Κριτική: Είδαμε την παράσταση «Βρέχει στην Βαρκελώνη» στο Θέατρο Τέχνης

brexei-stin-barkeloni Patroklos Skafidas
ΠΕΜΠΤΗ, 27 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2025

Από την Σμαρώ Κώτσια, Θεατρολόγο - Κριτικό Θεάτρου.

Ο Πάου Μιρό (1974) γεννήθηκε στη Βαρκελώνη. Είναι ηθοποιός, θεατρικός συγγραφέας, σεναριοηράφος και σκηνοθέτης. Το έργο του "Βρέχει στη Βαρκελώνη", παρουσιάζεται το 2004, στο θέατρο Sala Beckett, στη Βαρκελώνη και έκτοτε γίνεται διεθνής επιτυχία. Μεταφράζεται σε οκτώ γλώσσες και ανεβαίνει στις πιο γνωστές θεατρικές σκηνές, όπως στο Piccolo Teatro του Μιλάνο.

Το έργο "Βρέχει στη Βαρκελώνη" είναι ένα γλυκόπικρο θεατρικό έργο μικρής φόρμας, χαμηλών τόνων, δίχως εξάρσεις, απρόσμενες ανατροπές και ευδιάκριτη κορύφωση. Όλη η δράση του έργου κυλά ήρεμα, με μια ακύμαντη επιφάνεια να καλύπτει και να συγκαλύπτει υπόγειους και υπόκωφους κραδασμούς. Μια έντονη αντιπαράθεση πλανάται μεταξύ της ευεργετικής δύναμης της ποίησης και της ανθρώπινης σκληρότητας σε κάθε έκφανσή της.   Ο Μιρό δεν πρωτοτυπεί με το θέμα του, εντούτοις όμως  ο τρόπος που εξελίσσει και αναπτύσσει το έργο υπαινίσσεται ευθέως ή με πλάγιο τρόπο ή ακόμα και αλληγορικά: τον βίαιο σεξισμό, τη σκληρή εκμετάλλευση της γυναίκας, την ευαλατώτητα σε εξαρτημένες σχέσεις, τη δύναμη για αυτοβελτίωση και αλλαγή τρόπουυ ζωής, την πατριαρχία σαν 'προβατόσχημο λύκο', την κακοποιητική συμπεριφορά αλλά και τη δυνατότητα σε μια δεύτερη ευκαιρία.

Patroklos Skafidas

Η Λάλι είναι μια ιερόδουλη που ζει μαζί με τον εραστή και τεμπέλη προαγωγή της στη συνοικία el Raval, σε ένα ημιυπόγειο διαμέρισμα, σε μια άθλια και ετοιμόρροπη πολυκατοικία. Τακτικός πελάτης της είναι ένας βιβλιοπώλης, ο οποίος της χαρίζει σοκολατάκια στο περιτύλιγμα των οποίων βρίσκονται αποφθέγματα των Ρεμπώ, Μποντλέρ, Ντάντε Αλιγκέρι....... Αυτά τα σπαράγματα ποίησης μαζί με το βιβλίο, που της χαρίζει, "Το νησί των θησαυρών" του Ρόμπερτ Λιούις Στήβενσον ανοίγουν τους ορίζοντες της Λάλι, γλυκαίνουν την ψυχή της, ξυπνούν το πνεύμα της και αρχίζει να ονειρεύεται μια άλλη ζωή, επιθυμεί να δραπετεύσει μακριά από την πορνεία που 'υπητετεί' μαστουρωμένη για να μπορέσει να ανεχθεί τη 'μπόχα' της. Η 'συμφωνία μεταξύ κυρίων', η οποία συνάπτεται μεταξύ του προαγωγού της και του βιβλιοπώλη, ενδεχομένως να καθιστά τη Λάλι, για μια ακόμα φορά, αντικείμενο εκμετάλλευσης, ένα 'παιχνιδι' στη σκιά μιας σκληρής πατριαρχίας ή δημιουργεί μια ρωγμή σε κάτι παγιωμένο, μια χαραμάδα ελπίδας και ονείρου για κάτι καλύτερο στο μέλλον, και γιατί όχι στο γλυκοχάραμα μιας δεύτερης ευκαιρίας, κάτι το οποίο εξαρτάται καθαρά από αυτήν και μόνο;  Ένα ερώτημα με μια έντονη ποιητική αίσθηση αιωρείται κάτω από τον βροχερό ουρανό της Βαρκελώνης.

