Τι είναι αυτό που οδηγεί στην απιστία μετά από έναν θυελλώδη έρωτα;
Η απιστία αποτελεί την αιτία για το 75% των διαζυγίων. Η εξωσυζυγική σχέση λοιπόν αποτελεί τη βασικότερη αιτία καταστροφής του συζυγικού δεσμού και πάντα σημάνει την έναρξη της κρίσης στο ζευγάρι, αλλά και στην οικογένεια.
Η κρίση, λέξη επίκαιρη στις μέρες μας, σημαίνει μία μεταβατική φάση, στην οποία δεν μπορούμε εκείνη τη στιγμή να γνωρίζουμε πώς θα εξελιχθεί το μέλλον. Ό,τι γνωρίζαμε ως εκείνη τη στιγμή φαίνεται να μην μπορεί να βοηθήσει στην επίλυσή της και χρειάζεται να ξεμάθουμε και να ξαναμάθουμε νέους τρόπους. Η κρίση στα κινεζικά γράφεται με δύο ιδεογράμματα, το wei ( 危 =κίνδυνος) και το ji (机 =ευκαιρία). Έτσι το μεταβατικό αυτό στάδιο φαίνεται να μοιάζει με το σημείο μηδέν στο εκκρεμές όπου από τη μία διανοίγεται η δυνατότητα του κινδύνου-καταστροφής και διάλυσης, ενώ από την άλλη η δυνατότητα της ευκαιρίας-δημιουργίας.
Για να μπορέσει όμως μία κρίση να οδηγήσει στη δημιουργία και να λειτουργήσει ως ευκαιρία, χρειάζεται να κατανοήσουμε το νόημά της. Μόνο κατανοώντας το νόημά της μπορούμε να προχωρήσουμε σε δημιουργικές αλλαγές που μπορούν να βελτιώσουν τη ζωή του συστήματος (ζευγάρι, οικογένεια, κοινωνία). Αλλιώς ή θα υπάρξει καταστροφή, δηλαδή διάλυση της σχέσης, ή αν δεν διαλυθεί, το δηλητήριο της απιστίας θα δηλητηριάζει τη σχέση για καιρό, αν όχι για πάντα.
Βέβαια, πολλές φορές ακόμη και στην περίπτωση που το νόημα ανευρίσκεται μπορεί το ζευγάρι να οδηγηθεί σε διαζύγιο ή χωρισμό, ιδιαίτερα όταν το μέλος που απιστεί, ερωτευτεί και δεν θέλει να επιστρέψει στην αρχική σχέση. Η αναζήτηση και ανεύρεση του νοήματος της απιστίας ωστόσο είναι απαραίτητο, καθώς μπορεί να προφυλάξει τους πρωταγωνιστές από αέναες επαναλήψεις και δημιουργία νέων σχέσεων με παρόμοια χαρακτηριστικά.
Έτσι, προτείνουμε να δούμε την απιστία ως σύμπτωμα της σχέσης. Όχι μέσα από την ιατρική χρήση του όρου, αλλά μέσα από την κοινωνιολογική, συστημική οπτική, όπου το ζευγάρι και η οικογένεια αποτελούν οργανισμούς-συστήματα ενταγμένα μέσα στο ευρύτερο κοινωνικό σύστημα. Έτσι, η απιστία-ως σύμπτωμα- σημαίνει συνήθως μία κρίση του ζευγαριού η οποία προϋπάρχει και γίνεται ολοφάνερη με το σύμπτωμα-απιστία.
Θα λέγαμε ότι σε κάθε περίπτωση υπάρχουν διαφορετικές αιτίες που οδηγούν στην απιστία τον ένα από τους δύο συντρόφους (ή και τους δύο μερικές φορές).
