Η Κουζίνα: Οργισμένες... κουτάλες στο θέατρο Αποθήκη
Μια παράσταση έξυπνα σκηνοθετημένη με χορογραφικό τρόπο που αναπνέει από το κέφι των ηρώων της.
Έχοντας παρουσιαστεί σε περίπου 60 πόλεις ανά τον κόσμο, το πολυπρόσωπο θεατρικό έργο «Η Κουζίνα» του Αrnold Wesker ανεβαίνει για πρώτη φορά στη χώρα μας στο θέατρο Αποθήκη. Και έχει την καλή τύχη να πέσει στα χέρια του Γιώργου Νανούρη, ο οποίος μέσα από πολλά πόστα δίνει το στίγμα του στην παράσταση.
Το γραφικά διαχρονικό θεατρικό (και γραμμένο το 1956) αποτελεί μία οργισμένη αλλά με πολλές δόσεις χιούμορ αλληγορία του σύγχρονου μοντέλου εργασίας και παράλληλα μια μικρογραφία της κοινωνίας και των παθογενειών της (διαχρονικές και αυτές). Στο έργο παρακολουθούμε τι γίνεται μία τυπική ημέρα μέσα στην κουζίνα ενός εστιατορίου.
O Wesker έχοντας εμπειρίες από το χώρο της εστίασης, μιας και είχε εργαστεί ως μάγειρας, εμπνέεται συχνά από χαρακτήρες της εργατικής τάξης. Στην Κουζίνα μάς παρουσιάζει την εργασιακή καθημερινότητα του χαμηλά αμειβόμενου προσωπικού με την κούραση και τις εντάσεις που συνήθως επιφέρει η πολύωρη εργασία, τις τριβές και τις παρεξηγήσεις που φέρνει η συνύπαρξη πολλών διαφορετικών προσωπικοτήτων, τις συζητήσεις και τα πειράγματα που γίνονται τις χαλαρές ώρες, τις συμπάθειες και τους έρωτες που καλλιεργούνται σε τέτοιες ομάδες. Και μετά πάλι κούραση, ένταση, τριβές.
Με αυτήν την πρώτη ύλη επιλέγει να δουλέψει ο Νανούρης, ο οποίος έρχεται να βάλει τη σφραγίδα του πέρα από τη σκηνοθεσία, στη μετάφραση και τη διασκευή του έργου, όπου μάλιστα κάνει εκπληκτική δουλειά στην αρμονική σύμπτυξη των 28 προσώπων του έργου σε μόλις 11. Οι ηθοποιοί χαρίζουν τα πραγματικά τους ονόματα στους ήρωές τους, ίσως γιατί, όπως υποστηρίζει ο ίδιος ο Νανούρης, «η κουζίνα τελικά είμαστε όλοι μας». Στο αρχικό κείμενο γίνονται επίσης κάποιες προσθήκες, όπως μια δημοσιευμένη έρευνα για το ψωμί ή το ρεμπέτικο τραγούδι της Ιωάννας Γεωργακοπούλου «Σ’ έχω ξεχάσει» που τραγουδούν οι ηθοποιοί στη σκηνή, προσθήκες που «κάθονται» ταιριαστά με το πνεύμα του έργου.
Στην Κουζίνα του Νανούρη οι κρατήσεις είναι πολλές, το αφεντικό συνέχεια επιβλέπει, ένας καινούριος πιάνει δουλειά, δύο παλιοί αρπάχτηκαν το προηγούμενο βράδυ και δύο άλλοι έχουν ερωτική σχέση, κάποιος παίρνει μπριζόλες για το σπίτι και ένας άλλος έδωσε μπριζόλες σε έναν άστεγο, κάποιοι δεν συμπαθούν τους μετανάστες δίπλα σε εκείνον που λαχταράει ένα φίλο, κάποιος υπερασπίζεται τη διαφορετικότητα ενώ ένας άλλος κοιτάει τα γλυκά του και την ησυχία του, κάποια χλευάζεται για τα παραπανίσια κιλά της ενώ μία άλλη θέλει περισσότερο χώρο για να εργαστεί και να ονειρευτεί, κάποιος νιώθει πως είναι σε φυλακή ενώ μία άλλη υπερασπίζεται τη βολεμένη της φυλακή, κάποιος δεν έχει όνειρα και όλοι τους δεν έχουν χρόνο να ονειρευτούν.
