.
Το μικροβίωμα είναι το σύνολο μικροβιακού πληθυσμού που βρίσκεται σε ένα καθορισμένο περιβάλλον κι όταν μιλάμε για εντερικό μικροβίωμα εννοούμε τους μικροοργανισμούς που βρίσκονται στο έντερο. Αυτοί οι μικροοργανισμοί υπάρχουν στον καθένα μας από τη στιγμή που γεννιόμαστε κι έπειτα διαμορφώνονται από διατροφικούς και άλλους παράγοντες κατά τη διάρκεια της ζωής μας.
Όπως εξηγεί ο Sam Smits, PhD, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Stanford, το ανθρώπινο έντερο αν απλωθεί έχει την έκταση ενός μικρού κήπου. Σκεφτείτε τρισεκατομμύρια βακτήρια να ζουν στην επιφάνειά του και να έχουν αλληλεπίδραση με τον οργανισμό μας, δημιουργώντας τεράστιες επιδράσεις στην ενέργεια, το ανοσοποιητικό, τις χρόνιες φλεγμονώδεις παθήσεις κ.ο.κ. του κάθε ανθρώπινου συστήματος.
Η διατροφή του ανθρώπου έχει αλλάξει ριζικά τα τελευταία 15 χιλιάδες χρόνια, κυρίως λόγω της εξέλιξης της γεωργίας και μόλις τον περασμένο αιώνα, η εισαγωγή των αντιβιοτικών, των καισαρικών, η αύξηση της καθιστικής ζωής και η αλλαγή των φυτικών τροφών με επεξεργασμένες οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές στο ανθρώπινο σώμα.
Οι ερευνητές του Stanford, λοιπόν, θέλησαν να εξετάσουν το πώς η διατροφή μας επιδρά στο μικροβίωμα και γι’ αυτό μελέτησαν μια φυλή κυνηγών της Τανζανίας, τους Hadza. Οι φυλές που έχουν καταφέρει να επιζήσουν στον πλανήτη μας αποτελούν ό,τι πιο κοντινό έχουμε στους προγόνους μας, όπως εξηγεί ο επικεφαλής της μελέτης, Justin Sonnenburg, PhD, βοηθός καθηγητής Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας.
Τα μέλη της φυλής αυτής ακολουθούν διατροφή που περιλαμβάνει κυρίως κρέας, μούρα, μέλι και βολβούς, που σημαίνει ότι αναλόγως με την εποχή και τις βροχές μπορεί να καταναλώνουν περισσότερο κρέας ή μούρα.
Οι ερευνητές συγκέντρωσαν 350 δείγματα κοπράνων από άτομα της φυλής σε διάστημα ενός χρόνου και βρήκαν ότι το μικροβίωμά τους είναι διαφορετικό από αυτό του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Ανακάλυψαν, μάλιστα, ότι την εποχή κατανάλωση περισσότερου κρέατος, οι Hadza παρουσίαζαν συγκεκριμένα είδη βακτηρίων που δεν εντοπίζονταν στην συντριπτική πλειοψηφία του σύγχρονου κόσμου.
Πόσο μας επηρεάζει, όμως, αυτό; Σύμφωνα με τον Dr. Eugene B. Chang μέλος διοικητικού συμβουλίου του Αμερικανικού Γαστρεντερολογικού Κέντρου για την Έρευνα και την Εκπαίδευση στο εντερικό μικροβίωμα, παίζει το ρόλο του. Όσοι καταναλώνουν τροφές με βάση το πρότυπο της δυτικής διατροφής, φαίνεται να παρουσιάζουν έλλειψη σε είδη-κλειδιά μικροοργανισμών, που είναι απαραίτητα για την υγεία. Με την κατανάλωση τροφών με υψηλά λιπαρά και ζάχαρη, αλλά και με μείωση των φυτικών ινών, οι μικροοργανισμοί αυτοί που είναι απαραίτητοι για την υγεία δεν υπάρχουν στο εντερικό μικροβίωμα του σύγχρονου ανθρώπου.
Οι έρευνες, βέβαια, ποικίλλουν, και η μελέτη του Stanford είναι μια από τις πολλές των τελευταίων χρόνων που δείχνει ότι η υγεία του εντέρου παίζει σημαντικό ρόλο στη συνολική υγεία, ενώ υπάρχουν και άλλες αποδείξεις σε διάσπαρτες έρευνες που δείχνουν ότι το μικροβίωμα του δυτικού κόσμου διαφέρει. Υπάρχουν, επίσης, ενδείξεις που φανερώνουν αύξηση των χρόνιων παθήσεων στους δυτικούς πληθυσμούς και όλα μαζί δείχνουν ότι το μικροβίωμα του βιομηχανικού κόσμου δεν έχει και τόσο προστατευτικές ιδιότητες απέναντι σε ασθένειες που βρίσκονται σε έξαρση.
Όταν το μικροβίωμα του εντέρου γίνεται μη φυσιολογικό ή σχηματίζεται ακανόνιστα, μπορεί να έχει τρομερές συνέπειες στη συνολική μας υγεία. Μπορεί να πυροδοτήσει προβλήματα στο ανοσοποιητικό, τον μεταβολισμό, σε παθήσεις του ήπατος, παχυσαρκία, διαβήτη, φλεγμονές στο έντερο, ακόμη και καρδιαγγειακά προβλήματα. Μελέτη του 2016, μάλιστα, έδειξε ότι όταν μείωναν τις φυτικές ίνες από τα ποντίκια, μειωνόταν και η ποικιλότητα των ειδών των μικροοργανισμών του εντέρου, κάτι που επανερχόταν όταν έμπαιναν ξανά οι φυτικές ίνες στο διατροφικό πλάνο. Αν, όμως, η έλλειψή τους μετράει 4 γενιές πίσω, τότε τα είδη που επανέρχονταν, πλέον έχουν χαθεί. Αυτό μπορεί να συμβαίνει και στον δυτικό κόσμο, με την εξέλιξη της διατροφής μας να παίζει σημαντικό ρόλο.
Αποφύγετε, λοιπόν, επεξεργασμένες, συσκευασμένες τροφές, τα πολλά λιπαρά και τη ζάχαρη και αυξήστε τις φυτικές ίνες. Οι Hadza λαμβάνουν 100 ή περισσότερα γραμμάρια φυτικών ινών την ημέρα, την ίδια στιγμή που εμείς φτάνουμε μόλις τα 15. Αυξήστε, λοιπόν, φρούτα, λαχανικά, ολική άλεση και μιλήστε με τον γιατρό σας για περαιτέρω εξετάσεις ή συμπληρώματα, αν κρίνεται απαραίτητο, σε περίπτωση που σας ταλαιπωρεί κάποια σχετική πάθηση.