Λέγεται ότι ο έρωτας διαρκεί από δύο λεπτά ως τρία χρόνια. Τόσο δηλαδή διαρκεί η αλλοίωση της πραγματικότητας σε σχέση με τον Άλλο, το ερωτικό αντικείμενο του πόθου. Ο ερωτευμένος μοιάζει με τον ψυχωτικό, τον τρελό, ως προς το ότι και οι δύο διακατέχονται από την ψευδαίσθηση και την εμμονή. Ο ερωτευμένος τοποθετεί τον άλλο σε ένα βάθρο, τον εξιδανικεύει, λες και είναι ένα άγαλμα-ιδέα. Η ένταση των συναισθημάτων είναι τέτοια που σπάνια συναντιέται σε άλλη ανθρώπινη εκδήλωση-συμπεριφορά. Μετά όμως από κάποιο διάστημα, ο ερωτευμένος έρχεται σε επαφή με την πραγματικότητα του άλλου. Καταλαβαίνει ότι έχει σάρκα και οστά, ότι έχει και ελαττώματα, όπως όλοι μας. Και τότε το ερωτικό αντικείμενο πέφτει από το βάθρο και η εξιδανίκευση δίνει τη θέση της στην πραγματικότητα.
Αυτή η πραγματικότητα συνοδεύεται σε πολλούς από απογοήτευση. Η απουσία των έντονων συναισθημάτων μπορεί να αναπληρώνεται από συντροφικότητα και αγάπη, αλλά κάποιοι δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την ιδέα αυτή.
Για τον Γάλλο ψυχαναλυτή Didier Anzieu, υπάρχουν τέσσερα σενάρια μετά το τέλος της ερωτικής εξιδανίκευσης στα ζευγάρια.
-Ο ένας αρχίζει και ρίχνει το φταίξιμο αυτής της απώλειας στον άλλο. Η εχθρότητα μεγαλώνει και το ζευγάρι χωρίζει.
-Γίνεται το ίδιο μόνο που το ζευγάρι δεν χωρίζει. Η εχθρότητα εγκαθίσταται και αντικαθιστά τον έρωτα. Σχηματίζονται οι ρόλοι θύτη-θύματος, οι οποίοι συχνά εναλλάσσονται. Τα μέλη είναι δυστυχή αλλά η σχέση είναι δυνατή και χαρακτηρίζεται από υψηλή εξάρτηση.
-Η απιστία έρχεται να καλύψει το κενό. Είτε από τον έναν από τους δύο, είτε και από τους δύο, η εξωσυζυγική σχέση εμφανίζεται ως λύση. Το ζευγάρι μπορεί να συνεχίσει να είναι μαζί ή χωρίζει.
-Το 5% περίπου των σχέσεων είναι η περίπτωση που και τα μέλη είναι ευτυχή και το ζευγάρι δυνατό. Εδώ τα κύρια χαρακτηριστικά είναι δύο. Η αρχική απομόνωση των ερωτευμένων δίνει τη θέση της στην παρέα των φίλων. Ωστόσο δεν χάνουν κάθε ιδιωτικότητα και πάντα διατηρούν ένα βαθμό οικειότητας που δεν τον μοιράζονται. Το άλλο χαρακτηριστικό είναι ότι ο ένας βοηθά και στηρίζει τον άλλο στην εξέλιξή του.
Το τέλος της εξιδανίκευσης, ή το τέλος του έρωτα όμως, δεν σημαίνει και το τέλος του ερωτισμού στο ζευγάρι. Η έλξη μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει ακόμη και σε μεγάλες ηλικίες και η ερωτική ζωή του ζευγαριού μπορεί να είναι πλούσια και ικανοποιητική.
Για να επιστρέψουμε όμως στο θέμα μας, οι λέξεις «απιστία» ή «απάτη», είναι δύο λέξεις που δηλώνουν τις αρνητικές κοινωνικές αναπαραστάσεις που επικρατούν σήμερα ως προς την εξωσυζυγική σχέση.
