Τι είναι οι κήλες και πώς αντιμετωπίζονται;
Οι κήλες ταλαιπωρούν εκατομμύρια ασθενείς σε όλο τον κόσμο. Δείτε, ποια είναι τα συμπτώματα και πότε πρέπει να αναζητήσετε ιατρική βοήθεια και θεραπεία.
Η κήλη είναι ένα χάσμα στα κοιλιακά τοιχώματα, μέσα από το οποίο προβάλλει κάποιο κοιλιακό σπλάγχνο ή ακόμα και το λίπος που φυσιολογικά βρίσκεται μέσα στην κοιλιά.
Οι κήλες μπορεί να δημιουργηθούν σε θέσεις που φυσιολογικά υπάρχουν ήδη κάποια χάσματα στο κοιλιακό τοίχωμα, όπως ο ομφαλός (ομφαλοκήλη), η βουβωνική περιοχή (βουβωνοκήλη) και η περιοχή ψηλά στη ρίζα του μηρού (μηροκήλη) ή και σε θέσεις παλαιών τομών από προηγηθείσες χειρουργικές επεμβάσεις (μετεγχειρητικές κήλες).
Ποιά είναι τα αίτια των κηλών;
Οι κήλες δημιουργούνται σε περιοχές που η χαλάρωση ή το χάσμα των κοιλιακών τοιχωμάτων συνυπάρχει με συνθήκες που αυξάνουν την πίεση μέσα στην κοιλιά.
Συνθήκες που δημιουργούν χαλάρωση είναι η παχυσαρκία και η εγκυμοσύνη. Τεχνητά χάσματα δημιουργούνται στις θέσεις παλαιών τομών, όταν οι τομές αυτές δεν επουλώνονται πλήρως.
Αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης έχουμε σε άτομα με δυσκοιλιότητα, με χρόνιο βήχα, με ασκίτη ή και σε όσους σηκώνουν μεγάλα βάρη.
Τι προβλήματα μπορεί να δημιουργήσει μία κήλη;
Συνήθως το χάσμα των κοιλιακών τοιχωμάτων που δημιουργεί μία κήλη είναι μικρού ή μεσαίου μεγέθους. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν το σπλάγχνο που προβάλλει μέσα από αυτό το χάσμα (το οποίο συχνά είναι κάποιο τμήμα εντέρου) στραγγαλιστεί διότι περνά μέσα από ένα μικρό άνοιγμα. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται περίσφιξη της κήλης και αποτελεί επείγον πρόβλημα, διότι εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, ο στραγγαλισμός του σπλάγχνου οδηγεί στη διακοπή της αιμάτωσής του, τη νέκρωση και εν συνεχεία τη διάτρησή του.
Εκτός από το επείγον πρόβλημα της περίσφιξης, οι κήλες μπορεί να δημιουργούν πόνο και δυσφορία, ενώ όταν μεγαλώνουν σε μέγεθος δημιουργούν και αισθητικά προβλήματα.
Ποιά είναι η αντιμετώπιση των κηλών;
Η αντιμετώπιση των κηλών είναι χειρουργική και μόνο. Μία κήλη συνήθως διογκώνεται με το χρόνο, κι έτσι, ακόμα και εάν στην παρούσα φάση είναι ασυμπτωματική, σύντομα θα προκαλέσει κάποια από τα παραπάνω προβλήματα.
Οι κηλεπίδεσμοι (ειδικές ζώνες για κήλες) μπορούν να προσφέρουν προσωρινή στήριξη των κοιλιακών τοιχωμάτων, αλλά όταν χρησιμοποιούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, αδυνατίζουν τα κοιλιακά τοιχώματα, κι έτσι καθιστούν την χειρουργική επιδιόρθωση της κήλης πιο δύσκολη. Η μόνη ένδειξη της χρήσης κηλεπίδεσμου ως μόνιμο μέτρο αντιμετώπισης της κήλης είναι όταν υπάρχει σοβαρή αντένδειξη χειρουργείου, λόγω συνοδών προβλημάτων υγείας του ασθενούς.
Πώς γίνεται η χειρουργική αποκατάσταση των κηλών; Τι είναι το πλέγμα;
Η πλαστική αποκατάσταση των κηλών μπορεί να γίνει με γενική αναισθησία, ραχιαία ή επισκληρίδιο αναισθησία, ή ακόμα και τοπική αναισθησία, αναλόγως και το μέγεθος της κήλης. Σε ότι αφορά στη χειρουργική μέθοδο, αυτή μπορεί να είναι κλασική (ανοικτή), λαπαροσκοπική, ή και ρομποτική. Η λαπαροσκοπική και ρομποτική μέθοδος πραγματοποιείται με γενική αναισθησία.
Τα χειρουργεία αποκατάστασης κηλών μικρού και μέσου μεγέθους απαιτούν συνήθως νοσηλεία μίας ημέρας και στις περισσότερες περιπτώσεις ο ασθενής μπορεί να πάρει εξιτήριο από το νοσοκομείο την ίδια ημέρα και να επιστρέψει πολύ γρήγορα στις καθημερινές δραστηριότητές του.
