Τελικά ο έρωτας περνάει από τα dating apps;
Τα ραντεβού στα (σχεδόν) τυφλά βρίσκονται τα τελευταία χρόνια στα πάνω τους και τα dating apps έχουν το δικό τους εικονίδιο στα smartphone ενηλίκων κάθε γενιάς, από τους Baby Boomers μέχρι την Generation Ζ. Πώς εξελίσσεται, όμως, αυτό το παιχνίδι γνωριμιών; Οδηγεί στον έρωτα ή σε περισσότερα αποτυχημένα ραντεβού;
Πολύ πριν τα likes και το stalking που έφεραν στη ζωή μας το Facebook και το Instagram, από τις απαρχές της ευρείας χρήσης του διαδικτύου, το φλερτ δια πληκτρολογίου ήταν ήδη ζωντανό από τη δεκαετία του ’90. Millenials, Generation-Xers, Baby Boomers, όλοι πίσω από CRT οθόνες, άρχιζαν να καταλαβαίνουν ότι ο χαρακτηριστικός ήχος της σύνδεσης στο διαδίκτυο τότε, δεν σήμαινε μόνο Napster και στατικές ιστοσελίδες γραμμένες στην HTML 2.0, αλλά και το άνοιγμα ενός κόσμου όπου μπορούσες να μιλήσεις με ανθρώπους από όλο τον πλανήτη, μέσω των θρυλικών chatrooms. To mIRC υπήρξε μια από τις πρώτες δημοφιλείς πλατφόρμες που έκανε τις διαδικτυακές συνομιλίες παγκοσμίως προσβάσιμες, η οποία εκτός από το κυρίως chat όπου μιλούσαν όλοι οι χρήστες μαζί, έδινε τη δυνατότητα και για προσωπικά μηνύματα (PMs) που επέτρεπαν ιδιωτικές συνομιλίες, που συχνά οδηγούσαν σε πιο προσωπικές γνωριμίες. Η πρώτη μεγάλη ιστοσελίδα γνωριμιών ήρθε το 1995 και ήταν το Match.com, ενώ αρκετά χρόνια αργότερα, το 2006, μπήκε το Facebook στις ζωές μας, το οποίο αν και δεν ήταν dating-centered, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι άνοιξε πολλά σπίτια –και έκλεισε ίσως άλλα τόσα. Ακολούθησε το Instagram το οποίο στα χνάρια του Facebook αποτέλεσε πρόσφορο έδαφος για ρομαντικό «παιχνίδι», ενώ τα τελευταία χρόνια πλατφόρμες όπως το Tinder, το Bumble και το Hinge κάνουν τα πράγματα ξεκάθαρα: Θέλουν να μας βρουν ταίρι. Έχουν διευκολύνει τις γνωριμίες όλα αυτά τα apps; Σίγουρα ναι. Υπάρχει, ωστόσο, μια συζήτηση για το αν πραγματικά προωθούν τη δημιουργία σχέσεων ή αν τελικά υπονομεύουν την ουσιαστική ανθρώπινη σύνδεση, φορτώνοντάς μας με δεκάδες αποτυχημένα ραντεβού,
Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center το 2023, το 30% των αμερικανών ενηλίκων έχει χρησιμοποιήσει τουλάχιστον μία εφαρμογή γνωριμιών. Το ποσοστό αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο στις νεότερες ηλικίες και στις μεγάλες αστικές περιοχές ενώ παράλληλα, ο COVID-19 συνέβαλε στην αύξηση της χρήσης, καθώς οι περιορισμοί στις δια ζώσης κοινωνικές συναναστροφές έκαναν τις εφαρμογές έναν βασικό τρόπο για νέες γνωριμίες. Ενδεικτικά να πούμε ότι το 2023, οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν περίπου 441 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες εφαρμογών γνωριμιών, με έσοδα που ξεπέρασαν τα 8,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Επιπλέον, το 2024, το Tinder ήταν η εφαρμογή γνωριμιών με τα υψηλότερα έσοδα παγκοσμίως, αποφέροντας περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια από παγκόσμιους χρήστες.
Περισσότερες σχέσεις ή περισσότερες απογοητεύσεις;
Σχεδόν οι μισοί χρήστες των dating apps δηλώνουν ότι αναζητούν μακροχρόνια σχέση, ωστόσο το ποσοστό που το καταφέρνει τελικά περιορίζεται στο 12% αυτών σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Stanford, αν και υπάρχουν έρευνες που δείχνουν υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας, που ξεπερνούν το 30%. Κι όσο κι αν όλοι έχουμε ένα φίλο ή φίλη που το Tinder τους οδήγησε στα σκαλιά της εκκλησίας, ταυτόχρονα μετράμε άλλους 10 που έμειναν στο «διαβάστηκε». Παρά τα πλεονεκτήματα των εφαρμογών αυτών, όπου οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα να γνωρίσουν ανθρώπους που διαφορετικά δεν θα συναντούσαν ποτέ, βρίσκουν άτομα με κοινά ενδιαφέροντα, στόχους ή αξίες και όλα αυτά με την άνεση και την ευελιξία όλο αυτό να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή, όπως ένα χαλαρό βράδυ Δευτέρας στον καναπέ του σπιτιού μας με την κουβέρτα, υπάρχουν κάποιες σημαντικές προκλήσεις.