Είτε ως έλλειψη πίστης (απιστία) είτε ως εξαπάτηση (απάτη), η εξωσυζυγική σχέση εμφανίζεται ως ένα γεγονός που βλάπτει τον ή την απατημένη, ως ένα εκ προθέσεως «έγκλημα» απέναντι στον/στην σύντροφο. Έτσι, μέσα σε τέτοιες συνθήκες, η απιστία σχεδόν πάντα τραυματίζει το ζευγάρι. Μία τέτοια αντίληψη όμως, πρέπει να την δούμε μέσα στο συγκεκριμένο κοινωνικό και το ιστορικό πλαίσιο. Άρα, η πρώτη νοηματοδότηση της απιστίας γίνεται εξαρχής από την εκάστοτε κοινωνία.
Για να το καταλάβουμε καλύτερα αυτό, θα πρέπει να δούμε πως γινόταν αντιληπτή η εξωσυζυγική σχέση σε άλλες εποχές, ή κοινωνίες. Το Μάη του 68 για παράδειγμα, η απιστία αποτελούσε το ιδεώδες, μέσα από το κοινωνικό πρόταγμα της σεξουαλικής επανάστασης και πειραματισμού. Η ισλαμική κοινωνία επιτρέπει την πολυγαμία των ευκατάστατων αντρών, εφόσον μπορούν να εξασφαλίσουν τη ζωή της κάθε συζύγου και των παιδιών που κάνουν μαζί της. Σε άλλες κοινωνίες, η πολυγαμία των γυναικών είναι αποδεκτή και αποτελεί νόμο.
Στη δική μας εποχή, βλέπουμε ότι η κοινωνία μπορεί να συνεχίζει να αντιλαμβάνεται την απιστία ως μία βασική απειλή της οικογένειας και άρα εχθρικά, αλλά εντούτοις, είναι σήμερα περισσότερο ανεκτική από ότι παλαιότερα. Αυτό υποδηλώνεται και από την κατάργηση του νόμου περί μοιχείας, για παράδειγμα, που θα σημάνει και το τέλος στον διασυρμό των συλληφθέντων γυμνών μοιχών μέσα στα αστυνομικά τμήματα, εικόνες γνωστές στους νεότερους από σκηνές παλιών ελληνικών ταινιών.
Μέσα στο πεδίο της κοινωνικής νοηματοδότησης μπορεί να συναντήσουμε αντιλήψεις ή συμπεριφορές που μπορεί να παίζουν καθοριστικό ρόλο στο θέμα της απιστίας. Έτσι, για παράδειγμα, αλλιώς μεγαλώνει συνήθως ένα έφηβο κορίτσι από ένα έφηβο αγόρι ως προς την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Το αγόρι συνήθως ενθαρρύνεται για να ξεκινήσει τη σεξουαλική του ζωή, ενώ δεν γίνεται το ίδιο και για το κορίτσι.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάποιες αντιλήψεις όπως «έτσι είναι οι άντρες», «είμαστε πολυγαμικά ζώα» κλπ. διευκολύνουν το πέρασμα προς την αντρική απιστία, καθώς υπόγεια τη νομιμοποιούν, κάτι που δεν συμβαίνει και για τη γυναικεία. Πολλοί είναι οι άντρες που εξιστορούν τις εξωσυζυγικές περιπέτειές του με καμάρι στα καφενεία ή σε αντροπαρέες ακόμη και σήμερα. Αντίθετα, οι γυναίκες φροντίζουν να την κρατούν κρυφή, ακόμη και από κοντινά τους πρόσωπα. Εδώ πιστεύω έγκειται και η αντίληψη ότι οι άντρες απατούν περισσότερο τις γυναίκες. Κάποιοι προσπαθούν να υποστηρίξουν την πρόταση αυτή με ψευδοεπιστημονικές θεωρίες στηριζόμενες στη βιολογία. Τέτοιο είναι το παράδειγμα του επιχειρήματος ότι οι άντρες καθώς παράγουν πολλά σπερματοζωάρια μπορούν να τεκνοποιούν συνεχώς, ενώ η γυναίκα έχει όριο στην τεκνοποιητική της ιδιότητα. Ανάλογα, θα μπορούσε να σταθεί το αντίθετο επιχείρημα, ότι η φυσική επιλογή του σπέρματος ανοίγει τον δρόμο για περισσότερες ερωτικές επαφές του θηλυκού. Τέτοιες λοιπόν ψευδοθεωρίες έχουν περισσότερο κανονιστικό ρόλο και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Η κοινωνία επίσης, φαίνεται να είναι πιο παρηγορητική απέναντι στις απατημένες γυναίκες, από ότι στους απατημένους άντρες. Χαρακτηριστική ως προς αυτό είναι το ουσιαστικό «κερατάς» που θεωρείται μεγάλη ντροπή και στίγμα για αυτόν που φέρει τον τίτλο. Δεν συναντούμε όμως το αντίστοιχο για τις γυναίκες.