Patroklos Skafidas

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σκηνοθετεί με ευαισθησία, τρυφερότητα και απίστευτη  δεξιοτεχνική ικανότητα  αυτό το μονόπρακτο του Μιρό αναδεικνύοντας την υπαινικτικότητα των σιωπών και τη βαρύνουσα ενέργεια των παύσεων. Η ματιά του επικεντρώνεται στην προβολή της σωματικής ερμηνείας των ηθοποιών, στις εκφράσεις των προσώπων και των βλεμμάτων τους και στο ηχόχρωμα της φωνής τους. Δημιουργεί ένα μικρό κομψοτέχνημα που απαιτεί από τον θεατή να μη σταθεί απλά στην επιφάνεια των δρώμενων επι σκηνής αλλά να εμβαθύνει και να συναισθανθεί μια ρέουσα ενέργεια με θετική και αρνητική δύναμη. Ο Θεοδωρόπουλος χειρίζεται το τέλος του έργου με μέγιστη προσοχή και συμβολικό τρόπο. Τοποθετεί τη Λάλι στο κεφαλάρι του κραββατιού, στητή και ευθυτενή, έχοντας στα δεξιά τον προαγωγό της και στα  αριστερά τον βιβλιοπώλη, δεν γνωρίζει για τη 'συμφωνία κυρίων', ωστόσο κάτω από τον υποβλητικό ήχο της βροχής μέσα σε μια εκκωφαντικη σιωπή, η Λάλι είναι σαν να 'διευθύνει' το παιχνίδι-συμφωνία, κατέχοντας την κορυφή ενός νοητού τριγώνου και φαίνεται σαν να 'οσφραίνεται' κάτι στην ατμόσφαιρα. Αυτό διακρίνεται στο τόσο εκφραστικό, γεμάτο ελπίδα και προσμονή  βλέμμα της Δήμητρας Ματσούκα. Μέσα στα μάτια της τρεμοπαίζει ένα ενδεχόμενο, μετά από καιρό: όταν σταθεί στα πόδια της δυνατή και αυτάρκης και αποκτήσει αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση, τότε ίσως "να  κάνει παιχνίδι" ΑΥΤΗ, δίνοντας μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή της και στο μέλλον της. Αυτό άλλωστε σηματοδοτεί και η περιοχή,  όπου διαδραματίζεται το έργο.

Ο Μιρό δεν  τοποθετεί τυχαία την πλοκή του έργου στην περιοχή El Raval, η οποία παλαιότερα ήταν μια κακόφημη συνοικία με οίκους ανοχής. Από τη δεκαετία του '90, αναβαθμίζεται, μετατρέπεται σε must τουριστικό προορισμò και γίνεται τοπόσημο της περιοχής το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (MACBA), με τα περίπου 5.000 έργα.

Στο κέντρο της σκηνής του Υπογείου δεσπόζει ένα τεράστιο κρεββάτι (σκηνικά Αντώνης Δαγκλίδης), απαραίτητο εργαλείο της ιερόδουλης Λάλι, το οποίο  εξυπηρετεί και για κρυψώνα του προαγωγού της, Κάρλος, για να παρακολουθεί όσα συμβαίνουν με τους πελάτες. Ένα μικρό ψυγείο, ένα στενό τραπέζι και μια φτηνή καρέκλα αποπνέουν  μιζέρια και κακογουστιά. Το πολύ λειτουργικό σκηνικό συμπληρώνει ένα στενόμακρο παράθυρο στο βάθος της σκηνής- του ημιυπόγειου δωματίου, με φτηνιάρικες κουρτίνες και σιδερένια κάγκελα για προστασία από τους περαστικούς, που ίσως και  να υποδηλώνουν μια αόρατη φυλακή για την Λάλι. Το video του Παντελή Μάκκα, που προβάλλεται στο βάθος, πίσω από το παράθυρο, μεταφέρει την κίνηση και την ζωντάνια του δρόμου χαρίζοντας χρώμα σε ένα μουντό και φτωχικό περιβάλλον. Τα κοστούμια της Μαγδαληνής Αυγερινού απλά, καθημερινά τονίζουν τον χαρακτήρα του κάθε ρόλου. Καλοραμμένο και προσεγμένο το κοστούμι του βιβλιοπώλη Νταβίντ. Φαρδιές, ατσούμπαλες οι φόρμες του προαγωγού Κάρλος. Ενώ τα κοστούμια της Δήμητρας Ματσούκα (Λάλι), είναι σέξι, εφαρμοστά, χαριτωμένα και αναδεικνύουν το καλλίγραμμο σώμα της ηθοποιού. Οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη προσδίδουν ατμόσφαιρα στο έργο καθώς και η μελαγχολική μουσική του Νίκου Κυπουργού.

Patroklos Skafidas

Ο Κώστας Καζανάς, απόλυτα πειστικός ως Νταβίντ, δημιουργεί έναν σοφιστικέ χαρακτήρα, έναν βιβλιοπωλη με λεπτά αισθήματα, που φέρεται με αβρότητα και ο οποίος κάτω από τις τρυφερές κινήσεις κρύβει, προσεκτικά, μια μάτσο συμπεριφορά. Ο Ανδρέας Κοντόπουλος υποδύεται τον Κάρλος με ένα σώμα σαν άδειο σακί, με βαριεστημένες μούτες, άγαρμπος, αφελής, αδέξιος και ταυτόχρονα ύπουλα κακοποιητικός. Καταθέτει μια εξαιρετική ερμηνεία. Η Λάλι βρίσκει στο πρόσωπο της Δήμητρας Ματσούκα την ιδανική ερμηνεύτρια. Διαθέτει το φυσικό κάλλος και συνδιάζει τη θελκτική και προκλητική εμφάνιση με μια ουσιώδη ερμηνεία χαμηλών τόνων, πηγαία αισθαντικότητα, παιδική αφέλεια, υπαινικτικά βλέμματα, έμφυτο ερωτισμό, δίψα για γνώση, άκρατη ευαισθησία, με μια φωνή ήρεμη και αισθαντική, που κρύβει θλίψη και απόγνωση χωρίς ίχνος μελοδραματισμού. Ενσαρκώνει με βαθιά ενσυναίσθηση το ευάλωτο και ευσυγκίνητο πλάσμα που συναντά παντού "λυπημένους άνδρες'" και ξεσπά σε κλάματα μπροστά σε έναν πίνακα ζωγραφικής,  στο γειτονικό της Μουσείο.