Αυτές οι ιστορίες στελεχώνουν την Κουζίνα και ο πρώτος σκηνικός συμβολισμός εντοπίζεται στους φωτισμούς οι οποίοι ντύνουν με γκρίζο μία λιτή σκηνή (Σχεδιασμός Φωτισμών- Σκηνικά: Γιώργος Νανούρης) που εξυπηρετεί στην αναπαράσταση ενός χώρου σκοτεινού που είναι λες και φωτίζεται από τους ανθρώπους που βρίσκονται σ΄αυτόν και τις λευκές στολές τους (Κοστούμια: Λάζαρος Τζοβάρας).
Σκηνοθετικά, ο Νανούρης όταν αναμετριέται με την ιδιαίτερη συνθήκη της κουζίνας ακολουθεί την οδηγία του Wesker που θέλει μια χορογραφική κίνηση στο έργο, κι έτσι επιλέγει να την εξελίξει και να την αποδώσει κινησιολογικά και ρυθμικά εκμεταλλευόμενος από τη μία τα πολλά πρόσωπα που συνυπάρχουν στο έργο- δημιουργώντας μια ιδιότυπη μπάντα- και από την άλλη τους ήχους-θορύβους της κουζίνας.
Στη σκηνή τοποθετεί μεταλλικούς πάγκους και σκεύη τα οποία στα χέρια των ηθοποιών γίνονται εργαλεία που παράγουν πραγματική ένταση σε όλη τη διάρκεια της παράστασης στήνοντας σκηνές που μοιάζουν με χορογραφία. Η ιστορία έτσι δένει από αυτόν τον ρυθμό και τις κινήσεις που κάνουν συντονισμένα οι ηθοποιοί για να μας μεταδώσουν αυτή την ασταμάτητη κίνηση (η ένταση της οποίας τονίζεται από τις συνεχείς παραγγελίες) μέσα στην οποία ζουν κατά τη διάρκεια της εργασίας τους. Γι’ αυτό και αυτή η κίνηση έχει διάρκεια και επαναλαμβάνεται με αυξομειώσεις.
Ένα άλλο ενδιαφέρον σκηνοθετικά κομμάτι που βλέπουμε πάνω στη σκηνή είναι οι παύσεις που γίνονται στην εξέλιξη με κινηματογραφικό τρόπο, πράγμα το οποίο υποστηρίζεται θαυμάσια από τον φωτισμό. Οι παύσεις αυτές ουσιαστικά λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο που λειτουργεί η χορογραφική κίνηση μόνο που ο ήχος είτε μπαίνει σε σιγή και υπονοείται, όπως όταν οι ήρωες εισέρχονται σε αργή κίνηση, είτε συνοδεύει ως μουσική μελωδία τα γεγονότα πάνω στη σκηνή, όπως όταν η Μαρία παρουσιάζει το μπαλέτο της. Να σημειωθεί πως ο Νανούρης συνεχίζει και σε αυτήν την παράσταση την προσωπική του παράδοση με την ιδιαίτερη χρήση και λειτουργία της μουσικής πάνω στη σκηνή.
Σ’ αυτή τη δομή που υιοθετεί ο σκηνοθέτης βοηθάει σημαντικά η ομάδα των 11 ηθοποιών που δρουν πάνω στη σκηνή (Μαρία Αθητάκη, Μοσχούλα Ατσιδαύτη, Παναγιώτης Γαβρέλας, Κωνσταντίνος Γιουρνάς, Απόστολος Καμιτσάκης, Φίλιους-Μιχαήλ Κανάκης, Χρήστος Καρνάκης, Τάσος Κορκός Γρηγορία Μεθενίτη, Μάριος Ράμμος, Σταύρος Τσουμάνης). Όλοι νέοι, πρωτοεμφανιζόμενοι, με ενέργεια και όρεξη να δουλέψουν. Όλοι τους συγχρονίζονται εξαιρετικά δίχως να υπάρχουν «παραφωνίες» μεταφέροντας τις μικρές τους ιστορίες που χτίζουν το «μεγάλο δράμα», εξαντλητικά ωράρια εργασίας που δεν φτάνουν για τους λογαριασμούς μα είναι αρκετά για να σκοτώσουν τα όνειρα.
ΙΩΑΝΝΑ ΒΑΡΔΑΛΑΧΑΚΗ / [email protected]
Info
Έως 28 Οκτωβρίου
Προπώληση: Viva.gr
Θέατρο Αποθήκη, Σαρρή 40, Ψυρρή
Τετάρτη : 20:00
Πέμπτη, Παρασκευή : 21:00
Σάββατο : 18:00 & 21:00
Κυριακή : 20:00
210.3253153 & 211.1000.365