Στο χειρουργείο, ο χειρουργός, αφού ανατάξει την κήλη, καλείται να επιδιορθώσει το χάσμα στα κοιλιακά τοιχώματα. Αυτό παλαιότερα γινόταν με τη χρήση ραμμάτων, ενώ σήμερα πλέον χρησιμοποιούνται ειδικά πλέγματα ως ενισχυτικά των κοιλιακών τοιχωμάτων. Τα πλέγματα αυτά μπορεί να είναι πλήρως συνθετικά και ως εκ τούτου να παραμένουν μόνιμα στη θέση που τοποθετούνται χωρίς να απορροφώνται. Υπάρχουν όμως και πλέγματα ημιαπορροφίσιμα, που ένα τμήμα τους απορροφάται αργά και το υπόλοιπο παραμένει, ή και βιολογικά πλέγματα που αποτελούνται από απορροφίσιμο βιολογικό υλικό. Η χρήση κάθε ξεχωριστού τύπου πλέγματος έχει συγκεκριμένες ενδείξεις και αντενδείξεις, τις οποίες ο χειρουργός είναι σε θέση να εξηγήσει στον ασθενή κάθε φορά.
Το πλέγμα αποτελεί ένα σκελετό στήριξης των κοιλιακών τοιχωμάτων μέσα στον οποίο θα δημιουργηθεί ουλώδης ιστός και θα καλύψει το χάσμα της κήλης.
Τι προβλήματα μπορεί να υπάρξουν μετά την χειρουργική αποκατάσταση μίας κήλης;
Η χειρουργική επέμβαση αποκατάστασης μίας κήλης θεωρείται σε γενικές γραμμές ένα μέσης βαρύτητας χειρουργείο, τα αποτελέσματα του οποίου είναι συνήθως πολύ καλά. Αυτό βέβαια εξαρτάται από το μέγεθος και τη θέση της κήλης, πχ η αποκατάσταση μεγάλων μετεγχειρητικών κοιλιοκηλών που απαιτεί χρήση μεγάλων συνθετικών πλεγμάτων, αποτελεί συνήθως ένα αρκετά χρονοβόρο και βαρύ χειρουργείο.
Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι συνήθως ήπιος και καλά ανεκτός από τους ασθενείς. Με τις σύγχρονες τεχνικές χωρίς τάση (tension free) και κυρίως με τη χρήση της λαπαροσκοπικής χειρουργικής, ο πόνος δεν αποτελεί περιορισμό στην καθημερινότητα των χειρουργημένων ασθενών.
Η υποτροπή της κήλης είναι ένα ενδεχόμενο, το οποίο ήταν αρκετά πιο συχνό όταν η αποκατάσταση των κηλών γινόταν χωρίς πλέγματα. Στη σημερινή εποχή των πλεγμάτων, τα ποσοστά υποτροπής είναι σε γενικές γραμμές πολύ χαμηλά. Παράγοντες που μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο υποτροπής είναι το κάπνισμα και ο χρόνιος βήχας γενικότερα, η παχυσαρκία, η λοίμωξη του τραύματος, η αυξημένη τάση στην περιοχή που αποκαταστάθηκε η κήλη, καθώς και παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την επούλωση των ιστών (πχ, χρήση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, σακχαρώδης διαβήτης, κακή αιμάτωση των ιστών).
Η μόλυνση του πλέγματος αποτελεί μία όχι και τόσο συχνή επιπλοκή, η οποία όμως όταν συμβεί χρειάζεται άμεση και προσεκτική αντιμετώπιση. Ευτυχώς, με τις σύγχρονες χειρουργικές τεχνικές η επιπλοκή αυτή συμβαίνει σε σχετικά μικρό ποσοστό ασθενών (2 – 8% στις διάφορες μελέτες). Παράγοντες που σχετίζονται με τον κίνδυνο μόλυνσης είναι το μέγεθος του πλέγματος, ο σακχαρώδης διαβήτης, η ανοσοκαταστολή και η παχυσαρκία. Ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό λοιμώξεων μπορεί να αντιμετωπιστεί με συντηρητικά μέτρα (αντιβίωση, χειρουργικός καθαρισμός). Εάν η λοίμωξη δεν υποχωρήσει με τα μέτρα αυτά, τότε απαιτείται χειρουργική αφαίρεση του πλέγματος κάτι που πρακτικά σημαίνει υποτροπή της κήλης. Σε αυτήν την περίπτωση, αφού αφαιρεθεί το πλέγμα, ο ασθενής λαμβάνει αντιβίωση μέχρι να υποχωρήσει η λοίμωξη και στην συνέχεια επανεξετάζονται από τον χειρουργό οι επιλογές για περαιτέρω αντιμετώπιση.
Του Σπύρου Ανδρικόπουλου, Χειρουργού, Λαπαροσκοπική και Ρομποτική Χειρουργική, Χειρουργική Ογκολογία, Χειρουργική Μαστού και Ενδοκρινών Αδένων και επιστημονικού συνεργάτη του www.iator.gr .