Παρόλα αυτά, τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα πριν την οικονομικοκοινωνική κρίση, η απιστία εμφανίζεται και ως σημείο των καιρών, ενταγμένη μέσα σε μία ευρύτερη καταναλωτική συμπεριφορά. Το ίδιο το σεξ γίνεται ένα πεδίο κατανάλωσης. Η κατανάλωση σεξουαλικών συντρόφων σχετίζεται και με την αδηφαγία που υπήρχε και στα άλλα επίπεδα όπου δεν υπήρχε κορεσμός αλλά δινόταν έμφαση στην ποσότητα. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των ελληνικών σήριαλ. Το σεξ είναι τόσο κεντρικό θέμα, ακόμη και στην παιδική ζώνη, που μπουχτισμένο το κοινό προστρέχει στην τηλεθέαση τουρκικών σήριαλ. Από τον τηλεοπτικό Ξενόπουλο και Καραγάτση της δεκαετίας του 70 φτάσαμε στα σημερινά σήριαλ, όπου το σεξ εμφανίζεται να αποερωτικοποιείται και να εντάσσεται σε μία συνήθη συμπεριφορά του homo Consumens. (ανθρώπου-καταναλωτή).
Πέρα όμως από το ευρύτερο κοινωνικό πεδίο νοηματοδότησης της απιστίας, υπάρχει και είναι περισσότερο σημαντικό το πεδίο της σχέσης. Βλέπουμε λοιπόν να εμφανίζεται συχνά η απιστία σε στιγμές μετάβασης της οικογένειας. Γεγονότα που σηματοδοτούν την αλλαγή της δυναμικής της με είσοδο ή έξοδο μελών (π.χ. μία γέννηση, ένας θάνατος, η φυγή των παιδιών από την οικογένεια όταν ενηλικιώνονται) διαταράζουν την υπάρχουσα ισορροπία.
Επίσης, εμφανίζεται σε ζευγάρια που κάποιο ή και τα δύο μέλη δεν έχουν ουσιαστικά ενηλικιωθεί, δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει τι πραγματικά θέλουν, ποιοι είναι. Τα μέλη της σχέσης είναι ανώριμα και δεν μπορούν να τα καταφέρουν με τις ευθύνες που έχει η οικογένεια που φτιάχνουν.
Η απιστία μπορεί να εμφανιστεί και ως διαβατήριο, πάλι από ανώριμα άτομα που δεν θέλουν να πάρουν την ευθύνη του χωρισμού και να ζήσουν το πένθος της απώλειας του άλλου.
Η σεξουαλική στέρηση-αποχή μέσα στο γάμο, είτε ως αποτέλεσμα ενός παιχνιδιού εξουσίας ανάμεσα στους συζύγους, είτε από πουριτανισμό ενός εκ των δύο μελών, είτε από οποιονδήποτε άλλο λόγο, οδηγεί πολύ συχνά τον άλλο σε ένα τρίτο πρόσωπο.
