Επηρεάζει η οικονομική κρίση την ψυχική μας υγεία;
Η οικονομική κρίση έχει πια μπει για τα καλά στη ζωή μας. Και δυστυχώς δεν απειλεί μόνο το πορτοφόλι μας αλλά και την ψυχική μας υγεία που φαίνεται πως επηρεάζεται δυσμενώς από τα "μαύρα μαντάτα" της οικονομίας μας...
Η οικονομική κρίση έχει πια μπει για τα καλά στη ζωή μας. Και δυστυχώς δεν απειλεί μόνο το πορτοφόλι μας αλλά και την ψυχική μας υγεία που φαίνεται πως επηρεάζεται δυσμενώς από τα "μαύρα μαντάτα" της οικονομίας μας...
Η ανθρωπότητα είναι αντιμέτωπη με την πιο σοβαρή οικονομική κρίση από τη δεκαετία του ΄30. Η κατάσταση ξεκίνησε από τις ΗΠΑ το 2008 και επεκτάθηκε σε όλες σχεδόν τις αναπτυγμένες χώρες. Οι αυξήσεις σε τροφή και καύσιμα έχουν ωθήσει πάνω από 100.000.000 άτομα στην Ευρώπη κάτω από το όριο της φτώχειας, το παγκόσμιο εμπόριο συρρικνώθηκε για πρώτη φορά από το 1980, η ανεργία καλπάζει, τα νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα, το διεθνές τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει σε κατάρρευση, και χώρες καταφεύγουν στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για να αποφύγουν τη χρεοκοπία. Αν και υπάρχουν διφορούμενες απόψεις για τις επιπτώσεις στη γενική υγεία, όλοι σχεδόν οι ερευνητές συμφωνούν ότι η ψυχική υγεία επηρεάζεται δυσμενώς σε περιόδους οικονομικών κρίσεων. Υπάρχει σαφής και εκφρασμένη ανησυχία ότι τα προβλήματα ψυχικής υγείας θα αυξηθούν και στην παρούσα οικονομική κρίση, αφού όπως αναφέρει σε πρόσφατες εκθέσεις η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας: «Δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε αν δούμε αύξηση ψυχικών διαταραχών και αυτοκτονιών», «οι φτωχοί και οι ευάλωτοι θα είναι οι πρώτοι που θα υποφέρουν» «η προάσπιση των κονδυλίων για την υγεία θα γίνει πιο δύσκολη» (ΠΟΥ, 2008). Τέτοιοι φόβοι υποστηρίζονται και από πληθώρα επιδημιολογικές μελέτες που δείχνουν θετική συσχέτιση μεταξύ χαμηλότερου εισοδήματος, ανεργίας και κακής ψυχικής υγείας. Η σημασία των ψυχικών, και ιδιαίτερα των συναισθηματικών διαταραχών, για τη δημόσια υγεία φαίνεται από το γεγονός ότι κατατάσσονται ανάμεσα στις πρώτες αιτίες που προκαλούν σημαντική ανικανότητα, ενώ οι διαταραχές αυτές αναμένεται να αυξηθούν και να γίνουν μέχρι το 2020 δεύτερες σε συχνότητα, μετά την ισχαιμική καρδιοπάθεια (ΠΟΥ, 2001). H κατάθλιψη, οι αγχώδεις διαταραχές και η αυτοκτονικότητα, σε συνδυασμό με επιβλαβείς συνήθειες ζωής και ψυχοσωματικές νόσους, κάνουν τα άτομα και τις οικογένειές τους να υποφέρουν και συγχρόνως δημιουργούν μεγάλο οικονομικό κόστος στις κοινωνίες.
