Πόσο καλό ή όχι μας κάνει το κλάμα;
Από την οικονομική κρίση, μέχρι την πανδημία και τους πολέμους, είχαμε πολλούς λόγους να κλάψουμε τα τελευταία χρόνια. Πώς μας ωφελεί το κλάμα στη ζωή, όμως, και πότε είναι ανησυχητικό; Δημοσίευμα της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ βάζει τα δάκρυά μας σε τάξη.
Οι πεποιθήσεις ότι το κλάμα είναι δείγμα αδυναμίας και έλλειψης συναισθηματικής αντοχής ευτυχώς έχουν περάσει προ πολλού. Σύμφωνα, μάλιστα με την Γερμανική Εταιρεία Οφθαλμολογίας, η οποία έχει συγκεντρώσει διάφορες επιστημονικές μελέτες σχετικά με το κλάμα, η μέση γυναίκα κλαίει μεταξύ 30 και 64 φορές το χρόνο και ο μέσος άνδρας κλαίει μεταξύ 6 και 17 φορές το χρόνο. Οι άνδρες τείνουν να κλαίνε για δύο έως τέσσερα λεπτά, ενώ οι γυναίκες κλαίνε για περίπου έξι λεπτά.
Πόσο μας ωφελεί το κλάμα;
Ως φαινόμενο που είναι μοναδικό για τον άνθρωπο, το κλάμα είναι μια φυσική αντίδραση σε μια σειρά συναισθημάτων, από βαθιά θλίψη και στενοχώρια έως ακραία ευτυχία και χαρά. Είναι όμως το κλάμα καλό για την υγεία; Η απάντηση είναι ναι και τα ιατρικά οφέλη του κλάματος ήταν γνωστά ήδη από την κλασική εποχή. Οι στοχαστές και οι γιατροί της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης υποστήριζαν ότι τα δάκρυα λειτουργούν σαν κάθαρση και εξαγνισμός, με τους ψυχολόγους του σήμερα να συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό, τονίζοντας τον ρόλο του κλάματος ως μηχανισμού που μας επιτρέπει να απελευθερώσουμε το στρες και τον συναισθηματικό πόνο.
Το κλάμα είναι μια σημαντική βαλβίδα ασφαλείας, κυρίως επειδή το να κρατάμε τα δύσκολα συναισθήματα μέσα μας -αυτό που οι ψυχολόγοι αποκαλούν καταπιεστική αντιμετώπιση- μπορεί να κάνει κακό στην υγεία μας. Μελέτες έχουν συνδέσει την καταπιεστική αντιμετώπιση με ένα λιγότερο ανθεκτικό ανοσοποιητικό σύστημα, καρδιαγγειακές παθήσεις και υπέρταση, καθώς και με καταστάσεις ψυχικής υγείας, όπως το άγχος, το στρες και η κατάθλιψη. Το κλάμα έχει επίσης αποδειχθεί ότι αυξάνει τη σύνδεσή μας με άλλους ανθρώπους, την ενσυναίσθηση και την υποστήριξη από φίλους και οικογένεια.
Δεν είναι όλα τα δάκρυα το ίδιο, γι’ αυτό και οι επιστήμονες τα χωρίζουν σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες: αντανακλαστικά δάκρυα, συνεχή δάκρυα και συναισθηματικά δάκρυα. Οι δύο πρώτες κατηγορίες επιτελούν τη σημαντική λειτουργία της απομάκρυνσης υπολειμμάτων όπως ο καπνός και η σκόνη από τα μάτια μας και της λίπανσης των ματιών μας για να τα προστατεύσουν από μολύνσεις. Το περιεχόμενό τους αποτελείται κατά 98% από νερό.
Τα συναισθηματικά δάκρυα από την άλλη, τα οποία αποβάλλουν τις ορμόνες του στρες και άλλες τοξίνες από τον οργανισμό μας, είναι αυτά που έχουν τα περισσότερα οφέλη για την υγεία. Οι ερευνητές έχουν διαπιστώσει ότι το κλάμα απελευθερώνει ωκυτοκίνη και ενδογενή οπιοειδή, γνωστά και ως ενδορφίνες. Αυτές οι χημικές ουσίες που προκαλούν ευεξία βοηθούν στην ανακούφιση τόσο του σωματικού όσο και του συναισθηματικού πόνου.
“Boys don’t cry" τραγουδούσαν οι Cure πίσω στο 1979 και πράγματι το «οι άντρες δεν κλαίνε» το έχουμε ακούσει όλοι να λέγεται ακόμη και σε πολύ μικρά αγόρια, καταπιέζοντας τον συναισθηματισμό τους με βάση τα πατριαρχικά πρότυπα. Όταν αυτά τα αγόρια μεγαλώνουν, μαθαίνουν τελικά να καταπιέζουν τα συναισθήματά τους, να απομονώνονται όταν νιώθουν ευάλωτοι και να στρέφονται ακόμη και στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά ή να γίνονται αυτοκτονικοί. Χρειάζεται, λοιπόν, να αποτινάξουμε αυτή την καταπίεση και να δείξουμε στους άντρες τον δρόμο να επανασυνδεθούν με τα συναισθήματά τους. Πίσω στη δεκαετία του 1990, ο ποιητής Robert Bly διηύθυνε σεμινάρια για άνδρες στα οποία δίδασκε τους συμμετέχοντες πώς να έρχονται σε επαφή με τα μακροχρόνια θαμμένα συναισθήματα θλίψης και απώλειας και να κλαίνε ανοιχτά, αν χρειαζόταν. Ιδανικά, ωστόσο, μια τέτοια εκπαίδευση θα πρέπει να ξεκινάει από νωρίς, στο σπίτι ή στο σχολείο, με τους ενήλικες να καθιστούν τα αγόρια ασφαλή για να μιλήσουν για τα δύσκολα συναισθήματα.
Πότε μπορεί το κλάμα να είναι πρόβλημα;
Υπάρχουν φορές που τα δάκρυά μας μπορεί να είναι σημάδι προβλήματος, ιδίως αν συμβαίνει πολύ συχνά ή/και χωρίς προφανή λόγο ή όταν το κλάμα αρχίζει να επηρεάζει τις καθημερινές δραστηριότητες ή γίνεται ανεξέλεγκτο. Από την άλλη, οι άνθρωποι που πάσχουν από ορισμένα είδη κλινικής κατάθλιψης μπορεί στην πραγματικότητα να μην είναι σε θέση να κλάψουν, ακόμη και όταν το επιθυμούν. Σε οποιαδήποτε από αυτές τις περιπτώσεις, θα ήταν καλύτερο να επισκεφθείτε έναν επαγγελματία, ο οποίος μπορεί να σας βοηθήσει στη διάγνωση του προβλήματος και να σας προτείνει την κατάλληλη θεραπεία.
Όσο δύσκολο κι αν είναι, ο καλύτερος τρόπος για να διαχειριστείτε τα δύσκολα συναισθήματα, συμπεριλαμβανομένης της θλίψης και του πένθους, είναι να τα αποδεχτείτε. Είναι σημαντικό να επιτρέψετε στον εαυτό σας να κλάψει αν το νιώθετε. Φροντίστε να βρείτε το χρόνο και να βρείτε έναν ασφαλή χώρο για να κλάψετε αν το χρειάζεστε. Πολλοί άνθρωποι συνδέουν το κλάμα κατά τη διάρκεια της θλίψης με την κατάθλιψη, ενώ στην πραγματικότητα μπορεί να είναι σημάδι επούλωσης.