Η συνεχής ενασχόληση του ζευγαριού μόνο με τις υποχρεώσεις της οικογένειας και η απώλεια της χαράς και της απόλαυσης αφήνει επίσης χώρο για την είσοδο τρίτου στη σχέση.
Η έλλειψη της επιθυμίας. Αυτή όταν δεν σχετίζεται με κατάθλιψη, σημαίνει και το τέλος της σχέσης. Η εξωσυζυγική σχέση σε αυτή την περίπτωση εμφανίζεται ως διαβατήριο εξόδου.
Ο ξαφνικός πλουτισμός ή θέσεις εξουσίας που μπορεί να καταλάβει κάποιο από τα δύο μέλη της σχέσης μπορεί να επιφέρει νέες συμπεριφορές και μέσα σε αυτές και την απιστία. Το ίδιο και η ξαφνική πτώχευση. Τα σοβαρά οικονομικά γεγονότα επιδρούν επίσης και καθορίζουν τη δυναμική της οικογένειας ή του ζευγαριού.
Η αποδυνάμωση του ενός συντρόφου από τον άλλο ή ο ευνουχισμός. Όταν τα μηνύματα που διακινούνται μεταξύ τους είναι ότι δεν γίνεται απόλυτα αποδεκτή η προσωπικότητά του ενός ή η εμφάνισή του από τον άλλο.
Η παραμέληση του ενός από τον άλλο.
Η γεωγραφική απόσταση μεταξύ τους σε διάρκεια χρόνου.
Τέλος, έχουμε να κάνουμε με ατομικά ψυχικά χαρακτηριστικά που μπορούν να διευκολύνουν το πέρασμα προς την απιστία.
Η μη ανοχή στη ματαίωση (δυσκολία να αντιμετωπίσει κανείς μία δύσκολη περίοδο, μία ασθένεια, μία οικονομική καταστροφή).
Το παράδειγμα της οικογένειας από την οποία προέρχεται ο κάθε σύζυγος. Έτσι, αν ο πατέρας για παράδειγμα είχε συχνές εξωσυζυγικές σχέσεις και η γυναίκα του το ανεχόταν αλλά δυσφορούσε, τότε ο γιος τους θα επαναλάβει το ίδιο ενώ αν έχουν κόρη, αυτή μπορεί να ταυτιστεί περισσότερο με την ερωμένη και λιγότερο με τη μητέρα της. Αν η ανοχή της μητέρας δεν γίνεται αντιληπτή ως θυματοποίηση, τότε η κόρη θα ταυτιστεί με τη μητέρα και θα επαναλάβει μία παρόμοια σχέση με τον άντρα της.
Η δυσκολία για σύναψη στενών δυαδικών σχέσεων. Αυτή οδηγεί στην τριγωνοποίηση, όπου ο τρίτος άνθρωπος εμφανίζεται για να αυξήσει το αίσθημα ασφάλειας από τον φόβο της συγχώνευσης, που συνήθως αισθάνεται αυτός που δυσκολεύεται στη δυαδική σχέση.
Η απιστία μπορεί επίσης να εμφανιστεί και ως μία ένδειξη αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς, ενταγμένη σε μία ευρύτερη σφαίρα αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών. Σε αυτή την περίπτωση, κάποιο από τα δύο μέλη της σχέσης, περνώντας μία προσωπική κρίση (π.χ. κρίση που μπορεί να σχετίζεται με τον φόβο της φθοράς, του θανάτου) μπορεί να καταστρέψει μία καλή σχέση. Πολύ συχνά η σεξουαλική μανία εμφανίζεται ως αντίδοτο του φόβου του θανάτου, προσφέροντας τη λήθη, έστω και για μικρό διάστημα.
Από την Ψυχολόγο Δήμητρα Σταύρου
http://psyhismos.blogspot.gr/