Όλες σχεδόν οι έρευνες δείχνουν τον αντίκτυπο των οικονομικών υφέσεων στην ψυχική υγεία. Ακόμα και όταν οι συνολικοί δείκτες υγείας, όπως η συνολική θνησιμότητα και το προσδόκιμο επιβίωσης δεν επηρεάζονται, τα ποσοστά ειδικών αιτίων θνησιμότητας δείχνουν να επηρεάζονται από τη σοβαρότητα της κρίσης. Για παράδειγμα, η αύξηση των αυτοκτονιών, ανθρωποκτονιών, κατάχρησης αλκοόλ, ψυχιατρικών διαταραχών, ηπατικών κιρρώσεων και ελκών του πεπτικού αυξάνονται σε συνθήκες απότομης αύξησης της ανεργίας. Οι ειδικοί εκφράζουν ανησυχία για τις επιπτώσεις της τρέχουσας κρίσης στην ψυχική υγεία και συνιστούν την ετοιμότητα των συστημάτων υγείας να τις αντιμετωπίσουν. Στο Ηνωμένο Βασίλειο αναμένεται τριπλασιασμός των ψυχωτικών επεισοδίων, διπλασιασμός της κατάχρησης αλκοόλ και δι ή τριπλασιασμός των καταθλιπτικών επεισοδίων, ενώ πρόσφατες αναφορές δείχνουν ήδη αύξηση των αυτοκτονιών στην Ιαπωνία στην παρούσα κρίση. Σε πρόσφατο άρθρο στο Lancet περιγράφεται μελέτη που έγινε σε 26 χώρες της Ευρώπης για το διάστημα 1970-2006 και βρέθηκε ότι για κάθε αύξηση 1% στην ανεργία, υπήρχε αύξηση 0,8% στις αυτοκτονίες, στις ηλικίες κάτω των 65 ετών, καθώς και αύξηση 0,8% στις ανθρωποκτονίες. Αντίθετα, τα τροχαία ατυχήματα ελαττώθηκαν κατά 1,4%. Επίσης, αύξηση πάνω από 3% στην ανεργία είχε αντίστοιχα ακόμη μεγαλύτερη επίδραση στις αυτοκτονίες (αύξηση >4%), στις ηλικίες κάτω των 65 ετών, καθώς και στους θανάτους από χρήση αλκοόλ.
Οι υπηρεσίες υγείας επηρεάζονται άμεσα μέσω της μείωσης κονδυλίων για την υγεία και τις δομές αποκατάστασης. Παράλληλα, η ανεργία, η έλλειψη ασφάλισης και η μείωση του εισοδήματος οδηγούν σε αποφυγή χρήσης των υπηρεσιών υγείας και φαρμάκων, σε υπο-θεραπεία των νοσημάτων και σε αύξηση των υποτροπών των χρονίων νοσημάτων. Προτεραιότητα για κάθε χώρα που αντιμετωπίζει οικονομική κρίση είναι η προστασία της ζωής και της βιωσιμότητας των ατόμων που βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο, με πρωταρχική πολιτική δράση την υποστήριξη κοινωνικών δικτύων ασφαλείας. Ένα σταθερό εύρημα των μελετών είναι ότι η ταχύτητα της οικονομικής μεταβολής αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για την υγεία. Ο βαθμός στον οποίο οι οικονομικές μεταβολές επιδρούν στην υγεία επηρεάζεται από το βαθμό στον οποίο οι άνθρωποι είναι προστατευμένοι από την απειλή. Οι ειδικοί επικεντρώνονται σε τρεις βασικούς τομείς, στους παράγοντες κινδύνου, στην κοινωνική συνοχή (άτυπη πρόνοια) και στην κοινωνική προστασία (επίσημη πρόνοια).
Σχετικά με την έκθεση στους παράγοντες κινδύνου, η ιστορία δείχνει ότι το κραχ του ‘29 δεν είχε σαν αποτέλεσμα αύξηση του αλκοολισμού, αφού στις ΗΠΑ είχε ήδη κηρυχθεί η ποτοαπαγόρευση, σε αντίθεση με την πρώην ΕΣΣΔ, όπου στην κρίση της δεκαετίας 80’ ευνοήθηκε η δραματική αύξηση του αλκοολισμού. Παρόμοια, δυο από τις λίγες εταιρίες που συνεχίζουν να προσλαμβάνουν εργαζομένους στην τρέχουσα κρίση στις ΗΠΑ είναι τα Mac Donalds & Kentucky Fried Chicken, γεγονός που υποδεικνύει ότι ο κόσμος στρέφεται σε φτηνά και έτοιμα, πλην όμως ανθυγιεινά, φαγητά. Οι Κουβανοί αντίθετα, μετά την πτώση της ΕΣΣΔ στράφηκαν σε φτηνά, αλλά υγιεινά φαγητά, κυρίως φρούτα και λαχανικά, με το αμερικανικό εμπάργκο να τους προστατεύει στην ουσία από την έκθεση στις αμερικανικές αλυσίδες ταχυφαγείων. Οι κοινωνίες όμως διαφέρουν και στη διαθεσιμότητα κοινωνικής υποστήριξης . Έτσι, στην πρώην ΕΣΣΔ οι αντίξοες για την υγεία επιπτώσεις της ταχείας οικονομικής αλλαγής μειώνονταν ουσιαστικά όπου οι άνθρωποι ήταν μέλη κοινωνικών οργανώσεων, όπως εμπορικές ενώσεις ή αθλητικοί ομίλοι. Συστήματα κοινωνικής υποστήριξης ή αλλιώς «δίκτυα κοινωνικής ασφάλειας» αποτελούν επίσης οι φιλανθρωπικές οργανώσεις, η εκκλησία, η οικογένεια, και οι φίλοι. Επίσης, οι κοινωνίες διαφέρουν και στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας. Τα διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν ότι ο λόγος για τον οποίο η Μαλαισία δεν υπέφερε στη διάρκεια της ασιατικής κρίσης ήταν επειδή, σε αντίθεση με τις γειτονικές της χώρες, αγνόησε τη συμβουλή της διεθνούς οικονομικής κοινότητας να μειώσει τις δαπάνες της στην κοινωνική προστασία.
