Είδαμε το «Go down, Moses» του Ρομέο Καστελούτσι στο Φεστιβάλ Αθηνών

go-down-moses
ΔΕΥΤΕΡΑ, 29 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015

Ο Γιάννης Μόσχος γράφει κριτική για την παράσταση «Go down, Moses» του Ρομέο Καστελούτσι που παρουσιάζεται από τις 28 έως τις 30 Ιουνίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών.

Το Σαββατοκύριακο που πέρασε η επικαιρότητα ήταν τόσο πιεστική που δε σου άφηνε χώρο να ξεφύγεις από αυτή. Κάτι τέτοιες ώρες είναι που η τέχνη χάνει τη δυνατότητα του μέσου διαφυγής και καθίσταται μια πολυτέλεια που δια μέσω παραλληλισμών δημιουργεί αφετηρίες σκέψης για την αντιμετώπιση της κατάστασης που βιώνεις. Μοιάζει μεν περιττή, αλλά σου παρέχει εφόδια για να συγκρουστείς με το επιτακτικό «εδώ και τώρα» με μεγαλύτερη ψυχραιμία και καλύτερες προοπτικές. Ως εκ τούτου, παρά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα δε σκεφτήκαμε ούτε στιγμή να μην παρευρεθούμε στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών για την τρίτη επίσκεψη του Ρομέο Καστελούτσι και της ομάδας του, Societas Raffaello Sanzio, στο Φεστιβάλ Αθηνών με την παράσταση/σκηνική σύνθεση «Go down, Moses».

Ο σπουδαίος Ιταλός εικονοκλάστης έχει καθιερωθεί ως ένας από τους κορυφαίους δημιουργούς στην Ευρώπη, με μια ξεχωριστή πορεία με συγκεκριμένη ταυτότητα και διακριτά χαρακτηριστικά. Οι αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη μονοπωλούν το έργο του και η φιγούρα του Μωυσή ξεχωρίζει ως κεντρικό πρόσωπο. Στο «Go down, Moses» κάνει την εμφάνισή του και στον τίτλο, μένει όμως εκεί. Μέσα στο έργο υπάρχει μόνο ως έννοια και ποτέ δεν παίρνει σάρκα και οστά. Ο ίδιος ο τίτλος της παράστασης προέρχεται άλλωστε από ένα spiritual που τραγουδούσαν οι σκλάβοι στην Αμερική του 18ου αιώνα ελπίζοντας να αποδράσουν όπως οι Ισραηλίτες από την Αίγυπτο, κάτι που δε συνέβη ποτέ. Έχουμε να κάνουμε λοιπόν με την αέναη αναζήτηση ενός σωτήρα που θα μας δείξει το δρόμο προς μιαν άλλη Έξοδο.

Αυτή η Έξοδος για τον Καστελούτσι δεν μπορεί να συμβεί αν πρώτα δεν αναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τον κόσμο των πλαστών εικόνων. Η έναρξη της παράστασης πραγματοποιείται με μια εικόνα ανεξάντλητης ισχύς που στη συνέχεια επαναλαμβάνεται και δεν μπορεί να σε αφήσει ασυγκίνητο. Ένας κύλινδρος γυρίζει με ιλιγγιώδεις στροφές ανά δευτερόλεπτο και πάνω σε αυτόν συνθλίβονται διάφορα ανθρώπινα κεφάλια (του Μωυσή;) που έρχονται από ψηλά. Η αναζήτηση ενός νέου φωτεινού μεσσία κρίνεται επιτακτική. Αυτή η διαδικασία της αναζήτησης ξεκινά λοιπόν με μια γυναίκα να πετά το μωρό της στα σκουπίδια. Όπως θα δηλώσει αργότερα στην ανάκριση από την αστυνομία, ήταν μια ηρωική πράξη ώστε το παιδί της να ξεφύγει από τη δικτατορία του υλικού κόσμου και μεγαλώνοντας να γίνει ένας Μωυσής που θα οδηγήσει τον κόσμο έξω από τη ραστώνη στην οποία έχει μείνει για πολύ καιρό. Η γυναίκα απηχεί τον Καστελούτσι όταν δηλώνει πως «ο λαός δεν είναι λαός όταν δεν έχει συνειδητοποιήσει πως είναι σκλάβος» και η απαγκίστρωση από αυτή τη υποδούλωση θα έρθει με την πλήρη αποδόμηση κάθε πλαστικής εικόνας και κάθε κατ’ επίφαση σωτήρα.

Για να ολοκληρώσει αυτή τη διαδικασία αποδόμησης, ο Καστελούτσι πηγαίνει στην αρχή των πάντων, στην «κατάβαση του ανθρώπου στο σκοτεινό σπήλαιο, την επιστροφή του στη μήτρα, εκεί όπου συλλαμβάνεται η αρχική σκηνογραφία ενός κόσμου στον οποίο είμαστε ταυτόχρονα θεατές και αντικείμενα θέασης». Μέσα από μια εικόνα που προκαλεί δέος ήδη από τη σύλληψή της και που συνοψίζει την προσωπική «Οδύσσεια του Διαστήματος» του Καστελούτσι, για να σταματήσει ο τροχός του θανάτου πρέπει να επιστρέψουμε εκεί που πραγματοποιήθηκε η αρχική συμφωνία και να ορίσουμε μια νέα πιο επωφελή και ανθρώπινη τάξη πραγμάτων. Μήπως όμως και αυτή ακριβώς δεν είναι μια άλλη εικόνα που ασφυκτιά παγιδευμένη στο αδηφάγο βλέμμα του θεατή;

Για τη γυναίκα ο τομογράφος μετατρέπεται σε χρονοκάψουλα που τη μεταφέρει στη Γένεση του κόσμου ώστε απογοητευμένη πια από την εποχή της, να ξαποστάσει μακριά από κάθε μορφή κοσμικότητας. Βέβαια, αυτό δε σημαίνει ότι η αλληλουχία εικόνων της παράστασης πρέπει να έχει κάποιο συγκεκριμένο νόημα. Ο Καστελούτσι προσφέρει εικόνες υψηλής αισθητικής, εικαστικής αρτιότητας και νοηματικού πλούτου και σε αφήνει να τις διαχειριστείς και να τις ερμηνεύσεις κατά βούληση. Δεν επιβάλλει τον Μωυσή του, σε αφήνει να τον βρεις εσύ.

Παρά το ψυχρό και αποστειρωμένο περιβάλλον που δημιουργεί, ο Καστελούτσι έχει καθαρά ουμανιστικές προθέσεις στην προσέγγιση των μεταφυσικών εικόνων του. Προσπαθεί να τις απογυμνώσει από το κίβδηλο περίβλημά τους που έχει επιβληθεί «από πάνω»  και να επαναφέρει στο επίκεντρό τους τον ίδιο τον άνθρωπο. Το «Go down, Moses» τελείωσε κάπως απότομα στη μία ώρα, ενώ το πρόγραμμα ανέφερε διάρκεια 90 λεπτών, αυτό δεν το εμπόδισε ωστόσο να καταστεί ένα εικαστικό αριστούργημα που φέρνει τα πάνω-κάτω και μετουσιώνει την αποδόμηση σε κορύφωση.

Γιάννης Μόσχος
[email protected]