Από τη μία, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS) το 2017, διαπίστωσε ότι οι σχέσεις που ξεκινούν μέσω διαδικτυακών εφαρμογών έχουν ίσες ή και μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας από εκείνες που ξεκινούν με παραδοσιακούς τρόπους –κάτι που μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι εφαρμογές προσφέρουν περισσότερες επιλογές και καλύτερη αντιστοίχιση με βάση κοινά χαρακτηριστικά. Από την άλλη, όμως, φαίνεται ότι το «παράδοξο της επιλογής», δηλαδή το πλήθος των επιλογών που μπορεί να έχουμε ενδέχεται να οδηγήσουν σε υπερβολική αναβλητικότητα, άγχος ή σε αίσθηση ότι «κάτι καλύτερο υπάρχει εκεί έξω», με αποτέλεσμα να μην αφήνουμε τον εαυτό μας να κατασταλάξει και να επενδύσει κάπου. Η επικέντρωση στις φωτογραφίες και στα σύντομα bio μπορεί να οδηγήσει σε επιφανειακές αλληλεπιδράσεις, ενώ η απογοήτευση και το burnout δεν αργούν να έρθουν όταν οι συνομιλίες δεν οδηγούν σε ουσιαστικές σχέσεις.
Μια έρευνα του Stanford University το 2020 έδειξε ότι οι χρήστες συχνά αισθάνονται αποξενωμένοι ή αντικείμενα «αγοράς» στις πλατφόρμες αυτές, κάτι που μπορεί να επηρεάσει την αυτοεκτίμησή τους.
Ακόμη και σήμερα, δεν υπάρχει ξεκάθαρο συμπέρασμα για το αν τα dating apps τελικά λειτουργούν στη δημιουργία ποιοτικών σχέσεων σε μεγαλύτερο ποσοστό από τις offline γνωριμίες. Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι περίπου το 30%-40% των χρηστών που κάνουν χρήση εφαρμογών γνωριμιών αναζητούν σοβαρές σχέσεις, ενώ πολλοί έχουν καταφέρει να βρουν σταθερές συντροφικές σχέσεις ή ακόμη και να ανέβουν τα σκαλιά της εκκλησίας μέσω αυτών. Οι αναφορές για το Bumble δείχνουν ότι περίπου το 25% των χρηστών του έχει κάνει σχέση από την εφαρμογή, ενώ το Tinder, αν και συχνά συνδέεται με περιστασιακές γνωριμίες, ισχυρίζεται ότι το 30% των χρηστών του συνάπτει σοβαρές σχέσεις. Στην Ευρώπη, μελέτες δείχνουν ότι οι διαδικτυακές γνωριμίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 20% όλων των σχέσεων, παρόμοια με τις τάσεις στη Βόρεια Αμερική.
Από την άλλη πλευρά, κάποιοι χρήστες έχουν εκφράσει απογοήτευση λόγω της αίσθησης ότι οι εφαρμογές συχνά ενθαρρύνουν επιφανειακές συνδέσεις, όπου η εμφάνιση έχει μεγαλύτερη σημασία από την προσωπικότητα. Επίσης, υπάρχει η αίσθηση ότι οι αλγόριθμοι συχνά δεν βοηθούν να βρεθούν πραγματικά συμβατοί άνθρωποι. Μερικοί χρήστες απολαμβάνουν την εφαρμογή ως μια μορφή ψυχαγωγίας ή μια ευκαιρία για κοινωνική σύνδεση, χωρίς να προσβλέπουν σε σοβαρές σχέσεις. Οι νεότεροι χρήστες ηλικίας 18-30 ετών είναι πιο πιθανό να αναζητούν περιστασιακές γνωριμίες, ενώ οι μεγαλύτεροι (30+) δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για σοβαρές σχέσεις και γάμο.
Το σίγουρο είναι ότι οι εφαρμογές γνωριμιών δεν είναι από μόνες τους «καλές» ή «κακές», το αποτέλεσμα εξαρτάται από τον τρόπο χρήσης τους. Οι χρήστες που προσεγγίζουν τις εφαρμογές με σαφείς στόχους και ειλικρινή διάθεση έχουν περισσότερες πιθανότητες να βρουν αυτό που ψάχνουν, ενώ στην αντίπερα όχθη η επιφανειακή ή εθιστική χρήση μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αντίληψη του καθενός για τον εαυτό του και τις σχέσεις του. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι οι εφαρμογές εξελίσσονται και πλατφόρμες όπως το Hinge και το OkCupid προσπαθούν να διαφοροποιηθούν από το Tinder, δίνοντας έμφαση σε ερωτηματολόγια και σε «σοβαρότερες» γνωριμίες. Αυτό δείχνει ότι η αγορά προσαρμόζεται στις ανάγκες των χρηστών για πιο ουσιαστικές συνδέσεις, που φαίνεται να είναι το ζητούμενο για πολλούς, μακριά από «Κίρκες» και βατράχους.
ΤΖΟΥΛΙΑ ΤΑΣΩΝΗ
[email protected]