Η πρωτογενής παρέμβαση για τη μείωση του οικονομικού στρες αφορά στην προαγωγή της εργασίας και της οικονομικής υγείας, όπως για παράδειγμα μέσω προγραμμάτων οικονομικής επιμόρφωσης ή κρατικά επιδοτούμενων προγραμμάτων ανάπτυξης δεξιοτήτων. Αν και οι απολύσεις είναι η αρχική αντίδραση ενός οργανισμού κατά την οικονομική κρίση, εναλλακτικές στρατηγικές όπως μετακινήσεις θέσεων εργαζομένων, μείωση ωρών εργασίας ή άδειες άνευ αποδοχών, φαίνεται να μειώνουν το οικονομικό στρες. Επίσης, ανεξάρτητα από τη στρατηγική του εργοδότη, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να είναι ενημερωμένοι για τη φύση των αλλαγών, ώστε να μειώνεται η ματαίωση και να ενισχύεται η εμπιστοσύνη. Καλές δυνατότητες παρέμβασης έχουν οι κυβερνήσεις που μπορούν να σχεδιάζουν προγράμματα οικονομικής ανάπτυξης, να προσελκύουν τους εργαζόμενους σε εργασίες μεγάλης ζήτησης, να προσφέρουν άμεση βοήθεια σε ευάλωτα άτομα που χάνουν την εργασία και να επανεκπαιδεύουν τους απολυμένους με σκοπό την επανένταξή τους στη νέα αγορά εργασίας.
Η δευτερογενής παρέμβαση αφορά στην προαγωγή διαχείρισης του στρες στις ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως για παράδειγμα συμβουλευτικά προγράμματα οικονομικής διαχείρισης, ψυχολογική υποστήριξη και οικονομικές διευκολύνσεις ή φοροελαφρύνσεις. Κλειδί στο επίπεδο της δευτερογενούς πρόληψης αποτελεί η ενίσχυση αντιμετώπισης των συνήθων ψυχιατρικών διαταραχών στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Πρόσφατα στοιχεία έδειξαν την αποτελεσματικότητα και θετική σχέση κόστους-αποτελέσματος των ψυχολογικών και φαρμακολογικών παρεμβάσεων σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Η τριτογενής παρέμβαση αφορά στην αποκατάσταση της οικονομικής υγείας των πληγέντων, για παράδειγμα με επιδόματα ανεργίας ή με ενεργά προγράμματα στήριξης της αγοράς εργασίας. Βρέθηκε ότι κάθε αύξηση 10 δολαρίων ανά άτομο στις επενδύσεις για προγράμματα στήριξης της αγοράς εργασίας μειώνει την επίπτωση της ανεργίας στις αυτοκτονίες κατά 0,04%. Πρόσφατα, μελετήθηκε η σχέση μεταξύ των δημόσιων κοινωνικών δαπανών και των αυτοκτονιών στις 27 χώρες του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (OECD) από το 1980 έως το 2003. Τα ευρήματά τους δείχνουν ότι τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας μπορούν να αποτελέσουν ζωτικό παράγοντα για την πρόληψη των αυτοκτονιών και ειδικά σε χώρες που βιώνουν μια κοινωνική κρίση ή μετάβαση.
Ορέστης Γιωτάκος, Ψυχίατρος
Πηγή: wwww.iator.gr